Διαδικασίες ώστε όλα να έτοιμα για τη μετονομασία της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» σε Βόρεια Μακεδονία δρομολογεί η κυβέρνηση των Σκοπίων, ενώ στο μεταξύ ο πρωθυπουργός, Ζόραν Ζάεφ συνεχίζει χρησιμοποιεί τον όρο «Μακεδονία», τροφοδοτώντας με ένταση την Ελλάδα, ώστε να μην καταναλώσει το δικό του πολιτικό κεφάλαιο, στο εσωτερικό.
Παράλληλα, στην Αθήνα αναμένουν την υλοποίηση των συμφωνηθέντων, ώστε να προωθηθούν οι απορρέουσες από τη Συμφωνία των Πρεσπών διαδικασίες, με πρώτη την κύρωση του πρωτοκόλλου ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο NATO, που συνεπάγεται την ταυτόχρονη ανανγώρισή της με τη νέα συνταγματική της ονομασία.
Εν συνεχεία η Ελλάδα και η Βόρεια Μακεδονία θα αποκαταστήσουν τις διπλωματικές τους σχέσεις, ανοίγοντας πρεσβείες στις πρωτεύουσες και προξενεία σε δύο μεγάλες πόλεις.
Η γειτονική χώρα έχει ήδη ξεκινήσει την προετοιμασία για την αναγραφή του ονόματος Βόρεια Μακεδονία, δηλαδή τις αλλαγές των πινακίδων στις συνοριακές της διόδους, στις διπλωματικές και προξενικές αντιπροσωπείες και στις εισόδους των δημόσιων υπηρεσιών. Οι αλλαγές θα εφαρμοστούν σε περίπου μία εβδομάδα, μετά την κύρωση από τo ελληνικό κοινοβούλιο του πρωτοκόλλου προσχώρησης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ που αναμένεται να γίνει τον Φεβρουάριο.
H κυβέρνηση της Αθήνας, όμως, θα πρέπει να παραμείνει σε εγρήγορση και μέσω διπλωματικών επαφών και διμερών επιστημονικών επιτροπών να παρακολουθεί όλες τις αλλαγές. Οι αλλαγές των πινακίδων αποδεικνύουν και πιστοποιούν τη μετονομασία της γειτονικής χώρας σε Βόρεια Μακεδονία αλλά θα πρέπει να γίνουν και οι άλλες ουσιώδεις, όπως σε πανεπιστήμια, διαδίκτυο, βιβλία, GPS.
Ωστόσο, επειδή το θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών παραμένει στην κορυφή της αντιπολιτευτικής άρα και μιντιακής ατζέντας των mainstream ελληνικών ψηφιακών ΜΜΕ, η ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ αναμένεται να προκαλέσει νέες αναταράξεις.
Το σκηνικό στην Ελλάδα
Πολιτικά, η αντιπολίτευση στην Ελλάδα, προσπαθεί ακόμα να κεφαλαιοποιήσει τη στάση της και να κάψει πολιτικό κεφάλαιο της κυβέρνησης και του Αλέξη Τσίπρα προσωπικά, προσπάθεια που όμως πλαγιοκοπείται από διαφόρων τύπων, μεγεθών και αποχρώσεων εθνικολαϊκιστικά μορφώματα. Αυτά πλασάρονται, άλλοτε ως «εκπρόσωποι» της Ρωσίας και άλλοτε, κατά καιρούς, ως παραφυάδες της Εκκλησίας ή των Ενόπλων Δυνάμεων, εκμεταλλευόμενοι το brand του Βλαντιμίρ Πούτιν και τα συναισθήματα δυσαρέσκειας, απογοήτευσης και οργής που έχουν αναπτυχθεί σε σημαντικά τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Την τάση αυτή στην ελληνική κοινή γνώμη και στα social media, έχουν εντοπίσει οι αναλυτές του Crisis Monitor μέσα από τα Web Analytics.
Γεωστρατηγικά, σε αυτή τη φάση, με το μέτωπο της Βενεζουέλας να βρίσκεται σε τοπική κορύφωση και τη Ρωσία να απειλεί με αναζωπύρωση στην Ουκρανία, η ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ καθίσταται πλέον επιτακτική, ώστε να μην βρεθεί η περιοχή ανοιχτή στο νέο γύρο διεθνών αντιπαραθέσεων.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα των διεθνών ΜΜΕ το πρωτόκολλο εισδοχής της παρελήφθη από τα 29 κράτη-μέλη της Ατλαντικής Συμμαχίας. H κυβέρνηση της Σόφιας ήδη ενέκρινε το πρωτόκολλο προσχώρησης και με απόφαση του Συμβουλίου των Υπουργών εξουσιοδότησε τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Βουλγαρίας στο ΝΑΤΟ να το υπογράψει. Επίσης, συμβολική σημασία και βαρύτητα έχει και η απόφαση του υπουργικού Συμβουλίου της Γερμανίας, να εγκρίνει προς ψήφιση το πρωτόκολλο προσχώρησης στο NATO. Η κυβέρνηση της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ έχει υιοθετήσει ενεργή εξωτερική πολιτική για την ένταξη όλων των κρατών των δυτικών Βαλκανίων στις ευρώ-ατλαντικές δομές, γεγονός που γίνεται εμφανές μέσα από το Berlin Process και τη στήριξή της για την εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ο κίνδυνος υποτροπής
Η ελληνική διπλωματία, με τη Συμφωνία των Πρεσπών κλείνει μια διαμάχη δεκαετιών με την κυβέρνηση των Σκοπίων και έχει πλέον τη δυνατότητα να επηρεάζει σε ένα βαθμό και τη λήψη αποφάσεων στα δυτικά Βαλκάνια καθώς εφαρμόζει τις πολιτικές της Δύσης.
Όμως, οι εθνικιστικές εξάρσεις και οι βαθιά ριζωμένες αντιπαλότητες στα Δυτικά Βαλκάνια, έχουν δώσει στην περιοχή το προσωνύμιο “πυριτιδαποθήκη”, καθιστώντας σαφές ότι η ανάφλεξη είναι πάντα ένας υπαρκτός κίνδυνος. Αν και τέτοια ένταση δεν έχει καταγραφεί στις σχέσεις Αθήνας και Σκοπίων, εσωτερικά στις δύο χώρες, οι κοινωνίες απέχουν από την ευθυγράμμιση με τις κεντρικές πολιτικές.
Για την αντιμετώπιση και πρόληψη εν δυνάμει ενδογενών ή εξωγενώς τροφοδοτούμενων εκρηξεων, οι δύο κυβερνήσεις καλούνται, τώρα, να εφαρμόσουν μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και να θέσουν τις βάσεις για την προσέγγιση των λαών. Ωστόσο, τέτοιες διαδικασίες απαιτούν χρόνο και κοινωνική ευμάρεια, περιβάλλον που η εμπέδωση και διασφάλισή του απαιτεί τη δημιουργία ενεργού μηχανισμού με τη συμμετοχή εταίρων και συμμάχων.
Οι μεταρρυθμίσεις στη Βόρεια Μακεδονία θα παίξουν καθοριστικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση, αν και πολλά θα κριθούν από τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, τουλάχιστον όσον αφορά τη ρεαλιστικότητα της ευρωπαϊκής προοπτικής και τη διαθεσιμότητα κοινοτικών κονδυλίων. Ενδεχόμενη αναίρεση, ακόμα και σιωπηρή, δεσμεύσεων από την Ευρωπαϊκή πλευρά, θα αυξήσει de facto την πίεση στην Αθήνα, η οποία θα πρέπει να αναλάβει ακόμα πιο ενεργό ρόλο.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, το Βερολίνο θα κληθεί να παίξει καθοριστικό ρόλο, έτσι ώστε να αποτρέψει την εμπλοκή τρίτων δυνάμεων, όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, που διεκδικούν την αύξηση του ειδικού τους βάρους στην περιοχή για την προώθηση των εμπορικών και ενεργειακών τους συμφερόντων. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι ένα τέτοιο σκηνικό, θα μπορούσε να αποτελέσει προοίμιο για την ανανέωση του ενδιαφέροντος της Ρωσίας, η οποία διατηρεί ισχυρούς βραχίονες μέσα στη Βόρεια Μακεδονία και στενές σχέσεις με θεσμούς και παράγοντες στην Ελλάδα. Δεν θα πρέπει, επίσης, να παραβλέπεται ο ρόλος και η προδιάθεση παρέμβασης της Άγκυρας, η οποία διαθέτει εμπεδωμένα οικονομικά συμφέροντα και ισχυρούς θρησκευτικούς δεσμούς, τους οποίους έχει και στο παρεμθόν ενεργοποιήσει.