Για τη σκοπιμότητα της ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο NATO πολλά έχουν γραφτεί, με τα δημοσιεύματα να προσεγγίζουν κυρίως το γεωπολιτικό σκηνικό, αναδεικνύοντας τον ανταγωνισμό NATO-Ρωσίας για τον έλεγχο των σφαιρών επιρροής στα δυτικά Βαλκάνια, ως το μείζον ζήτημα. Δεν είναι όμως το μόνο, καθώς οι τριβές των ΗΠΑ με την ΕΕ για τον Ευρωστρατό, τις αμυντικές δαπάνες και η υποκινούμενη από τη Ρωσία, προσπάθεια αυτονόμησης της Τουρκίας, αποτελούν μια ακόμη πτυχή των εξελίξεων, ήτοι αυτό που ονομάζεται “στρατιωτική διπλωματία”, την οποία αξιοποιεί διαχρονικά και με μεγάλη αποτελεσματικότητα η Βόρεια Μακεδονία, ξεκλειδώνοντας δυνατότητες και προοπτικές, δυσανάλογα μεγάλες για το μέγεθος της.
Ωστόσο, αυτή δεν περιορίζεται στους ανταγωνισμούς για σφαίρες επιρροής και τα ενεργειακά, αλλά επεκτείνεται στις αμυντικές δαπάνες, καθώς η δημιουργία ενιαίων δομών και μετώπων επιτάσσει τη χρήση ομογενοποιημένων συστημάτων. Υπ’ αυτό το πρίσμα η προμήθεια F-16 από τη Βουλγαρία και ο εκσυγχρονισμός των ελληνικών, δημιουργούν ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο τα οπλικά συστήματα που θα προμηθευτεί η Βόρεια Μακεδονία, το Κόσοβο και οι άλλες χώρες της περιοχής θα εντάσσονται στην ίδια αρχιτεκτινική.
Παράλληλα, η Βόρεια Μακεδονία, έχει την τελευταία 20ετία, ως πΓΔΜ, συνεισφέρει τα μάλα σε στρατιωτικές αποστολές του NATO, οικοδομώντας εμπιστοσύνης και κερδίζοντας την έξωθεν καλή μαρτυρία. Η παρακαταθήκη αυτή είναι τώρα πιο σημαντική από ποτέ, καθώς οι ΗΠΑ αναδιπλώνονται και αναζητούν πρόθυμους συμμάχους για να μοιραστούν το κόστος, διατηρώντας όμως τα ηνία.
Σε αυτό τον σχεδιασμό, η ενεργοποίηση πολλών και μικρών χωρών είναι πιο αποτελεσματική, από τις πιέσεις σε μεγάλες χώρες, οι οποίες είναι θέση να απαιτήσουν ανταλλάγματα και ουσιαστικότερο ρόλο στη διοίκηση και στη λήψη αποφάσεων.
Η, τότε πΓΔΜ, τέθηκε σε νατοϊκή τροχιά μέσω της ανάπτυξης συνεργασίας με τις ΗΠΑ, ενώ επισημοποιήθηκε με την απονομή κομβικού ρόλου στο πλαίσιο του Adriatic Chapter, που ιδρύθηκε στις 2 Μαρτίου 2003 στα Τίρανα. Στην οργάνωση αυτή συμμετέχουν η Αλβανία, η Κροατία, η τότε πΓΔΜ και οι Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ αποστολή της είναι η ενίσχυση των προσπαθειών ένταξης των χωρών στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο. Ο σκοπός του Adriatic Chapter εκπληρώνεται με την υπογραφή του πρωτοκόλλου εισδοχής της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, καθώς Αλβανία και Κροατία εντάχθηκαν το 2009.
Μέσω του Adriatic Chapter, η Ουάσιγκτον είχε δημιουργήσει μια πλατφόρμα παράλληλη και συνδεδεμέμη με το NATO που αποτελούσε, κατ’ ουσία, τον προθάλαμο της ένταξης, προσφέροντας στη συμμαχία πρόσβαση σε προσωπικό και πόρους άλλων χωρών και δημιουργούσε το διπλωματικό προκάλυμμα για την ένταξη χωρών σε σφαίρες επιρροής, διατηρώντας τα προσχήματα έναντι της Μόσχας που αντιδρούσε στην επέκταση του NATO.
Η κυβέρνηση των Σκοπίων από την πλευρά της εγκαινίασε μια στρατηγική συμμετοχής σε ειρηνευτικές αποστολές του ΝΑΤΟ και εκμεταλλεύτηκε τη στενή συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αποκτώντας ισχυρά ερείσματα. Η τότε πΓΔΜ, έγινε στο πλαίσιο αυτό η τέταρτη σε συμμετοχή χώρα όσον αφορά τη συνεισφορά στρατιωτών στην καθοδηγούμενη από το ΝΑΤΟ International Security Assistance Force in Afghanistan (ΙSAF) κατά τη χρονική περίοδο 2002 – 2014, με βάση την κατά κεφαλήν αναλογία.
Η τότε πΓΔΜ συμμετείχε και στην επιχείρηση Operation Iraqi Freedom κατά τη χρονική περίοδο 2003 – 2008 και ήταν και βασικός συνεργάτης στις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ για το Κόσοβο το 1999. Παράλληλα παρέχει στηρίξει ως κράτος υποδοχής στα στρατεύματα της KFOR που διέρχονται από το έδαφός της. Η γειτονική χώρα λαμβάνει, επίσης, μέρος και στην ειρηνευτική επιχείρηση UNIFIL στο Λίβανο που είναι υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Εθνών.
Οι συμμετοχές της τότε πΓΔΜ σε αποστολές του ΝΑΤΟ την έφεραν σε επαφή με σύγχρονους στρατιωτικούς μηχανισμούς ισχυρών κρατών – μελών, τις υψηλές στρατιωτικές προδιαγραφές της Ατλαντικής Συμμαχίας, αναβαθμίζοντας προοδευτικά το αξιόμαχο των ενόπλων δυνάμεών της. Παράλληλα η αλληλεπίδραση και η συνεργασία με ξένες δυνάμεις καθώς οι επαφές στρατιωτικών ακολούθων και διοικητών λειτούργησαν θετικά για τη Βόρεια Μακεδονία, συμβάλλοντας στη διπλωματική και πολιτική της αναγνώριση με τη συνταγματική της ονομασία ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Αν και στο NATO, επισήμως, αποκαλούνταν FYROM, στους διμερείς διαύλους που ανέπτυξε μέσω της συμμαχίας, πέτυχε να αναγνωρίζεται ως “Δημοκρατία της Μακεδονίας”, καθώς η Ελλάδα δεν είχε δικαίωμα veto.
Επιπλέον, οι συμμετοχές στις διεθνείς αποστολές του ΝΑΤΟ και του ΟΗΕ, εξυπηρέτησαν τους στόχους της εξωτερικής πολιτικής των κυβερνήσεων στα Σκόπια, προωθώντας θέσεις και απόψεις, μέσα από τα κανάλια της συμμαχίες σε χώρες που διαφορετικά δεν είχαν επικοινωνία.
Πλέον, η ένταξη στο NATO και η αναθέρμανση της ευρωπαϊκής προοπτικής, αποτελούν παράγοντες που μπορούν να αποσυμφορήσουν, ενεργά τις εθνοτικές αντιθέσεις, συμβάλλοντας σε μια ομαλότερη συνύπαρξη των πληθυσμών, ενώ δρα αποτρεπτικά σε εθνικιστικές και μαξιμαλιστικές επιδιώκεις, όπως το αφήγημα της “Μεγάλης Αλβανίας” από τη μία πλευρά και της ενοποίησης των σλαβικών πληθυσμών, από την άλλη.