Στην ολομέλεια κατατίθεται πλέον το νομοσχέδιο για την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, καθώς πέρασε με πλειοψηφία και παρά τις εντάσεις και ενστάσεις που καταγράφηκαν στην κοινή συνεδρίαση των επιτροπών Εξωτερικών και Άμυνας.
Η ολομέλεια της Βουλής θα συνεδριάσει πλέον επί διήμερο, ξεκινώντας με εισηγήσεις των πολιτικών αρχηγών το πρωί της Τετάρτης, ενώ η Νέα Δημοκρατία έχει διαμηνύσει ότι εξετάζει το ενδεχόμενο να καταθέτει πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, αν και έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης την προηγούμενη εβδομάδα.
Επικαλούμενος τις τοποθετήσεις των βουλευτών που έλαβαν το λόγο από χθες το απόγευμα, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων Κ. Δουζίνας ανέφερε κλείνοντας τις εργασίες ότι προκύπτει έγκριση «κατά πλειοψηφία» του κυρωτικού προς τη Συμφωνία, νομοσχεδίου.
Ωστόσο, κατά τη συζήτηση ο πρόεδρος των ΑΝ.ΕΛ, που συμμετείχε στην επιτροπή, ήγειρε κάθε πιθανή ένσταση που μπορούσε, ανεβάζοντας τους τόνους, ενώ από συνάντηση που είχε με τον ακροδεξιό και διαγραφέντα από τη Νέα Δημοκρατία, για σχέσεις με τη Χρυσή Αυγή, Τάκη Μπαλτάκο, δίνοντας το στίγμα της στροφής και του ακροατηρίου που επιδιώκει να καλύψει με τη στάση του.
Ενστάσεις διατύπωσαν όμως και κόμματα της αντιπολίτευσης ζητώντας από την κυβέρνησης να καταθέσει επίσημο έγγραφο της ΠΓΔΜ, με το κείμενο του Συντάγματος, όπως αυτό διαμορφώνεται μετά από τις πρόσφατες τροποποιήσεις οι οποίες θα πρέπει να ανταποκρίνονται στο περιεχόμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά και ορισμένες αναφορές του κ. Γ.Κατρούγκαλου αναφορικά με τον «αυτοπροσδιορισμό» των γειτόνων ως προς την εθνότητα και το όνομά τους.
Οι τόνοι ανέβηκαν στη συνέχεια, όταν σε παρέμβασή του ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών ανέφερε, με αφορμή την κριτική βουλευτών της αντιπολίτευσης ότι με τη Συμφωνία των Πρεσπών η Ελλάδα παραχωρεί το δικαίωμα στους γείτονες να ονομάζονται Μακεδόνες: «Η Συμφωνία δεν μπορεί να ρυθμίσει θέματα λαού ή έθνους. Ο λόγος είναι απλός: Τα κράτη αναγνωρίζουν κράτη, όχι λαούς. Τα θέματα ιθαγένειας είναι νομικά θέματα που αφορούν στον δεσμό πολίτη με κράτος, ενώ, αντιθέτως, τα θέματα εθνικής ταυτότητας και ένταξης σε μία εθνότητα είναι θέματα συνείδησης και αυτοπροσδιορισμού». Για να συνεχίσει: «Οπως έχει πολλές φορές εξηγηθεί και σαφώς αναφέρεται και στη ρηματική ανακοίνωση, η Συμφωνία δεν αναφέρεται σε εθνότητα, αλλά σε ιθαγένεια. Στο διεθνές δίκαιο δεν υπάρχουν γενικώς παραδεδεγμένα χαρακτηριστικά ή γενικά αποδεκτοί ορισμοί του έθνους ή του λαού. Το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού είναι δικαίωμα αναγκαστικού δικαίου και δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο συμβατικής ρύθμισης. Συνεπώς, η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει και δεν θα μπορούσε να αναγνωρίσει “μακεδονικό έθνος” ή “λαό” με αυτήν τη Συμφωνία».
Οι αναφορές αυτές του κ. Κατρούγκαλου προκάλεσαν την αντίδραση του Προέδρου των ΑΝΕΛ. Ο κ. Καμμένος που παρακολουθούσε τη συζήτηση από το γραφείο του, εισήλθε εκτάκτως στην αίθουσα της συνεδρίασης και ζητώντας το λόγο είπε: «Παρεμβαίνω διότι άκουσα τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών να δηλώνει στην Επιτροπή ότι είναι δικαίωμα τους να αυτοπροσδιορίζονται ως Μακεδονικός λαός. Εάν είναι δικαίωμά τους αυτό τότε για ποιο λόγο γίνεται η Συμφωνία; Είτε ο υπουργός θα επαναλάβει αυτό που είπε προηγουμένως και άρα δικαιώνονται οι διαφωνίες μας είτε, αν δεν είναι έτσι, να το ανακαλέσει και να πει ότι το είπε κατά λάθος».
Απαντώντας ο κ. Κατρούγκαλος ανέφερε: «Είπα ότι τα κράτη αναγνωρίζουν κράτη, και έχουμε επίλυση erga omnes, της ονομασίας του γειτονικού κράτους, όχι μόνο για την ονομασία αυτή καθεαυτή -Βόρεια Μακεδονία – αλλά υποχρεώνεται το γειτονικό κράτος να αλλάξει σε όλους τους δημόσιους φορείς, σε όλους τους Οργανισμούς, σε όλα τα δημόσια κτίρια, την ονομασία που έχουν τώρα, από Μακεδονία σε Βόρεια Μακεδονία. Με αυτό τον τρόπο τελειώνει η εκκρεμότητα αυτή και η μονοπώληση του ονόματος Μακεδονία από το γειτονικό κράτος. Αυτή η δέσμευση δεν αφορά μόνο δημόσιους οργανισμούς, δημόσιους φορείς, αφορά και εκείνους τους ιδιωτικούς οι οποίοι χρηματοδοτούνται από το κράτος. Οπουδήποτε λοιπόν υπάρχει ονομασία κράτους, εκεί η συμφωνία είναι ρητή». Στο πλαίσιο αυτό, επανέλαβε ότι «υπάρχει δικαίωμα ατομικού αυτοπροσδιορισμού. Στα θέματα της ταυτότητας του γειτονικού κράτους μπορούμε να επέμβουμε εκεί που αμφισβητούν τη δική μας ταυτότητα και τη δική μας ιστορία».
Αναφερόμενος στο ίδιο ζήτημα, ο κ. Σπ. Δανέλλης -ένα από τα πρόσωπα των οποίων το όνομα συζητήθηκε πολύ τις τελευταίες ημέρες, με επίκεντρο τη Συμφωνία των Πρεσπών και την κινητικότητα που αυτή πυροδοτεί στο πολιτικό σύστημα, είπε: «Παρότι ρητά στη Συμφωνία προσδιορίζεται ότι το Μακεδόνας αφορά στον πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας, μετά και από την πρόταση των Αλβανών βουλευτών στη Συνταγματική Αναθεώρηση, όπου ρητά αποσαφηνίζεται πως μιλάμε για υπηκοότητα – ιθαγένεια και όχι για εθνικότητα, κάθε συζήτηση για εθνικότητα θα έπρεπε να έχει πάψει». Για να προσθέσει: «Η στοιχειώδης σύνεση και αίσθηση του εθνικού μας συμφέροντος επιβάλλει τη σταθεροποίηση και βιωσιμότητα της Δημοκρατίας αυτής. Γιατί η ιδέα της μεγάλης Αλβανίας με το Κόσσοβο και το Τέτοβο δεν έπαψε ποτέ να είναι ζητούμενο για την μεγάλη πλειοψηφία των Αλβανών. Άραγε, έχουμε αντιληφθεί σε τι πραγματικές μελλοντικές περιπέτειες αλυτρωτισμού θα μπαίναμε με μία μεγάλη Αλβανία και μία μεγάλη Βουλγαρία στα βόρεια σύνορά μας;», υποστήριξε μεταξύ άλλων ο κ. Σπ. Δανέλλης.