Η ακροδεξιά δεν αποτελεί πλέον μελλοντική απειλή αλλά υπαρκτή πραγματικότητα, καθώς από το 2016 στις εκλογικές αναμετρήσεις σε ΗΠΑ και Ευρώπη, κερδίζει διαρκώς έδαφος, ενώ καταγράφονται διαρκή κινηματικά ξεσπάσματα με διαφορετικές εκφάνσεις, τα οποία είτε υποκινεί, είτε επιχειρεί να καπηλευτεί, είτε περιέχεται ως οργανωτικό στοιχείο.
Η ακροδεξιά, με διαφορετικές εκφάνσεις και απολήξεις παίζει ολοένα αυξανόμενο ρόλο στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, διαθέτει και καλλιεργεί κοινωνικά ερείσματα. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, το Brexit και οι τάσεις που αναπτύσσονται ακόμα και στη Γερμανία, αποτελούν εκφάνσεις της ίδιας απειλής.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι ο μέχρι πρότινος πολιτικός σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, ο Στηβ Μπάνον, δημιούργησε ακροδεξιό think tank με έδρα τις Βρυξέλλες και διακηρυγμένο σκοπό την εμπέδωση διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των ακροδεξιών δυνάμεων στην Ευρώπη και τα Βαλκάνια.
Από την Πολωνία, όπου η κυβέρνηση του κόμματος του Νόμου και της Τάξης επιχειρεί να ελέγξει τη Δικαιοσύνη, την Ουγγαρία όπου ο Ορμπάν περιορίζει την ελευθερία του Τύπου, εξοστρακίζει διαφωνούντες και κλείνει πανεπιστήμια, μέχρι την Ιταλία τη Βουλγαρία και την Αυστρία, όπου εθνικιστικά, λαϊκιστικά και αντιμεταναστευτικά κόμματα συμμετέχουν στις κυβερνήσεις, η ακροδεξιά αποτελεί πλέον υπολογίσιμη, ακόμα και καταλυτική πολιτική δύναμη.
Οι συγκρούσεις της Κομισιόν και του διευθυντηρίου με την κυβέρνηση της Πολωνίας για την προσπάθεια υπονόμευσης της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, τον Βίκτορ Ορμπάν για την υποβάθμιση της Δημοκρατίας, την ιταλική κυβέρνηση για προσφυγικό και οικονομία, είναι ενδεικτικές της δυναμικής που έχει αποκτήσει η ακροδεξιά στις Βρυξέλλες, αμφισβητώντας ευθέως το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Οι άμεσες ή λιγότερο εμφανείς σχέσεις που διατηρούν οι ηγέτες των ακροδεξιών σχηματισμών στην Ευρώπη με τον Ντόναλντ Τραμπ και άλλους παράγοντες του κινήματος ALTRight, δεν αφήνουν περιθώρια παρανόησης ή υποτίμησης της κατάστασης: Η ακροδεξιά απειλή έχει υλοποιηθεί.
Σε ολόκληρη την Ευρώπη, τα εθνικιστικά και ακροδεξιά κόμματα έχουν σημειώσει σημαντικά εκλογικά κέρδη.
Μερικοί έχουν αναλάβει κυβερνητικές θέσεις, άλλοι έχουν γίνει η κύρια φωνή της αντιπολίτευσης, και ακόμη και εκείνα τα τα σχήματα που ακόμα δεν έχουν κερδίσει πολιτικό χώρο, έχουν αναγκάσει την κεντρική πολιτική σκηνή να επαναπροσδιοριστεί.
Εν μέρει, αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως αντίδραση ενάντια στο πολιτικό κατεστημένο μετά τις χρηματοπιστωτικές και μεταναστευτικές κρίσεις, αλλά το κύμα δυσαρέσκειας βυθίζεται επίσης στους μακροχρόνιους φόβους για την παγκοσμιοποίηση και την αραίωση της εθνικής ταυτότητας.
Παρόλο που τα εμπλεκόμενα μέρη καλύπτουν ένα ευρύ πολιτικό φάσμα, υπάρχουν ορισμένα κοινά θέματα, όπως η εχθρότητα έναντι της μετανάστευσης, η αντι-ισλαμική ρητορική και ο ευρωσκεπτικισμός.
Η άνοδος του AfD στη Γερμανία και η διεκδίκηση της προεδρίας από τη Λεπέν στο β γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών είναι δύο ακόμα ισχυρές ενδείξεις που συντείνουν στο ίδιο συμπέρασμα.
Στην Ελλάδα, η ακροδεξιά, όπως εκφράζεται από τη Χρυσή Αυγή, κινείται σταθερά σε κοινοβουλευτικά ποσοστά, ενώ τα εθνικά θέματα και η 10ετής οικονομικής κρίση αποτελούν πρόσφορο έδαφος για την περαιτέρω ενίσχυσή της.
Αποτελώντας διαρκή απειλή και με τις πολιτικές διαχωριστικές γραμμές θολωμένες από την οικονομική παρατεταμένη οικονομική δυσπραγία, η ακροδεξιά επιβάλλει, σε πολλά θέματα, την πολιτική ατζέντα, αναγκάζοντας κεντρώα και κεντροδεξιά κόμματα, όπως η Νέα Δημοκρατία και το ΚΙΝ.ΑΛ να υιοθετήσουν θέσεις και ρητορική, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερα εύφλεκτο πολιτικό σκηνικό.
Το μεγάλο στοίχημα της Ακροδεξιάς είναι οι Ευρωεκλογές, καθώς εφόσον λάβει την πιο “χαλαρή” ψήφο διαμαρτυρίας, εκλέγοντας περισσότερους βουλευτές, θα αποκτήσει φωνή και δυνατότητα παρέμβασης στην πορεία της ΕΕ.
Εργαλειοποιώντας πότε το προσφυγικό και πότε την οικονομική κρίση και καπούμενη την απροθυμία της ΕΕ να δράσει ολιστικά για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, η ακροδεξιά καλύπτει χώρους και προσφέρει “εύκολες λύσεις” στα αδιέξοδα των ευρωπαϊκών και διεθνιστικών προοπτικών.
Ιταλία
Οι ασαφείς εκλογές και οι μήνες αβεβαιότητας κατέληξαν σε δύο λαϊκίστικα κόμματα – την αντι-εγκαθίδρυση του κινήματος πέντε αστέρων και της Λέγκας- που σχηματίζουν κυβέρνηση συνασπισμού.
Η άνοδός τους από τα πολιτικά περιθώρια έρχεται σε μια χώρα που πλήττεται από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και που έγινε ο κύριος προορισμός των μεταναστών από τη Βόρεια Αφρική.
Η μέχρι πρότινος Βόρεια Λίγκα, αφού υλοποίησε πολιτικό lifting αλλάζοντας προσανατολισμό, από τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στα Βόρεια της Ιταλίας, τώρα λέει -αν και όχι με πολύ ένταση- ότι θέλει να βγάλει την Ιταλία απ’ την ΕΕ.
Το κυβερνητικό πρόγραμμα, περιλαμβάνει σχέδια για μαζικές απελάσεις μεταναστών χωρίς νόμιμα έγγραφα, υιοθετώντας τη σκληρή στάση της Λέγκας.
Επισκεπτόμενος τη Σικελία, ο νέος υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας και ηγέτης της Λέγκας, Μάτεο Σαλβίνι δήλωσε ότι το νησί πρέπει να σταματήσει να είναι «το προσφυγικό στρατόπεδο της Ευρώπης».
Ωστόσο, τόσο η Λέγκα όσο και το μείζον κόμμα του κυβερνητικού συνασπισμού, Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, είναι δυσαρεστημένα με το ευρώ, ένδειξη της εδραίωσης των φυγόκεντρων τάσεων στην ΕΕ.
Γερμανία
Η ζωής μόλις πέντε ετών, η άκρα δεξιά- Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) μπήκε στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο για πρώτη φορά το 2017, ενώ καταγράφει αύξηση της δύναμής της στις περιφερειακές και αυτοδιοικητικές εκλογές.
Από τις απαρχές του ως κόμματος ενάντια στο ευρώ, έχει προωθήσει αυστηρές πολιτικές κατά των μεταναστών και ενστερνίζεται την ισλαμοφοβία. Πολλά από τα προβεβλημένα στελέχη του κατηγορούνται για υποδαύλιση της βίας και υποβάθμιση των φρικαλεοτήτων των ναζί.
Η επιτυχία τους ερμηνεύθηκε ως ένδειξη δυσαρέσκειας για την πολιτική ανοιχτής πόρτας της καγκελαρίου Angela Merkel για τους πρόσφυγες.
Στην κορύφωση της μεταναστευτικής κρίσης, η κ. Μέρκελ δεν έκλεισε τα σύνορα, με αποτέλεσμα το 2015 να περάσουν τα γερμανικά σύνορα 750 χιλιάδες μετανάστες, από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, οι περισσότεροι εκ των οποίων μουσουλμάνοι.
Αυστρία
Πέρυσι, το Κόμμα Ελευθερίας (FPÖ) κατάφερε να συμμετάσχει στην κυβέρνηση του Συντηρητικού Καγκελαρίου Σεμπάστια Κουρτς, διασπώντας τον συνασπισμό Συντηρητικών με τους κεντροαριστερούς Σοσιαλδημοκράτες που κυριαρχεί εδώ και καιρό στην αυστριακή πολιτική.
Όπως και στη Γερμανία, η κρίση των μεταναστών θεωρείται επίσης ως βασική προϋπόθεση για την επιτυχία τους και ένα ζήτημα για το οποίο διεξάγεται μακρά εκστρατεία.
Ο κ. Kurz έχει υποσχεθεί μια σκληρή γραμμή για τη μετανάστευση, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, με το FPÖ να τον κατηγορούσε ακόμη ότι υφαρπάζει τις πολιτικές του.
Ακροδεξιά στη… Σουηδία
Οι Σουηδοί Δημοκρατικοί κατά της μετανάστευσης (SD) σημείωσαν σημαντικά κέρδη στις γενικές εκλογές του 2018. Κέρδισαν περίπου το 18% των ψήφων, από 12,9% την τελευταία φορά.
Το κόμμα έχει τις ρίζες του στον νεο-ναζισμό, αλλά ανασυστάθηκε τα τελευταία χρόνια και πρωτοεμφανίστηκε το κοινοβούλιο το 2010.
Εν τω μεταξύ, το κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα του Πρωθυπουργού Στέφαν Λόφβεν έχει χάσει σημαντικά κοινωνικά ερείσματα.
Οι Σοσιαλδημοκράτες είναι ένα κόμμα που συνδέεται με γενναιόδωρη κοινωνική ευημερία και ανεκτικότητα των μειονοτήτων, ενώ το SDA αντιτίθεται στην πολυπολιτισμικότητα και θέλει αυστηρούς ελέγχους στη μετανάστευση.
Η Σουηδία αποτελεί, όμως, μοναδικό παράδειγμα, καθώς χορηγεί εύκολα άσυλο και για ιδιαίτερα υποστηρικτική πολιτική για τους μετανάστες. Συνεπώς, η διαφοροποίηση που καταγράφεται αποτελεί ηχηρό μήνυμα.
Στην υπόλοιπη Ευρώπη
Η νομοθεσία για τη μετανάστευση στη Δανία είναι από τις πλέον σκληρές στην Ευρώπη, αντανακλώντας την επιρροή του δεξιού Δανικού Λαϊκού Κόμματος, το οποίο είναι το δεύτερο σε κοινοβουλευτική δύναμη. Η αστυνομία της Δανίας μπορεί να κατάσχει την περιουσία των μεταναστών για να πληρώσει για τη συντήρησή τους, ενώ έχει δεσμευτεί να ενισχύσει την αντισυλληπτική βοήθεια στις αναπτυσσόμενες χώρες για να “περιορίσει τη μεταναστευτική πίεση”.
Ο νέος πρωθυπουργός της Τσεχικής Δημοκρατίας Αντρέι Μπαμπίς αναφέρει ότι οι πρόσφατες εκλογές στη Σλοβενία και την Ιταλία δείχνουν τη στάση της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας όσον αφορά τη μετανάστευση
Στις εκλογές του 2015 στη Φινλανδία το Δεξιό Φινλανδικό κόμμα ανέβηκε στη δεύτερη θέση, αν και φέτος ο υποψήφιος του, στις προεδρικές εκλογές πήρε μόλις το 6,9%
Στη συσσώρευση μέχρι τις περσινές εκλογές στις Κάτω Χώρες, το κόμμα ελευθερίας κατά της μετανάστευσης του Geert Wilders είχε μπει στην άκρη για να κερδίσει, αλλά τελικά ήρθε σε μια δεύτερη θέση, παρά την αύξηση του αριθμού των εδρών.