Μετά από έντονη αντιπαράθεση σε πολιτικό και θεσμικό επίπεδο, αδιέξοδο στη Γερουσία και με την επιμονή του Εμμάνουελ Μακρόν να οριοθετήσει το τοπίο πριν από τις Ευρωεκλογές η γαλλική Βουλή έλυσε τον γόρδιο δεσμό υπερψηφίζοντας τα δύο νομοσχέδια που αφορούν τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.
Οι νέοι νόμοι εμπλέκουν ενεργά τη Δικαιοσύνη στον προσδιορισμό και τη διακοπή αναμετάδοσης ψευδών ειδήσεων, που συνεπάγεται ότι οι δικαστικές αποφάσεις θα μπορούσαν να διακόψουν την κάλυψη ενός θέματος, εφόσον ο εκάστοτε δικαστής πειστεί ότι η είδηση δεν είναι αληθής, ή εάν δεν υπα΄ρχουν επαρκή στοιχεία για την υποστήριξή της.
Αν και στόχος του νόμου, αυτού, είναι να αντιμετωπίσει επιθέσεις προπαγάνδας με τρόπο ώστε να μην επαναλαμβάνονται δημιουργώντας αυτροφοδοτούμενους κύκλους, στην πραγματικότητα ανοίγει κερκόπορτα που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ελευθεροτυπία και συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα, ενώ θέτει και ζήτημα επαρκούς προστασίας των δημοσιογραφικών πηγών.
Το γαλλικό κοινοβούλιο ενέκρινε οριστικά την Τρίτη, με την ψήφισή τους στο σύνολο από την Εθνοσυνέλευση, τα δύο αμφιλεγόμενα νομοσχέδια για την παραπληροφόρηση σε προεκλογικές περιόδους, τις διατάξεις των οποίων όμως κόμματα της αντιπολίτευσης και δημοσιογραφικές ενώσεις χαρακτηρίζουν «αναποτελεσματικές» και «δυνητικά επικίνδυνες».
Τα δύο σχέδια νόμου, το ένα εκ των οποίων έχει θεσμικό χαρακτήρα, αφού αφορά την οργάνωση των δημοσίων υπηρεσιών, και το άλλο είναι κοινό, επιτρέπουν σε έναν υποψήφιο ή σε ένα κόμμα να προσφεύγει ενώπιον της γαλλικής δικαιοσύνης και να ζητεί να σταματά η μετάδοση «ψευδών πληροφοριών» τους τελευταίους τρεις μήνες πριν από τη διεξαγωγή μιας εθνικής εκλογικής διαδικασίας — ο όρος παραπέμπει στις προεδρικές εκλογές, στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών της Βουλής και της Γερουσίας, καθώς και στις ευρωεκλογές. Επιβάλλουν επίσης στις διαδικτυακές πλατφόρμες (ιστότοπους όπως το Facebook, το Twitter κ.ά.) την υποχρέωση της διαφάνειας όταν αναρτάται από χρήστες τους πληρωμένο περιεχόμενο.
Το πρώτο σχέδιο νόμου εγκρίθηκε με 183 ψήφους υπέρ έναντι 111 κατά, αφού είχε την υποστήριξη της πλειοψηφίας (του κόμματος LREM του Μακρόν και του MoDem). Το δεύτερο εγκρίθηκε με 347 ψήφους έναντι 204. Η δεξιά και η αριστερά τα καταψήφισαν ή απείχαν, κάνοντας λόγο για δύο «ανώφελα» νομοσχέδια κι επισημαίνοντας τον «κίνδυνο» που ελλοχεύει για την ελευθερία της έκφρασης. Δημοσιογραφικές ενώσεις και συνδικάτα έχουν ξεσηκωθεί εναντίον αυτών των σχεδίων νόμου, καθώς εκφράζουν ανησυχίες για τον κίνδυνο «λογοκρισίας».
Ο Μακρόν είχε ανακοινώσει τον Ιανουάριο ότι ήθελε να «εξελιχθούν» τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους το πολιτικό και το δικαστικό σύστημα της Γαλλίας για «να προστατευθεί η δημοκρατική ζωή από τις ψευδείς ειδήσεις». Στο στόχαστρο του γάλλου προέδρου είχαν βρεθεί ιδίως τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης RT και Sputnik, με τα οποία ο Μακρόν είχε έλθει σε σύγκρουση κατά την προεκλογική περίοδο των προεδρικών εκλογών του 2017.
Τα νομοσχέδια πρόκειται να τεθούν σε ισχύ πριν από τις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019.