Μπροστά σε ένα ακόμη σκάνδαλο μεγατόνων που πλήττει τη φήμη, την αξιοπιστία και διαρρηγνύει τη σχέση του με τους χρήστες βρίσκεται το Facebook, καθώς, σύμφωνα με έρευνα των New York Times, η εταιρία επέτρεπε για χρόνια σε συνεργαζόμενες εταιρίες να διαβάζουν τα προσωπικά μηνύματα των χρηστών. Η πρακτική αυτή δεν απαγορεύονταν μέχρι πρότινος, αλλά ουδείς εκ των χρηστών ήταν ουσιαστικά ενήμερος για τη δυνατότητα εταιριών όπως το Netflix και το Spotify να έχουν πρόσβαση σε προσωπικές τους συνομιλίες.
Η εφημερίδα διεξήγαγε συνεντεύξεις με περισσότερα από 60 άτομα,συμπεριλαμβανομένων πρώην εργαζομένων του Facebook και συνεργαζομένων εταιριών, οργανώσεων προστασίας ιδιωτικότητας και δημόσιων λειτουργών.
Οι Times επίσης εξέτασαν περισσότερες από 270 σελίδες εσωτερικών εγγράφων του Facebook και πραγματοποίησαν τεχνικές δοκιμές και αναλύσεις για να παρακολουθήσουν ποιες πληροφορίες μεταφέρονται μεταξύ του Facebook και των συνεργαζόμενων συσκευών και ιστοτόπων.
Με τις περισσότερες από τις συνεργαζόμενες εταιρίες, ο κ. Σάτερφιλντ, διευθυντής ιδιωτικότητας του Facebook, διευκρίνισε ότι ο ομοσπονδιακός κανονισμός των ΗΠΑ δεν απαιτούσε από το κοινωνικό δίκτυο να εξασφαλίζει τη συγκατάθεση των χρηστών πριν από την κοινή χρήση δεδομένων, επειδή το κοινωνικό δίκτυο αντιλαμβανόταν τις επεκτάσεις των συνεργατών του – ως δικές του.
Ωστόσο, εμπειρογνώμονες για την προστασία προσωπικών δεδομένων αμφισβήτησαν τον ισχυρισμό του Facebook ότι οι περισσότερες εταιρικές σχέσεις εξαιρέθηκαν από τις κανονιστικές απαιτήσεις εκφράζοντας το σκεπτικισμό ότι οι επιχειρήσεις, τόσο διαφορετικές όσο οι κατασκευαστές συσκευών, οι έμποροι λιανικής πώλησης και οι εταιρίες αναζήτησης, θα αντιμετωπίζονται ενιαία από το Facebook.
Ανεξαρτήτως της ισχύος και της βαρύτητας των νομικών επιχειρημάτων, αμφότερων των πλευρών, στην πραγματικότητα το διακύβευμα είναι η ουσιαστική κατάχρηση της εμπιστοσύνης των χρηστών του Facebook από το ίδιο το κοινωνικό δίκτυο, την παραβίαση της ιδιωτικότητας που είχαν οδηγηθεί να πιστέψουν ότι διαθέτουν και τη χρήση των δεδομένων τους για άγνωστο λόγο, από άλλες εταιρίες, στις οποίες αν γνώριζαν δεν θα είχαν δώσει τη συναίνεσή τους.
Οι αποκαλύψεις των New York Times αναμένεται να ανοίξουν νέο κύκλο αμφισβήτησης των κοινωνικών δικτύων, δίνουν μοχλό πίεσης σε αρχές για να επιβάλλουν τη βούλησή τους, ακόμα και κατά παρέκκλιση και ανοίγουν κερκόπορτες για νέες υποθέσεις παρβίασης προσωπικών δεδομένων, αυτή τη φορά από το ίδιο το Δημόσιο και τις αρχές ασφαλείας, αφού θα έχουν καταλήξει σε κάποια θολή συμφωνία με τη διοίκηση του εκάστοτε μέσου δικτύωσης.