Με νέο σήμα κινδύνου για τη μετά Brexit εποχή και ιδιαίτερα για το σενάριο του no deal, ισοδυναμεί η ανακοίνωση της Τράπεζας της Αγγλίας, καθώς αποφάσισε τη διατήρηση των επιτοκίων στα τρέχοντα επίπεδα, προαναγγέλοντας σταδιακές αυξήσεις, ενώ παράλληλα υποβάθμισε τις προβλέψεις για την ανάπτυξη.
Η ανασφάλεια για το no deal, αλλά και για την επόμενη ημέρα εν συνόλω, η αβεβαιότητα στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό και οι πολύπλευρες πιέσεις που ασκούνται στη χώρα οικονομικά και πολιτικά, αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που επικαλείται ο διοικητής της BoE.
Με την κλεψύδρα να αδειάζει, καθώς μένουν μόλις 50 ημέρες έως τις 29 Μαρτίου, οπότε αναμένεται επισήμως να αποχωρήσει η Βρετανία από την Ε.Ε. και με τη διελκυστίνδα που έχει στηθεί τόσο στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος, όσο και στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό στη Βρετανία, να καθιστά την επίτευξη συμφωνίας με την ΕΕ σχεδόν απίθανη, η BoE, προέβλεψε, μεταξύ άλλων, σοβαρή μείωση των επενδύσεων και των αμοιβών των εργαζομένων.
Η εκτίμησή της τώρα είναι πως το βρετανικό ΑΕΠ θα αυξηθεί φέτος κατά 1,2% ενώ μόλις τον Νοέμβριο μιλούσε για ανάπτυξη 1,7%. Είναι η πλέον δραματική υποβάθμιση προβλέψεων στην οποία έχει προβεί η Τράπεζα μετά το δημοψήφισμα του Brexit το 2016. Μιλάει, άλλωστε, για τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Η προς τα κάτω αναθεώρηση των προβλέψεων επεκτείνεται, άλλωστε, και στο επόμενο έτος, για το οποίο προβλέπει ανάπτυξη 1,5% ενώ τον Νοέμβριο μιλούσε για 1,7%. Η Τράπεζα τόνισε, πάντως, πως οι προβλέψεις πρέπει να επικαιροποιηθούν «όταν θα υπάρχει σαφέστερη εικόνα για το πώς θα γίνει η έξοδος από την Ε.Ε.». Σύμφωνα μάλιστα με τεχνική ανάλυση της Τράπεζας, σε περιβάλλον λιγότερης αβεβαιότητας η ανάπτυξη θα ήταν ισχυρότερη και θα έφτανε στο 1,6% φέτος και στο 2,2% το 2020.
Παρουσιάζοντας τις απαισιόδοξες αυτές εκτιμήσεις, ο επικεφαλής της Τράπεζας, Μαρκ Κάρνεϊ, απέδωσε τη δυσοίωνη εικόνα της βρετανικής οικονομίας στην αβεβαιότητα γύρω από το τι θα συμβεί τελικά στις 29 Μαρτίου και ποια θα είναι η μελλοντική σχέση της Βρετανίας με τους εταίρους της στην Ε.Ε. Οπως χαρακτηριστικά τόνισε «η ομίχλη του Brexit καλλιεργεί εντάσεις», ενώ προειδοποίησε με έμφαση πως η βρετανική οικονομία δεν είναι έτοιμη για μια έξοδο χωρίς συμφωνία και μεταβατική περίοδο. Προσέθεσε, άλλωστε, πως μια χαοτική έξοδος είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε πτώση του βρετανικού ΑΕΠ. Παράλληλα με τις δυσοίωνες προβλέψεις, η Τράπεζα είχε ανακοινώσει νωρίτερα ότι διατηρεί αμετάβλητα τα επιτόκια της στερλίνας στο 0,75%. Στο επίπεδο αυτό τα έχει αυξήσει από τον περασμένο Αύγουστο, σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσει τον πληθωρισμό και την υποχώρηση του νομίσματος.
Ο κ. Κάρνεϊ τόνισε πως ενδέχεται να αναγκαστεί η Τράπεζα να προχωρήσει σε περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων προκειμένου να κρατήσει τον πληθωρισμό υπό έλεγχο. Οι δυσοίωνες εκτιμήσεις προκάλεσαν προσωρινή υποχώρηση της στερλίνας, που αρχικά διολίσθησε στο 1,2944 δολάριο για να ανακάμψει αργότερα. Το βράδυ κυμαινόταν στο 1,2974 δολάριο. Η Τράπεζα της Αγγλίας είναι η τελευταία από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες που υιοθετεί απαισιόδοξη στάση. Εχουν προηγηθεί οι τουλάχιστον επιφυλακτικές τοποθετήσεις τόσο από πλευράς της ΕΚΤ όσο και από την αμερικανική Federal Reserve.