Ενώ τα ελληνικά ΜΜΕ επικεντρώνονται κυρίως στην τουρκική προκλητικότητα στην ανατολική Μεσόγειο σχετικά με την κυπριακή ΑΟΖ, οι γεωπολιτικές ισορροπίες παραπέμπουν σε μια «παγκοσμιοποίηση» της περιοχής όπου μη παράκτια κράτη ανταγωνίζονται για ναυτική ισχύ και για εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων. Υπ’ αυτό το πρίσμα και με τις εξελίξεις να “τρέχουν”, η είναι προφανές ότι η συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Ταγίπ Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη δεν άπτεται μόνο των διμερών σχέσεων, αλλά εντάσσεται σε ευρύτερο πλαίσιο συμμαχιών, στο οποίο εμπλέκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία.
Οι ξένες δυνάμεις που έχουν μακροπρόθεσμα συμφέροντα στην ανατολική Μεσόγειο επιδιώκουν να αυξήσουν τη παρουσία τους στην ανατολική Μεσόγειο από τη στιγμή που συριακός εμφύλιος πόλεμος εξελίχθηκε σε μια διεθνή διαμάχη με spillover effects στην ευρύτερη περιοχή.
Η «παγκοσμιοποίηση» της ανατολικής Μεσογείου ανέδειξε ένα αδυσώπητο περιφερειακό ανταγωνισμό και έδωσε την ευκαιρία σε ανενεργούς παράκτιους παίχτες, Ρωσία και Ιράν, να δραστηριοποιηθούν, πυροδοτώντας και την Τουρκία να κλιμακώσει τις προκλήσεις της, υπό το φόβο των επιπτώσεων που θα είχε για τη θέση της, η προδιαγεγραμμένη ανατροπή του status quo.
Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι, καμία από αυτές τις χώρες δεν υπήρξε ποτέ γνήσιο ναυτικό έθνος ή δύναμη. Οι έννοιες του ναυτικού έθνους και της δύναμης ενσωματώνουν το πολιτιστικό στοιχείο (ιστορία και παράδοση), τη γεωγραφία, τις εμπορικές δραστηριότητες (εμπορικό στόλο) και τη ναυτική δύναμη. Η Ρωσία ενθαρρύνθηκε από τη διστακτικότητα του τέως προέδρου των ΗΠΑ, Μπάρακ Ομπάμα, επιτυγχάνοντας μόνιμη στρατιωτική και ναυτική παρουσία στην περιοχή. Το Ιράν, με τη στήριξη της ΕΕ και σε συνάρτηση με τη Ρωσία, κατάφερε να ανταγωνιστεί τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα, με αποτέλεσμα τώρα να προσπαθεί να επεκταθεί στη Μεσόγειο.
Η Τουρκία με τη συμπεριφορά της επηρεάζει την περιφερειακή ισορροπία δυνάμεων και ακολουθεί ένα νέο – οθωμανικό όραμα. Η επιδίωξη για συνδιαχείριση των αποθεμάτων φυσικού αερίου στα οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ είναι ενδεικτικά της μαξιμαλιστικής στρατηγικής που ακολουθεί, χωρίς όμως να σημαίνει ότι περιορίζεται σε αυτά, ή ότι είναι μονοδιάστατη. Η Άγκυρα επιδεικνύοντας πυγμή και προετοιμαζόμενη για διαπραγματεύσεις, επιχειρεί να μεγιστοποιήσει την αξία του χαρτιού που διαθέτει, σχεδιασμός στον οποίο εντάσσονται και οι γεωτρήσεις που θα ξεκινήσεις το «Μπαρμπαρός, στο τεμάχιο 9 της κυπριακής ΑΟΖ, τις οποίες θα συνεχίσει και στα τεμάχια 1, 8 και 12 μέχρι τα τέλη Μαΐου.
Διευρύνοντας το πεδίο αντιπαράθεσης και στην άμυνα, η Τουρκία επιχειρεί να εργαλειοποιήσει τις ασκήσεις του NATO, εκδίδοντας NOTAM και NAVTEX για τεμάχια της κυπριακής ΑΟΖ, τα οποία ερευνούν η ΕΝΙ και η ΤΟΤΑL ενώ σχεδιάζει και στο τεμάχιο 8 άλλη άσκηση από κοινού με τη Γαλλία, θέλοντας να δείξει ότι διαθέτει διαύλους επικοινωνίας και επαρκή νομιμοποίηση για να παίξει το ρόλο που επιθυμεί.
Ωστόσο, ιδιαίτερους συμβολισμούς για την τουρκική στρατηγική έχει και η μεγαλύτερη ναυτική και αεροπορική άσκηση με την κωδική ονομασία «Μπλε Πατρίδα» που έχει ανακοινωθεί σύμφωνα με την ίδια εφημερίδα για το χρονικό διάστημα 27 Φεβρουαρίου – 3 Μαρτίου. Η άσκηση επιπλέον εκπέμπει και μηνύματα σε Αθηνά και Λευκωσία που αν και θα πραγματοποιηθεί μέσα στην τουρκική υφαλοκρηπίδα, περιλαμβάνει και περιοχές που θεωρούνται αμφιλεγόμενες από Ελλάδα και Κύπρο. Η Τουρκία αν και δεν υπήρξε ποτέ ναυτικό έθνος, συνεχίζει να διαδραματίζει ένα ρόλο «αστυνόμου» στην περιοχή, βάση μιας εντολή που της δόθηκε στο παρελθόν. Η εντολή είναι σήμερα σχεδόν άκυρη. Ενώ δόθηκε στην Τουρκία καθεστώς αστυνομικού στην περιοχή, τώρα ενεργεί και αντιδρά με βάση μια ανεξάρτητη ατζέντα που ουσιαστικά ανταγωνίζεται όλους τους γείτονές της συμβάλλοντας έτσι σε μια γενική αστάθεια.
Οι γεωπολιτικές ισορροπίες στην ανατολική Μεσόγειο επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τις Ηνωμένες Πολιτείες που οι εξελίξεις τις υπαγορεύουν να αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο εξαιτίας της ρωσικής ναυτική παρουσίας, τις φιλοδοξίες Ιράν και Κίνας για να αποκτήσουν πρόσβαση στη Μεσόγειο, τη χρησιμοποίηση των ενεργειακών αποθεμάτων για τη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών της ΕΕ και της μείωσης της εξάρτησή της από το φυσικό ρωσικό αέριο.
Επίσης, αξίζει να επισημανθεί ότι οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις αν και δεν βρίσκονται στο καλύτερο σημείο τους εξαιτίας των διαφορών τους στη συριακή στρατηγική σκακιέρα και στο θέμα του Φεντουλάχ Γκιουλέν, είναι δύσκολο να υιοθετηθεί η προσέγγιση ότι η Ουάσιγκτον δεν τρέφει ενδιαφέρον για την Τουρκία. Αντιθέτως, όπως έχει αποδειχθεί, οι αρχιτέκτονες της αμερικανικής εξωτερικής στρατηγικής, δεν έχουν επιτρέψει, διαχρονικά και τώρα, στην Τουρκία να προσδεθεί πλήρως στο άρμα της Ρωσίας (στρατηγικά και αμυντικά).
Αυτή ακριβώς είναι η αιτία της σύγκρουσης μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας, καθώς στόχος είναι ο προσδιορισμός των ορίων, μέσα από τις ανοχές που επιδεικνύει το ίδιο το τουρκικό κράτος.
Παράλληλα, η ευρύτερη ισορροπία δυνάμεων επηρεάζεται και από τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, που έχει εδραιώσει μόνιμη ναυτική παρουσία στην ανατολική Μεσόγειο και έχει στενές σχέσεις με την Τουρκία, με την οποία συμπίπτουν, για διαφορετικούς λόγους, στην ανάγκη αμφισβήτησης του νέου γεωοικονομικού δόγματος που προσπαθούν να επιβάλλουν οι ΗΠΑ στην περιοχή και στις επιλογές της ΕΕ. Η Μόσχα δεν επιθυμεί η εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων της περιοχής να αποτελέσει μια εναλλακτική ενεργειακή λύση για την ΕΕ, έναντι του ρωσικού αερίου- αν γίνει ο αγωγός φυσικού αερίου East Med, ενώ η Τουρκία αισθάνεται ότι οι διεργασίες αυτές περιορίζουν τον περιφερειακό της ρόλο και το ζωτικό της χώρο.
Η ΕΕ από την πλευρά της, εμφανίζεται θα μπορούσε ως «αδύναμος κρίκος» στη ανατολική Μεσόγειο, που αν και έχει σημαντικά συμφέροντα, ενεργειακή ασφάλεια, μεταναστευτικές ροές, έλεγχος της ισλαμικής τρομοκρατίας, αδυνατεί να τα προστατέψει εξαιτίας του ότι δεν διαθέτει στρατιωτικές δυνατότητες και είναι εγκλωβισμένη στα δικά της σοβαρά εσωτερικά προβλήματα – χρηματοπιστωτική κρίση και ευρωσκεπτικισμό.
Οι εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο είναι άμεσα συνδεδεμένες και με τον οικονομικό παράγοντα που σχετίζεται με την εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων φυσικού αερίου σε Κύπρο και Ισραήλ. Η ανάθεση ερευνών σε γαλλικές, ιταλικές και αμερικάνικες εταιρίες σε οικόπεδα της κυπριακή ΑΟΖ διεθνοποιηθούν τα ενεργειακά αποθέματα και προκαλούν πίεση στην κυβέρνηση της Άγκυρας, η οποία ανησυχεί από την ταύτιση συμφερόντων Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου που ενεργοποιούνται υπό τον αμερικανικό μανδύα.
Τούτων δοθέντων, η υπετροφοδόιτηση της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι -ίσως- η μόνη ρεαλιστική επιλογή για τον Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος, θέλει να καταστήσει σαφές ότι η συμμετοχή της Τουρκίας είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των επενδύσεων.