Με κινήσεις που συνιστούν κλιμάκωση της έντασης στην Κριμαία συνεχίζει η Ρωσία το σκάκι με την Ουκρανία, εγκαθιστώντας τους S-400, τη στιγμή μάλιστα που ο πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο καλούσε για ανάπτυξη νατοϊκών και δη γερμανικών δυνάμεων στη Θάλασσα του Αζόφ.
Η αύξηση της έντασης στην Ουκρανία, ωστόσο, δεν μπορεί να προσεγγίζεται απομονωμένα και αποσπασματικά, αλλά σε συνάρτηση με την εν γένει κινητικότητα της Ρωσίας και το πολιτικό σκηνικό στην Ουκρανία, την ΕΕ και τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες.
Αυτή την περίοδο στο επίκεντρο βρίσκεται η συνταγματική αναθεώρηση στην πΓΔΜ, η οποία αναπόφευκτα οδηγεί σε ανατροπή του πολιτικού σκηνικού στη χώρα, ενώ παράλληλα εντείνεται η αντιπαράθεση φιλορώσων-φιλοδυτικών στη Μολδαβία και αναθερμαίνονται οι αντιπαλότητες μεταξύ Σερβίας-Κοσόβου, τη στιγμή μάλιστα που όλα έδειχναν ότι σύντομα θα υπήρχε εξομάλυνση.
Από την άλλη πλευρά στην Ουκρανία οι δημοσκοπήσεις, ενόψει των εκλογών του Μαρτίου, δείχνουν τον Πέτρο Ποροσένκο να υπολείπεται, καθώς η αμερικανική εμπλοκή έχει περιοριστεί και οι σχέσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ δεν ήταν ποτέ καλές, αφού ο πρόεδρος των ΗΠΑ κατηγορεί τον Ουκρανό ομόλογό του ότι στήριξε προεκλογικά τη Χίλαρι Κλίντον.
Η κινητικότητα της Ρωσίας
H Ρωσία προχώρησε στην εγκατάσταση μίας συστοιχίας τελευταίας γενιάς S – 400 στην Κριμαία, σύμφωνα με όσα μεταδίδει το TASS επικαλούμενο δηλώσεις του εκπροσώπου του Ρωσικού Ναυτικού.
Χθες, ο Βαντίμ Αστάφιεφ, εκπρόσωπος Τύπου της νότιας πτέρυγας του ρωσικού στρατού είχε εξαγγείλει ότι οι πύραυλοι θα μεταφερθούν το αμέσως προσεχές διάστημα στην Κριμαία και θα είναι σε θέση να λειτουργήσουν πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους.
Η απόφαση για την εγκατάσταση των S-400 φαίνεται ότι είχε ληφθεί πριν από το σοβαρό ναυτικό επεισόδιο της περασμένης Κυριακής στον πορθμό του Κερτς, την πρώτη απευθείας ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των δύο κρατών ύστερα από την προσάρτηση της χερσονήσου της Κριμαίας από τη Ρωσία, το 2014.
Η δημοσιοποίησή της όμως τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή αποτελεί μήνυμα και κίνηση υψηλού συμβολισμού κυρίως προς το NATO και δευτερευόντως προς την Ουκρανία.