Το Trump-effect και οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις αναγκάζουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αναθεωρήσει τη στάση της, όπως προκύπτει από τη νέα ρητορική που υιοθέτησε το διοικητικό συμβούλιο, μετά τη σύνοδό του, δείχνοντας ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν μηδενικά τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2019, που συνεπάγεται παράταση τουλάχιστον έξι μηνών από τον ορίζοντα που αρχικά είχε τεθεί, ενώ παράλληλα ανοίγει εκ νέου τη στρόφιγγα των φθηνών δανείων.
Η απόφαση της ΕΚΤ έρχεται αμέσως με τη δημοσίευση της Μπεζ Βίβλου της Fed, η οποία επίσης αναθεωρεί τη στρατηγική της, δείχνοντας ότι είναι πιθανό να ακολουθήσει ακόμη πιο ήπια νομισματική πολιτική, ιδιαίτερα ως προς τους στόχους αύξησης των επιτοκίων.
Οι δύο κεντρικές τράπεζες αν και κινούνται με διαφορά φάσης, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ έχουν εξέλθει καιρό τώρα από τον κύκλο νομισματικής χαλάρωσης και τα επιτόκια έχουν αυξηθεί, ενώ η ποσοτική χαλάρωση έχει σε μεγάλο βαθμό αναστραφεί, παρ’ όλα αυτά φαίνεται να υιοθετούν ενιαία στάση, αναλογικά, σηματοδοτώντας κοινή ανάγνωση των εξελίξεων και του διακυβεύματος.
Στις ΗΠΑ, η αίσθηση επικείμενης ύφεσης είναι διάχυτη, καθώς η αγορά εργασίας είναι εν γένει στάσιμη, ο πληθωρισμός υποχωρεί, οι τιμές εισροών αυξάνονται και οι εξαγωγές δοκιμάζονται, τα περισσότερα εξαιτίας των εμπορικών πολέμων του Ντόναλντ Τραμπ και του ρίσκου που δημιουργεί ο πολιτικός ρεβισιονισμός του στο εσωτερικό.
Στην Ευρώπη, οι οικονομίες των χωρών-μελών δεν ευθυγραμμίζονται, η Γερμανία κινείται, μεν, στην κατεύθυνση της διάχυσης μέρους του εμπορικού της πλεονάσματος, αλλά πλέον, οι πιθανότητες οι πρωτοβουλίες του Βερολίνου να αποδειχθούν “πολύ λίγα, πολύ αργά”, βαίνουν αυξανόμενες. Επίσης και σε κεντρικό επίπεδο, τα μηνύματα από την οικονομία, όπως περιγράφονται στα πρακτικά της προηγούμενης συνεδρίασης της ΕΚΤ, είναι ανησυχητικά, καθώς οι δείκτες είναι -σε πολλές περιπτώσεις- κατώτεροι των προβλέψεων, η δυναμική ακαθόριστη και το κλίμα προβληματικό.
Πολιτικές αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της Ένωσης, γεωπολιτικές και γεωοικονομικές εντάσεις περιμετρικά των συνόρων και το Trump-effect στο εμπόριο και τις επενδύσεις υπονομεύουν την προοπτική εμπέδωσης της όποιας αναπτυξιακής δυναμικής. Επίσης, αρνητικά επιδρούν στο επενδυτικό και καταναλωτικό κλίμα τα σενάρια για hard Brexit και οι διαρκείς τριβές με τη Μεγάλη Βρετανία. Τέλος, η αντιπαλότητα Λονδίνου-Βυξελλών και οι εντεινόμενες στο εσωτερικό της κυβέρνησης της Τερέζα Μέι, δεν αποκλείεται να αναγκάσουν την Βρετανίδα πρωθυπουργό σε νέα προσέγγιση με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Σε αυτό το γεμάτο πολιτικές και οικονομικές αβεβαιότητες τοπίο, με την οικονομία να νιώθει ήδη τις αντιξοότητες, η ΕΚΤ αποφάσισε να δαιτηρήσει αμετάβλητα τουλάχιστον έως τα τέλη του 2019- και για όσο κριθεί αναγκαίο- τα επιτόκια. Παράλληλα ετοιμάζεται από το φθινόπωρο για νέο γύρο φθηνών δανείων προκειμένου να δώσει τις απαραίτητες τονωτικές ενέσεις στις τράπεζες και την ανάπτυξη.
Συγκεκριμένα οι στοχευμένες δημοπρασίες φθηνών δανείων, γνωστές ως TLTROs, θα ξεκινήσουν τον Σεπτέμβριο και θα διαρκέσουν έως και τον Μάρτιο του 2021.
Οι αποφάσεις αυτές ελήφθησαν από το διοικητικό συμβούλιο, το οποίο ολοκλήρωσε τη συνεδρίασή του, και πλέον όλοι περιμένουν τη συνέντευξη τύπου του προέδρου, Μάριο Ντράγκι στις 15:30. Ο Σούπερ Μάριο θα δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για το τι προκλήσεις βλέπει η ΕΚΤ και πώς θα δράσει.
Υπενθυμίζεται ότι το βασικό επιτόκιο δανεισμού της ΕΚΤ είναι στο μηδέν, ενώ το καταθετικό επιτόκιο είναι σε αρνητικό έδαφος, στο -0,4%.
Oι αποφάσεις αποκαλύπτουν ότι εντείνονται οι ανησυχίες της κεντρικής τράπεζας για τις προοπτικές της νομισματικής ένωσης, η οποία έρχεται αντιμέτωπη με εμπορικές εντάσεις, αβεβαιότητα για το Brexit και αυξημένο πολιτικό ρίσκο ενόψει των Ευρωεκλογών του 2018.
Στον απόηχό τους το ευρώ βρέθηκε σε τροχιά υποτίμησης. Η ισοτιμία του έναντι του δολαρίου κινείται στο 1,1279 δολ., ενώ υποχωρεί και έναντι του ελβετικού φράγκου. Αν και η απόφαση για τις TLTROs είναι αναμφίβολα καλό νέο για τις τράπεζες, το γεγονός ότι μετατίθεται για πολύ αργά η αύξηση των επιτοκίων δημιουργεί προβληματισμό στον κλάδο. Υπό τις συνθήκες αυτές οι μετοχές των τραπεζών της Ευρωζώνης δέχονται ελαφρές πιέσεις.
Σημειώνεται ότι όσο χαμηλότερα είναι τα επιτόκια τόσο πιο στενά είναι και τα περιθώρια κέρδους για τις τράπεζες.