Σειρά προκλήσεων που έχουν ήδη επισημανθεί αναδεικνύει σε έκθεσή της για την ελληνική οικονομία η Fitch, καθιστώντας σαφές ότι αναμένει περισσότερες δράσεις για τη διασφάλιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας από την ελληνική κυβέρνηση, ενώ η χώρα έχει εισέλθει σε παρατεταμένη και πολωμένη προεκλογική περίοδο.
Ο οίκος προβλέπει θετικές εξελίξεις στην οικονομία, προειδοποιώντας όμως ότι εάν η οικονομική προσαρμογή εκτροχιαστεί, υπάρχει κίνδυνος (αν και μειωμένος) επιβολής αυστηρότερων ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίου (capital controls).
Η έκθεση έρχεται στη στιγμή που οι θεσμοί εξετάζουν το σχέδιο μείωσης των κόκκινων δανείων και αναδιάρθρωσης του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και ενώ τράπεζες και ΟΔΔΗΧ ετοιμάζονται για έξοδο στις αγορές.
Ο οίκος χτυπά «καμπανάκι» για τις δικαστικές αποφάσεις επί των αναδρομικών συνταξιούχων και δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και για τα «κόκκινα» δάνεια. Ο Fitch εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα ανέλθει σε 2,3% το 2019 και στο 2,2% το 2020.
Κατά τον οίκο, τα πλεονεκτήματα της Ελλάδας είναι, μεταξύ άλλων το εξωτερικό χρέος εξυπηρετείται σε ένα διαχειρίσιμο επίπεδο, ενώ πάνω από το 80% του χρέους της γενικής κυβέρνησης είναι με σταθερό επιτόκιο.
Σύμφωνα με τον Fitch, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στην Ελλάδα ανήλθε στο 1,9% του ΑΕΠ το 2018, ποσοστό καλύτερο σε σύγκριση με τον μέσο όρο των χωρών με αξιολόγηση «ΒΒ» (2,6% του ΑΕΠ).
Παράλληλα, η διακυβέρνηση εξακολουθεί να είναι σημαντικά ισχυρότερη από ό,τι στις χώρες με παρόμοια αξιολόγηση όπως η Ελλάδα («ΒΒ-»).
Σε ό,τι αφορά τις αδυναμίες της οικονομίας, τονίζεται πως το δημόσιο χρέος (181% του ΑΕΠ το 2018) και το καθαρό εξωτερικό χρέος (141% του ΑΕΠ) είναι μεταξύ των υψηλότερων στον κόσμο.
Επιπλέον, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών φτάνουν το 45% του ΑΕΠ της χώρας και είναι επίσης υψηλά σε σχέση με τα κεφάλαιά τους.
Παράλληλα, η τάση της ανάπτυξης στο μεσοπρόθεσμο διάστημα είναι αναιμική (1,2%).
Εξάλλου, όπως παρατηρεί ο Fitch, οι ιδιωτικοποιήσεις και η προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων παραμένουν υποτονικές, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί πρόσφατα, και αυτό επιβαρύνει την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.