Να εργαλειοποιήσουν τη δίψα του Ευρωκοινοβουλίου για εξουσία και την έλεγχο της ΕΚΤ, υποσκάπτοντας στην πραγματικότητα την SSM, επιχειρούν οι Ιταλοί τραπεζίτες και η κυβέρνησή τους, σε μια προσπάθεια να τροποποιήσουν πτυχές της Βασιλείας ΙΙΙ και των οδηγιών IFRS-9, προσφέροντας μεγαλύτερη ευελιξία στις τράπεζες που βαρύνονται από μεγάλο απόθεμα NPE’s-NPL’s, για την εκκαθάριση των ισολογισμών τους, με ελεγχόμενη επιβάρυνση στα ίδια κεφάλαια.
Στόχος του νομοσχεδίου είναι να “καεί” λιγότερο χρήμα κατά τη διαδικασία πώλησης NPL’s, έτσι ώστε να μην οδηγηθούν οι τράπεζες σε αυξήσεις κεφαλαίου εξαιτίας της εκκαθάρισης των ισολογισμών τους. Παράλληλα, όμως, καθιερώνονται -με νομο- δύο μέτρα και δύο σταθμά ακόμα και στις συστημικά κρίσιμες τράπεζες, δυσχεραίνεται το έργο της εποπτείας του τραπεζικού συστήματος, αποκρύπτονται στοιχεία και διαμορφώνεται εικονική πραγματικότητα στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg το νομοσχέδιο που επεξεργάζονται στην επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περιλαμβάνονται ρυθμίσεις κατ εξαίρεση των κανονισμών της ΕΚΤ και της SSM, που θα ισχύσουν σε ad hoc, ενώ θα έχει ex post ισχύ για πωλήσεις κόκκινων δανείων που ολοκληρώθηκαν από τον Δεκέμβριο του 2016. Συνεπώς, πρόκειται για μια πρόδηλη επιχείρηση lifting στις τράπεζες της Ιταλίας, η οποία θα μπορούσε να επιδράσει ευεργετικά και στις ελληνικές τράπεζες, μεταβάλλοντας άρδην την εικόνα των ισολογισμών τους και διευκολύνοντας τις πωλήσεις NPL’s.
Το πρακτορείο ειδήσεων αναφέρει ότι η οδηγία που έχει ετοιμαστεί και προωθείται προς ψήφιση, προβλέπει ότι σε περίπτωση που μια τράπεζα προχωρήσει σε πώληση μεγάλου χαρτοφυλακίου NPEs κάτω από την καθαρή λογιστική του αξία, τότε η συναλλαγή δεν θα αποτελεί οδηγό για την επανεκτίμηση του κινδύνου του υπολοίπου χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων δανείων της υποκατηγορίας.
Για να πληροί μια συναλλαγή το χαρακτηρισμό «μεγάλη» θα πρέπει η ονομαστική αξία των μεταβιβασθέντων δανείων να ξεπερνά το 20% του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Δεν έχει διευκρινισθεί αν αναφέρεται στο σύνολο των NPEs ή στο επιμέρους σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων της υποκατηγορίας από την οποία προέρχονται τα πωληθέντα δάνεια (πχ στεγαστικά, καταναλωτικά, μικρά επιχειρηματικά, επιχειρηματικά).
Ο προτεινόμενος κανόνας εφαρμόζεται για όσες τράπεζες ακολουθούν εσωτερικό υπολογισμό του σταθμισμένου σε κίνδυνο ενεργητικό και όχι τυποποιημένο.
Με το υφιστάμενο πλαίσιο, αν μια τράπεζα πωλήσει δάνεια κάτω από τη λογιστική τους αξία και εφαρμόζει εσωτερικό μοντέλο υπολογισμού του σταθμισμένου σε κίνδυνο ενεργητικού, πρέπει να σταθμίσει εκ νέου τον κίνδυνο ομοειδών «κόκκινων» δανείων, με οδηγό τη συντελεσθείσα συναλλαγή. Έτσι αυξάνεται το σταθμισμένο σε κίνδυνο ενεργητικό και επακόλουθα μειώνονται οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας.
Με την υπό ψήφιση οδηγία η παραπάνω υποχρέωση άρεται, για πωλήσεις μεγάλων χαρτοφυλακίων, οι οποίες διενεργούνται με ζημιά, προκειμένου να διευκολυνθούν οι τράπεζες να προχωρήσουν σε επιθετική μείωση των NPEs. Αυτό θα μπορούσε να δώσει ώθηση στις ιταλικές τράπεζες, που «κάθονται» πάνω σε «κόκκινα» δάνεια ύψους 174 δισ. ευρώ.
Έτσι στην πραγματικότητα τα χαρτοφυλάκια κόκκινων δανείων των τραπεζών δεν θα γίνονται mark-to-market αλλά θα επιτρέπεται η κατά το δοκούν τιμολόγησή τους και μάλιστα με βάση τα εσωτερικά μοντέλα.
Το πρόβλημα του συγκεκριμένου μοντέλου, όμως, είναι ότι οι τράπεζες θα συνεχίσουν να είναι υποχρεωμένες να παράσχουν πλήρη στοιχεία στην EBA και τα stress tests, που συνεπάγεται ότι τα μοντέλα της SSM θα συνεχίσουν να δείχνουν διαφορετική εικόνα και μάλιστα, τώρα, θα φαίνεται και η διαφορά που θα δημιουργήσει ο νόμος. Για τις αγορές η απόκλιση αυτή αναμένεται να αποτελέσει οδηγό αξιοπιστίας.