Ανακοίνωση με την οποία επιχειρεί να προσδώσει έξωθεν νομιμοποίηση και να ενισχύσει τις αντιδράσεις που εκδηλώνονται σε Ελλάδα και πΓΔΜ, απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών, εξέδωσε η Μόσχα, θέλοντας να στείλει μήνυμα στους βραχίονές της, οι φαίνεται να έχουν εξαντληθεί από τη μακρά περίοδο επώασης και την έλλειψη θεσμικής κάλυψης στις αντιδράσεις τους.
Η Ρωσία, σε μια ύστατη, ενδεχομένως και απέλπιδα προσπάθεια να κεφαλαιαοποιήσει τα όποια οφέλη από τις αντιδράσεις και τη δυναμική πολιτικής πίεσης που διαθέτει και να διαπραγματευτεί με το NATO και την ΕΕ, επί μιας ευρύτερης ατζέντας, εγείρει ζήτημα ανάσχεσης της προσπάθειας εφαρμογής της Συμφωνίας των Πρεσπών, μέσω της διαδικασίας του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ωστόσο, η πρακτική αυτή δεν έχει ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής, καθώς ο ΟΗΕ αποτέλεσε την κοιτίδα επώασης και το πλαίσιο, αλλά η λύση που επιτεύχθηκε είναι διακρατική και ως τέτοια θα καταστεί διεθνής.
Σε ανακοίνωσή του το Ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών επιχειρεί να αναδείξει τις κοινωνικές αντιδράσεις σε Ελλάδα και πΓΔΜ και να υπονομεύσει τις διαδικασίες υπογραφής και κύρωσης που ακολουθήθηκαν από τις κυβερνήσεις των δύο χωρών, ρίχνοντας το βάρος της στον επικοινωνιακό αντίκτυπο που μπορεί να έχει μια τέτοια δήλωση. Με τον τρόπο αυτό η Ρωσία φαίνεται ότι επιχειρεί να κινητοποιήσει αδρανοποιημένες δυνάμεις, στέλνοντας μήνυμα ότι οι εξελίξεις μπορούν να αντιστραφούν και σε μεταγενέστερο χρόνο και χώρο.
«Η απόφαση της Bουλής της «Μακεδονίας» που ψήφισε υπέρ της αλλαγής της ονομασίας της χώρας, έχει επιβληθεί έξωθεν και δεν εκφράζει τη βούληση του λαού»,
αναφέρεται σε ανακοίνωση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, στην οποία -μεταξύ άλλων- η Αθήνα επικρίνεται με τον ισχυρισμό ότι αγνόησε την γνώμη του ελληνικού λαού και ότι δεν μιλάει καν για δημοψήφισμα στο θέμα αυτό.
Παράλληλα, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών θεωρεί πως την
«ύπαρξη της εκρηκτικής κατάστασης που απειλεί να υπονομεύσει τη σταθερότητα και την ασφάλεια στα Βαλκάνια, επιβεβαιώνουν επίσης εύγλωττα τα τελευταία γεγονότα στην Ελλάδα, όπως η αποχώρηση από τον κυβερνητικό συνασπισμό του αρχηγού του κόμματος Ανεξάρτητοι Έλληνες, Πάνου Καμένου, που τάσσεται κατά της συμφωνία των Πρεσπών και η έναρξη της διαδικασίας για την ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση».
Τέλος, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών στην ανακοίνωση του αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για το θέμα αυτό.
«Στις 11 Ιανουαρίου η Βουλή της Δημοκρατίας της Μακεδονίας ψήφισε υπέρ των συνταγματικών τροπολογιών για την αλλαγή της ονομασίας της χώρας σε αντιστοιχία με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Είναι προφανής, η συνέχιση της έξωθεν επιβαλλόμενης διαδικασίας της αλλαγής με τεχνητό τρόπο της ονομασίας της χώρας με σκοπό τη βεβιασμένη ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ. Αυτό πραγματοποιείται κατά παράβαση της “μακεδονικής” νομοθεσίας. Η θέση του προέδρου της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και η γνώμη της πλειοψηφίας του λαού της, που απορρίπτουν τη Συμφωνία των Πρεσπών, αγνοούνται»,
αναφέρει η ανακοίνωση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών.
Επίσης, εφιστά την προσοχή στις συνεχιζόμενες διαμαρτυρίες στα Σκόπια και σε άλλες πόλεις, οι οποίες δείχνουν την βαθιά πόλωση της κοινωνίας.
«Είναι προφανές ότι ένας παρόμοιος τρόπος επίλυσης των ζητημάτων, που έχουν εθνική σημασία για το μέλλον της χώρας, δεν εκφράζει την βούληση του λαού της και δεν μπορεί να αποτελέσει εργαλείο μιας μακροχρόνιας διευθέτησης του προβλήματος που αφορά στην ονομασία του κράτους»,
υπογραμμίζει στην ανακοίνωση του το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών, ενώ συνεχίζει
«Την ύπαρξη εκρηκτικής κατάστασης, που απειλεί να υπονομεύσει την σταθερότητα και την ασφάλεια στα Βαλκάνια, επιβεβαιώνουν επίσης εύγλωττα τα τελευταία γεγονότα στην Ελλάδα, όπως η αποχώρηση από τον κυβερνητικό συνασπισμό του αρχηγού του κόμματος Ανεξάρτητοι Έλληνες Πάνου Καμμένου, που τάσσεται κατά της συμφωνίας των Πρεσπών, η έναρξη της διαδικασίας για την ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση»
αναφέρει η ανακοίνωση.
«Αξίζει να επισημανθεί ότι στην Αθήνα τη Συμφωνία των Πρεσπών προωθούν, αγνοώντας την γνώμη των πολιτών της χώρας, ενώ, για δημοψήφισμα στο ζήτημα αυτό που αφορά τα ριζικά εθνικά συμφέροντα, δεν γίνεται λόγος».
Σε σχέση με αυτό, στη Μόσχα υπογραμμίζουν ότι σταθερή λύση του προβλήματος που σχετίζεται με την αλλαγή της ονομασίας θα πρέπει να βρεθεί «χωρίς έξωθεν πιέσεις, χωρίς την επιβολή προθεσμιών και προϋποθέσεων, που να βασίζεται στην ευρεία κοινωνική υποστήριξη και αποκλειστικά στο πλαίσιο του δικαιϊκού πεδίου».
«Ξεκινάμε από το ότι το ζήτημα αυτό θα πρέπει να συζητηθεί στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ σύμφωνα με την παράγραφο 3 της απόφασης 845 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ»
αναφέρει η ανακοίνωση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών.