Το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα των ΗΠΑ διογκώνεται πλέον με πρωτοφανείς ρυθμούς, γεγονός που αιτιολογεί σε μεγάλο βαθμό τη δυναμική που επέδειξαν τα χρηματιστήρια, παρά την έξοδο από QE και τη διαδικασία αποεπένδυσης της Fed, σε συνδυασμό με την αύξηση επιτοκίων.
Ωστόσο, αυτό δεν είναι το πιο ανησυχητικό σημείο, αλλά το γεγονός ότι η πλεονάζουσα ρευστότητα που δημιουργήθηκε στο σύστημα από την αύξηση του χρέους, διοχετεύθηκε έξω από αυτό, καθώς οι οικονομικοί και δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές δεν έχουν παράξει τα αναμενόμενα ή αναλογούντα αποτελέσματα.
Το υπουργείο Οικονομικών των Η.Π.Α. τον περασμένο Νοέμβριο, εξέδωσε συνολικά νέα ομολογα ύψους 83 δισ. δολαρίων, επίπεδο που δεν εφάμιλλο του συναντάται μόνο στην περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης.
Αυτή τη φορά οι πωλήσεις ομολόγων είναι το προϊόν ενός αυξανόμενου ελλείμματος του προϋπολογισμού και δεν αντιστοιχούν σε κυβερνητική παρέμβαση για την αναθέρμανση της οικονομίας, που συνεπάγεται ότι για την αποπληρωμή του, θα χρειαστεί η φορολόγηση ομάδων που δεν ωφελήθηκαν από αυτές τις δαπάνες.
Αυτό καθίσταται προφανές καθώς παρά την αύξηση του ελλείμματος, δεν αυξάνοντα τα έσοδα από φόρους, αλλά ούτε δημιουργούνται θέσεις εργασίες και δεν παράγεται προϊόν προστιθέμενης αξίας.
Αν και πολλοί εκτιμούν ότι η πολιτική δημοσιονομικής χαλάρωσης που υιοθέτησε ο Ντόναλντ Τραμπ στόχο είχε να υποκαταστήσει τη ρευστότητα που αφαιρούσε από το σύστημα η Fed, εγκαταλείποντας το QE και συρρικνώνοντας τον ισολογισμό της, στην πραγματικότητα, τα κεφάλαια αυτά διοχετεύθηκαν μέσω διόδων που δεν αποσκοπούν την ανάπτυξη αλλά στη διόγκωση περιουσιών.