Ανησυχητικές είναι οι ενδείξεις από το μέτωπο της οικονομίας για την Ελλάδα, καθώς το ΑΕΠ συρρικνώθηκε το τελευταίο τρίμηνο του 2018, σε τριμηνιαία βάση, για πρώτη φορά μετά από το τέταρτο τρίμηνο του 2016, ενώ για το σύνολο του έτους η ανάπτυξη ήταν χαμηλότερη των προβλέψεων.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ελληνικό ΑΕΠ αναπτύχθηκε 1,6% το τέταρτο τρίμηνο σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ συρρικνώθηκε κατά 0,1% σε σχέση με το τρίτο. Η οριακή συρρίκνωση ήρθε ύστερα από εννέα διαδοχικά τρίμηνα ανάπτυξης.
Για το σύνολο του περασμένου έτους η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε 1,9%, καθώς το πρώτο εννιάμηνο είχε παρουσιάσει ρυθμούς ανάπτυξης 2,1%.
Τα στοιχεία και οι εξελίξεις εμπνέουν ανησυχία, καθώς ενδεχομένως να υπονομεύεται η νέα έξοδος στις αγορές που προετοιμάζει η κυβέρνηση με στόχο την άντληση 7 δισ.. όπως προβλέπεται από το μεσοπρόθεσμο.
Σημειώνεται ότι επίσημος στόχος της κυβέρνησης ήταν για ρυθμούς ανάπτυξης 2,1% το 2018.
Βάσει του μεσοπρόθεσμου, για την περίοδο 2019-2023, προβλέπεται ότι η οικονομία θα ανεβάσει ταχύτητα φέτος, με το ΑΕΠ να μεγεθύνεται κατά 2,5%, ενώ βλέπει ρυθμούς ανάπτυξης ρυθμούς 2,3% για το 2020 και 2,1% για το 2021. Για τη διετία 2022-2023 υπολογίζει μεγέθυνση του ΑΕΠ με ρυθμούς 1,8%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΔΝΤ και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν προειδοποιήσει για τις επιπτώσεις των γεωπολιτικών εμπορικών εντάσεων και της πολιτικής αστάθειας για την ΕΕ, ενώ η Ελλάδα φαίνεται ότι επηρεάστηκε από την μεταρρυθμιστική κόπωση, την οποία δεν κατέστη δυνατόν να υποκαταστήσει η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και της κατανάλωσης.
Τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ πλήττουν καίρια το αναπτυξιακό αφήγημα της κυβέρνησης, ενώ αναμένεται να βρεθούν στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης, καθώς η αντιπολίτευση θα επωφεληθεί από την ευκαιρία να αποδομήσει το success story της οικονομίας.
Ακόμα είναι άγνωστο αν και σε τι βαθμό μπορούν τα στοιχεία αυτά να επηρεάσουν την αντιμετώπιση της Ελλάδας από τις αγορές, δεδομένης της διπλής υποβάθμισης από τη Moody’s και της επιτυχημένης έκδοσης 10ετούς ομολόγου.