H απόφαση για σταδιακή αποχώρηση των αμερικάνικων στρατιωτικών δυνάμεων από τη Συρία αναδιατάσσει ενεργά τις πολιτικές και γεωστρατηγικές ισορροπίες και επηρεάζει τις υπάρχουσες συμμαχίες. Ενα νέο μοντέλο διαχείρισης της συριακής κρίσης αναδύεται, στο πλαίσιο αυτό, με την επιστροφή των αραβικών κρατών που επιδιώκουν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην επόμενη μέρα, της χώρας, ενώ επιδιώκουν να παίξουν ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση του νέου δόγματος περιφερειακής ασφάλειας.
Η επιστροφή των αραβικών κρατών, και δη του Αραβικού Συνδέσμου, παραπέμπει σε μια νέα ισορροπία δυνάμεων, η οποία προσομοιάζει με το «μοντέλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Τα αραβικά κράτη με κύριους εκπροσώπους τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν ήδη εμπλακεί σε παρασκηνιακές διεργασίες με το καθεστώς της Δαμασκού για την αποκατάσταση της σταθερότητας στην περιοχή, της οποίας προηγείται βέβαια η εμπέδωση της μεταξύ τους εμπιστοσύνης, που είχε διαρραγεί.
Ταυτόχρονα, οι εκτός Αραβικού Συνδέσμου παράγοντες, Ρωσία, Τουρκία και Ιράν καλούνται να επανεξετάσουν τις στρατηγικές τους μέσα στη νέα -υπό διαμόρφωση- συριακή «γεωπολιτική σκακιέρα»
Ωστόσο, η απόφαση της αποχώρησης των αμερικάνικων δυνάμεων από τη Συρία δεν σημαίνει και απαραίτητα ότι η Ουάσιγκτον δεν θα παρεμβαίνει όταν κρίνει ότι απειλείται η μεσανατολική στρατηγική της.
Ο αντίκτυπος αυτού του νέου μοντέλου αντίρροπων δυνάμεων που επιχειρούν να εισάγουν οι ΗΠΑ στη Συρία για να εδραιώσουν το status quo και να αποτρέψουν νέες βίαιες και μεμονωμένες προσπάθειες ανατροπής του στο μέλλον, γίνεται αισθητός από την αντίδραση του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος διαπιστώνει ότι η αποχώρηση των ΗΠΑ ήταν πιο πολύ μια πολιτική διακήρυξη και ότι στρατιωτικά, η διάδοχος κατάσταση που διαμορφώνεται θα είναι ακόμη πιο πολύπλοκη και ως εκ τούτου αποτρεπτική για μονομερείς ενέργειες.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν ήδη αντέδρασε έντονα στις δηλώσεις του Αμερικανού Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Τζον Μπόλτον για εγγυήσεις προστασίας των Κούρδων μαχητών.
Οι διεργασίες σε διπλωματικό και πολιτικά παρασκηνιακό επίπεδο, τείνουν στο συμπέρασμα ότι η ετερόκλητη και ευκαιριακή συμμαχία Ρωσίας, Τουρκίας, Ιράν έχει αυξημένες πιθανότητες να αμφισβητηθεί από τον Αραβικό Σύνδεσμο. Τη δυναμική αυτή υποδηλώνει και δημοσίευμα της ιστοσελίδα Μiddle Εast Μonitor, σύμφωνα με το οποίο Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Ισραήλ είχαν τουλάχιστον μια μυστική συνάντηση, με αντικείμενο την επανένταξη του σύριου προέδρου Μπασάρ Αλ-Άσαντ στον Αραβικό Σύνδεσμο.
Με δεδομένες τις μακραίωνες πολιτικές και θρησκευτικές συμμαχίες στην περιοχή, βασικός τους στόχος της συμμαχίας των αραβικών χωρών και της συνεννόησης με το Ισραήλ είναι η χαλιναγώγηση της Τουρκίας και εν συνεχεία η διαμόρφωση μιας δομής που θα συμβάλλει στον έλεγχο και θα θέτει φραγμούς στην προσπάθεια του Ιράν να διευρύνει τη σφαίρα επιρροής του στην περιοχή.
Τα σουνίτικα αραβικά κράτη έχουν αλλάξει εγκαταλείψει πλέον τη “αποκαθήλωσης” του Άσαντ και επιδιώκουν πλέον ενεργά επαναπροσεγγιση. Προς επίρρωση, η επαναλειτουργία της πρεσβείας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και του Μπαχρέιν στη Δαμασκό, κινήσεις που θεωρούνται ισχυρού διπλωματικού συμβολισμού και στέλνουν ηχηρά πολιτικά μηνύματα, καθώς σηματοδοτούν την αποκατάσταση των σχέσεων του Άσαντ με τον αραβικό κόσμο.
H αποχώρηση των αραβικών κρατών από τον συριακό εμφύλιο έδωσε, βέβαια, την ευκαιρία στη Ρωσία, μέσω του Ιράν και της Τουρκίας να αναδειχθεί σε καταλύτη και ενεργό παράγοντα της ισορροπίας δυνάμεων. Η Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τώρα, φαίνεται να αντιδρούν -ενδεχομένως σε συνεννόηση ή και σε συνεργασία με τις ΗΠΑ, θέλοντας να αποτρέψουν την πλήρη ενσωμάτωση της Συρίας στον ρωσικό άξονα, καθώς κάτι τέτοιο θα αποθρασύνει την Τεχεράνη.
Ωστόσο, αν και ο σκοπός είναι κοινός, η προσπάθεια του Αραβικού Συνδέσμου να διεκδικήσει ενεργό ρόλο στην επόμενη μέρα στον τομέα της ασφάλειας και της ανοικοδόμησης της Συρίας, μπορεί να υπονομευθεί από τα αντικρουόμενα εθνικά συμφέροντα των κρατών – μελών του. Βέβαια και εκεί το “διευθυντήριο, η ομάδα δηλαδή των ισχυρών χωρών, -κατ αντιστοιχία με την ΕΕ Ευρωπαϊκή Ένωση- απαρτίζεται τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και το Κατάρ έχουν τη δυνατότητα να επηρεάζουν τις εσωτερικές διεργασίες.
Η ρωσική στρατηγική
Ο ρωσικός παράγοντας, δεν μπορεί να υποτιμηθεί, καθώς διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη συριακή «σκακιέρα» και έχει αποδείξει ότι μπορεί να προσαρμόζεται, σε νέες συνθήκες. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν κινούμενος στη λογικής της realpolitik δεν διστάζει να δημιουργεί νέες συμμαχίες και να διαλύει παλιές αν κρίνει ότι εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της χώρας του. Η Ρωσία έχει πετύχει τους στόχους της, την επιβίωση του Μπασάρ Άσαντ και τη μόνιμη εγκαθίδρυση της στρατιωτικής παρουσίας στο συριακό έδαφος και την πρόσβαση στην ανατολική Μεσόγειο.
Η επιστροφή της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στη Δαμασκό φυσικά και δεν αφήνει αδιάφορη τη Μόσχα. Το γεγονός ότι η Μόσχα κατάφερε να φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων Άγκυρα και Τεχεράνη δείχνει ότι έχει δυνατότητα ελιγμών και επιχειρημάτων. Ο κύριος στόχος των αραβικών κρατών είναι ο περιορισμός της τουρκικής επιρροής στην περιοχή και ο Πούτιν δεν θα διακινδυνεύσει να χάσει ότι πέτυχε για χάρη του Ταγίπ Ερντογάν. Οι σχέσεις Μόσχας και Άγκυρας πέρασαν από διάφορες εντάσεις και δεν θα είναι υπερβολή να χαρακτηριστούν ως σχέσεις «λυκοφιλίας» παρά τη συνεργασία τους σε διάφορους τομείς εκτός της Συρίας (ενέργεια).
Η προσέγγιση Μόσχας και αραβικών κρατών για το συριακό ζήτημα δεν μπορεί να αποκλειστεί. Κάποιοι Ρώσοι αναλυτές θεωρούν ότι η Μόσχα ίσως επιδιώξει μια συμφωνία με τα κράτη του Περσικού Κόλπου, με ανταλλάγματα, από τη στιγμή που μπορούν να επηρεάσουν τις αντιπολιτευόμενες συριακές δυνάμεις.