Σε φιάσκο κατέληξε η πρόταση της Κομισιόν για την υιοθέτηση ευρωπαϊκής “μαύρης λίστας” χωρών που συμμετέχουν ή παρέχουν κάλυψη στο ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, καθώς απορρίφθηκε από τις 27 εκ των 28 χωρών, ένδειξη της αδυναμίας χάραξης ενιαίας οικονομικής πολιτικής, καθώς αυτή υπονομεύεται από τα εθνικά συμφέροντα, ιδιαίτερα προ των ευρωεκλογών, όπου πολιτικοί και κόμματα αναζητούν χρηματοδότες.
Η επίτευξη ομοφωνίας για την έγκριση αποφάσεων πολιτικής στην Ευρώπη είναι συνήθως δύσκολη, στην περίπτωση όμως της “μαύρης λίστας” καταγράφηκε το παράδοξο της σχεδόν ομόφωνης διαφωνίας των χωρών με την Κομισιόν, καταδεικνύοντας μια ακόμη ήττα του συλλογικού-ευρωπαϊκού μηχανισμού από τους εθνικούς.
Παρά τη μεγάλη και διαπιστωμένη ποικιλοτρόπως απώλεια εθνικών πόρων, από τη φορολογία και τη φοροαποφυγή και την ανάγκη για αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, δαπανών και τις πιέσεις για ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, οι κυβερνήσεις 27 εκ των 28 χωρών της ΕΕ, προτίμησαν τη διατήρηση του καθεστώτος ως έχει, φοβούμενες ευρύτερες επιπλοκές.
Προ τεσσάρων εβδομάδων η Κομισιόν είχε συντάξει μια λίστα με 23 χώρες και περιοχές «υψηλού κινδύνου» οι οποίες απορρίπτουν τις δράσεις για την καταπολέμηση του φαινομένου. Με τη μαύρη λίστα η επιτροπή ήθελε να δεσμεύσει τις ευρωπαϊκές τράπεζες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές στις συναλλαγές τους με τις χώρες που περιλαμβάνονται στη λίστα.
Οι χώρες μέλη της ΕΕ απέρριψαν τελικώς τη μαύρη λίστα διότι σε αυτή περιλαμβάνονται η Σαουδική Αραβία αλλά και περιοχές που ανήκουν στις ΗΠΑ (αμερικανικές Παρθένες Νήσοι κ.α.). Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Σαουδική Αραβία είχαν ασκήσει εντονότατες πιέσεις σε διπλωματικό επίπεδο προκειμένου να αφαιρεθούν από τη λίστα. Κατά την πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής ΕΕ-Αραβικού Συνδέσμου μάλιστα, ο σαουδάραβας βασιλιάς φέρεται να έθεσε ευθέως το θέμα στη γερμανίδα καγκελάριο Μέρκελ αλλά και στη βρετανίδα πρωθυπουργό Μέι, προειδοποιώντας για «οικονομικές συνέπειες».
Προειδοποιήσεις, σύμφωνα με τη DW, είχε απευθύνει και ο Αμερικανός πρέσβης στην ΕΕ Σόντλαντ, κάνοντας λόγο για «πολιτικά κίνητρα» της Ευρώπης. Απείλησε μάλιστα ευθέως τους Ευρωπαίους, τονίζοντας ότι θα πρέπει να σκεφτούν πολύ καλά εάν θέλουν μια νέα αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ.
Εκπρόσωπος της Κομισιόν εξήγησε ότι βάσει της ευρωπαϊκής οδηγίας κατά του ξεπλύματος χρήματος η Επιτροπή υποχρεούται να καταθέσει μια μαύρη λίστα. Στο πλαίσιο αυτό θα προχωρήσει σε επαναξιολόγηση των χωρών και στη σύνταξη νέας λίστας που στη συνέχεια θα πρέπει να εγκριθεί και πάλι από τις χώρες μέλη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόλις προ ημερών εξεταστική επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πραγματοποίησε έναν ιδιαίτερα αρνητικό απολογισμό της ευρωπαϊκής δράσης κατά των φορολογικών παραδείσων και του ξεπλύματος χρήματος. Στη σχετική τους έκθεση οι ευρωβουλευτές επισημαίνουν ότι παρά τα σκάνδαλα που έχουν αποκαλυφθεί τα τελευταία χρόνια, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες δεν είναι διατεθειμένες να αποδεχθούν αλλαγές.
«Η Ευρώπη έχει πολύ σοβαρό πρόβλημα», σχολιάζει ο Δανός σοσιαλδημοκράτης Γέπε Κόφοντ, προσθέτοντας ότι πολλές χώρες δεν έχουν τη δέουσα πολιτική βούληση διότι ενεργούν και οι ίδιες ως φορολογικοί παράδεισοι, προσφέροντας ιδιαίτερα ευνοϊκά φορολογικά κίνητρα σε πολυεθνικές. Στην έκθεσή του το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναφέρει ρητά τις Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο, Κύπρο, Μάλτα, Ιρλανδία και Ουγγαρία.
*Η απορριφθείσα μαύρη λίστα της Κομισιόν περιλαμβάνει τις εξής χώρες: Αφγανιστάν, Αμερικανική Σαμόα, Μπαχάμες, Μποτσουάνα, Βόρεια Κορέα, Αιθιοπία, Γκάνα, Γκουάμ, Ιράν, Ιράκ, Λιβύη, Νιγηρία, Πακιστάν, Παναμάς, Πουέρτο Ρίκο, Σαουδική Αραβία, Σρι Λάνκα, Συρία, Τρίνινταντ και Τομπάγκο, Τυνησία, Παρθένες Νήσοι και Υεμένη.