Εκρηκτικό προμηνύεται το πολιτικό σκηνικό κατά την προεκλογική περίοδο στην Ελλάδα, σε βαθμό μάλιστα που μπορεί να κινδυνεύσουν ή ακόμα και να απαξιωθούν θεσμοί και πρόσωπα, καθώς Δικαιοσύνη και media αναδεικνύουν θέματα πολιτικής διαφθοράς μέσα από τη χρηματοδότηση πολιτικού προσωπικού και φορέων, όχι μόνο τα τελευταία χρόνια, αλλά και παλαιότερα. Οι εστίες αυτές όμως μπορούν εύκολα να διαφύγουν τον έλεγχο, ενόψει πολλαπλών εκλογικών αναμετρήσεων.
Έτσι, η Δικαιοσύνη εμβαθύνει τις έρευνες στα οικονομικά των κομμάτων, με αφορμή την κατάθεση του πρώην γενικού διευθυντή του ΠΑΣΟΚ, Θεόδωρου Τσουκάτου, στην υπόθεση της Siemens, στο πλαίσιο της οποίας αποκάλυψε ότι η ιδιωτική χρηματοδότηση προς το ΠΑΣΟΚ την περίοδο του 2000 ξεπερνούσε τα 16 δισ. δραχμές.
Από την άλλη πλευρά, το Πρώτο Θέμα και η Νέα Δημοκρατία αναδεικνύουν το ζήτημα δανείου 100,000 ευρώ που έλαβε ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Παύλος Πολάκης, από την Attica Bank, ζήτημα το οποίο αποδεικνύεται, όμως, θρυαλλίδα που προκαλεί συνεδρίαση της αρμόδιας διεύθυνσης εποπτείας της Τράπεζας της Ελλάδος, που θέτει, εκ νέου, στο μικροσκόπιο την Attica Bank.
Παράλληλα, όμως, το Documento, εστιάζει στις σχέσεις του εφοπλιστή Βίκτωρα Ρέστη με το Πρώτο Θέμα και την Μαρέβα Μητσοτάκη, αφήνοντας σκιές και καλλιεργώντας πρόσφορο έδαφος για πολιτική αντιπαράθεση.
Στη δραστηριότητα της Attica Bank εστιάζει και η Ευρωβουλευτής του ΚΙΝ.ΑΛ, Εύα Καϊλή η οποία με σχετική ερώτησή της στο Ευρωκοινοβούλιο ζητά παρέμβαση από την ΕΚΤ και την SSM, η οποία ωστόσο είναι άστοχη, καθώς υπεύθυνη για την εν λόγω τράπεζα είναι η Τράπεζα της Ελλάδος και η DG Comp, καθώς δεν εντάσσεται στις συστημικές.
Με όλα αυτά τα μέτωπα να ανοίγουν παράλληλα και διαδοχικά, το θέμα των δανείων που έχουν λάβει κόμματα και πολιτικά πρόσωπα αναμένεται να αναδειχθεί σε μείζον, διαμορφώνοντας ιδιαίτερα εκρηκτικό κλίμα και πολλαπλές πληγές, οι οποίες, όμως, πλήττουν συλλήβδην το πολιτικό σύστημα, ευνοώντας τα αντισυστημικά κόμματα, όπως η Χρυσή Αυγή.
Ακόμα μεγαλύτερο προκαλεί όμως η ανάδειξη αυτών των θεμάτων πριν από τις ευρωεκλογές, καθώς συμβάλλουν στην πλήρη αποπολιτικοποίηση της ψήφους και στην υποβάθμιση του πεδίου πολιτικής αντιπαράθεσης σε αρένα.
Τέλος, το κλίμα και η εργαλειοποίηση των χρηματοδοτήσεων θέτουν στο επίκεντρο τις ήδη ευάλωτες και ασταθείς τράπεζες, εστιάζοντας σε τρύπες, εξαρτήσεις αφήνοντας σκιές, οι οποίες υποσκάπτουν τα ήδη σαθρά θεμέλια του τραπεζικού συστήματος, αυξάνοντας το πολιτικό ρίσκο και ενισχύοντας τον κίνδυνο νέας ανακεφαλαιοποίησης.