Στρατηγική κρίσης, με στόχο να ανασχέσει τις εξωτερικές πιέσεις στην οικονομία και να ενισχύσει την εσωτερική κατανάλωση, διατηρώντας την αναπτυξιακή ορμή ασκεί ο Ταγίπ Ερντογάν, παίζοντας ένα στοίχημα με τον χρόνο, αν δηλαδή θα είναι σε θέση να παράξει εσωτερικό κεφάλαιο, ταχύτερα από το ρυθμό αύξησης του εξωτερικού χρέους της χώρας.
Τα τελευταία χρόνια ο Τούρκος πρόεδρος επιχειρεί με αγορές χρυσού να ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας, επενδύοντας έτσι μεγάλο μέρος του τουριστικού και ναυτιλιακού συναλλάγματος σε φανερές και κρυφές αγορές χρυσού και αντίστοιχων παραγώγων.
Το 2018, όμως, τα εμφανή-αποθεματικά χρυσού της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας παρέμειναν σταθερά, καθώς, παρά τις αγορές χρυσού από τη Βενεζουέλα και από την ανοιχτή αγορά, αναγκάστηκε να ρευστοποιήσει ή να εκχωρήσει στις εμπορικές τράπεζες μέρος των αποθεματικών για να ανταπεξέλθουν στη ραγδαία υποτίμηση της τουρκικής λίρας, που προκάλεσε εκτόξευση του εξωτερικού χρέους και περιόρισε τις προσβάσεις τους σε διεθνή κεφάλαια.
Μέχρι τώρα, η διολίσθηση της λίρας, η επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία και οι σταθερές σχέσεις με την ΕΕ και ιδιαίτερα με τη Γερμανία και τη Βρετανία, έχουν υποστηρίξει την άνοδο του τουρισμού στην Τουρκία, αποτελώντας στην ουσία τη βασική πηγή εισροής συναλλάγματος.
Αυξημένες είναι και οι εξαγωγές, ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις το κόστος απόκτησης πρώτων υλών είναι τόσο αυξημένο που υποσκελίζει την αύξηση των παραγγελιών εξαιτίας των μειωμένων διεθνών τιμών, που οφείλονται στη διολίσθηση της τουρκικής λίρας.
Η εσωτερική κρίση, όμως, έχει περιορίσει δραστικά και τις εκροές, καθώς το εμπορικό ισοζύγιο και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εμφανίζονται βελτιωμένα, σε απόλυτες αλλά επιδεινώνονται συγκριτικά ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, καταδεικνύοντας ότι, προς ώρας τουλάχιστον, ο Ταγίπ Ερντογάν χάνει το στοίχημα, καθώς η κρίση ροκανίζει την τουρκική οικονομία ταχύτερα από τον ρυθμό αναπλήρωσης απωλειών.
Οι καθαρές κεφαλαιακές ροές είναι αρνητικές, καταδεικνύοντας αποεπένδυση σε πολλούς κλάδους της εγχώριας οικονομίας, ενώ για τις άμεσες Άμεσες Ξένες Επενδύσεις τα τελευταία στοιχεία αφορούν το 2017 και δείχνουν σταθερή πτώση, μετά την κορύφωση το 2015.
Εισαγωγές-Εξαγωγές
Οι εισαγωγές στην Τουρκία υποχώρησαν 28,3% σε ετήσια βάση στα 16,6 δισ. δολάρια το Δεκέμβριο του 2018. Οι αγορές ενδιάμεσων αγαθών αντιπροσώπευαν το 73,8% των συνολικών εισαγωγών το Δεκέμβριο και μειώθηκαν 24,8% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Επιπλέον, οι εισαγωγές μειώθηκαν τόσο για το κεφαλαιουχικά (-34,9%) όσο και για τα καταναλωτικά αγαθά (-38,5%).
Μεταξύ των σημαντικότερων εμπορικών εταίρων, οι εισαγωγές μειώθηκαν κυρίως από τη Ρωσία (-5,2%), τη Γερμανία (-21,5%), την Κίνα (-39,1%), τις ΗΠΑ (-14,3%), την Ιταλία (-28% ), Τη Γαλλία (-50,3%), το Ηνωμένο Βασίλειο (-46,1%), τη Νότια Κορέα (-42,4%) και το Ιράν (-20,5%).
Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο του έτους 2018, οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 4,6% σε 223 δισ. δολάρια.
Οι εξαγωγές από την Τουρκία αυξήθηκαν κατά 0,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος σε 13,9 δισ. δολ. τον Δεκέμβριο του 2018, καθώς οι πωλήσεις βιομηχανικών προϊόντων, που αντιπροσώπευαν το 92,9% των συνολικών αποστολών, αυξήθηκαν κατά 1%.
Εν τω μεταξύ, οι εξαγωγές γεωργίας, θήρας και δασοκομίας μειώθηκαν κατά 10,5% και οι εξαγωγές εξόρυξης και ορυκτών μειώθηκαν κατά 9,2%.
Μεταξύ των μεγάλων εμπορικών εταίρων, οι εξαγωγές αυξήθηκαν κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο (8,2%), στην Ισπανία (0,9%), στις Κάτω Χώρες (9,6%), στο Ισραήλ (2,3%) και στο Βέλγιο (23,3%).
Από την άλλη, οι εξαγωγές μειώθηκαν στη Γερμανία (-7,7%), την Ιταλία (-3,8%), το Ιράκ (-7,6%), τις ΗΠΑ (-0,3%) και τη Γαλλία (-5,4%).
Λαμβάνοντας υπόψη το 2018 ολόκληρο το έτος, οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 7% στα 168 δισ. δολάρια.