Σαν σαπουνόπερα που κάποιος έχει πατήσει το mute, μοιάζει πλέον η κατάσταση στην ελληνική πολιτική σκηνή, καθώς οι κατά άλλα ραγδαίες και ριζικές ανακατατάξεις, η κοινωνική αναταραχή για το Σκοπιανό, όπως την παρουσιάζει ο Τύπος και οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους για τον ολοκλήρωση της μεταμνημονιακής αξιολόγησης, δεν βρίσκονται στα πρωτοσέλιδα των διεθνών media.
Το πολιτικό ρίσκο που απορρέει από τις διεργασίες και τον επαναπροσδιορισμό των πολιτικών ισορροπιών, δεν γίνεται αντιληπτό με τον ίδιο τρόπο στις αγορές και τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, καθώς τα ομόλογα και Χρηματιστήριο της Αθήνας δείχνουν διάθεση σταθεροποίησης. Ωστόσο, το παράδοξο έγκειται ακριβώς, σε αυτή την προφανή διάσταση, η οποία όμως δεν είναι πρωτοφανής.
Οι εξηγήσεις, στο λογικό πεδίο, δεν είναι πολλές. Οι αγορές είναι αδύνατο να κάνουν λάθος, τα διεθνή media αν μύριζαν “αίμα” θα είχαν ήδη σπεύσει και ο διεθνής παράγοντας θα έπαιζε τα ρέστα του, με τρόπο αντιληπτό και πρόδηλο. Τουναντίον, οι δηλώσεις των ξένων για τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι ελάχιστες, οι εκθέσεις των διεθνών οίκων δεν βλέπουν πολιτική αποσταθεροποίηση, αν και επισημαίνουν το “δεδουλευμένο” ρίσκο, αυτό δηλαδή που έχει ήδη εκδηλωθεί, ως αποτέλεσμα του προδιαγραφέντος “διαζυγίου” των κυβενρητικών εταίρων.
Η νηνεμία των αγορών, δεν αντανακλά το κλίμα στο εσωτερικό, όπου η αντιπολίτευση απειλεί την κυβέρνηση με πρόταση μομφής, τη στιγμή που οι διαδηλωτές για το Σκοπιανό βρίσκονται προ των πυλών της Βουλής.
Η διάσταση αυτή όμως, μεταξύ ελληνικών και ξένων media, γεννά εύλογα ερωτηματικά, για την φύση της. Είναι άραγε αποτέλεσμα διαφοράς φάσης; Όπως συνέβαινε παλαιότερα, που ο Τύπος στο εξωτερικό αργούσε να συλλάβει τις εξελίξεις; Ή μήπως είναι διαφορά ερμηνείας;
Αν όμως ισχύει το τελευταίο, τότε, γεννάται το ερώτημα, που οφείλεται αυτό; Εδώ, δεν υπάρχουν σαφείς απαντήσεις, αλλά μερικές ακόμα προσδιοριστικές ερωτήσεις. Μπορεί δηλαδή οι εκδότες να έχουν επίδραση στην οπτική γωνία των δημοσιογράφων; Κι αν ναι, τότε τι διαφορετικό βλέπουν οι Έλληνες εκδότες από τους ξένους. Η απάντηση εδώ δεν μπορεί να δοθεί, ωστόσο, οι εικασίες και τα σενάρια δεν είναι πολλά.
Οι ερμηνείες όμως διαφέρουν και σε πολιτικό επίπεδο, καθώς αυτό που ελληνική αντιπολίτευση ανάγει ως μείζον πρόβλημα, δηλαδή το Σκοπιανό, διεθνώς γίνεται αντιληπτό ως ιστορική συμφωνία, που επιδέχεται πρότασης για νόμπελ Ειρήνης.
Συνδυαστικά, όμως, η στάση της αντιπολίτευσης, της κυρίαρχης μερίδας του Τύπου και ενδεχομένως της κρίσιμης μάζας της κοινωνίας, φαίνεται να συμπίπτουν, ως προς το κεφαλαιώδες του θέματος.
Συνεπώς, αν και τυπικά συντρέχουν οι συνθήκες που θα καθιστούσαν την παρούσα κατάσταση πολιτική και κοινωνική κρίση, διεθνώς δεν αξιολογούνται έτσι, ούτε πολιτικά, ούτε διπλωματικά και σίγουρα όχι από τις αγορές. Όπερ σημαίνει ότι, στην Ελλάδα η εικόνα της κρίσης είναι πληθωρισμένη, καθώς διαφορετικά, η αδιαφορία των ξένων και η επιμονή της κυβέρνησης θα είχαν ήδη προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, όπως συνέβη με τον υπόθεση της δολοφονίας του Αλέξανδορυ Γρηγορόπουλου. Το γεγονός αυτό είχε αρχικά υποτιμηθεί από την κεντρική εξουσία και τις υπηρεσίες πληροφοριών, με αποτέλεσμα η κρίση που ξέσπασε να μην είναι εφικτό να αντιμετωπιστεί εξαιτίας της αδράνειας του κρατικού μηχανισμού.
Εν κατακλείδι, η σελίδα φαίνεται να έχει ήδη γυρίσει, κάποια πράγματα θεωρούνται δεδομένα και ως εκ τούτου τετελεσμένα και οι αντιδράσεις, αντί να οδηγούν σε ανατροπές του status quo, συντείνουν στην ελεγχόμενη εκτόνωση της έντασης.
Το Crisis Monitor έχει κατ’ επανάληψη επισημάνει την προετοιμασία του σκηνικού με τη λογική των αλυσιδωτών αλλά ελεγχόμενων εκρήξεων, το ρόλο της υψηλών τόνων αντιπαράθεσης στη Βουλή και τη συμβολή των media σε αυτό. Οι αρχικές εκτιμήσεις, όμως, επιβεβαιώνονται από τις μετρήσεις την ώρα των εξελίξεων, τόσο στο πολιτικό σκηνικό, όσο και στην κοινωνία, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τα social media.