Οι ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, με αποκορύφωμα την παραίτηση του υπουργού Εξωτερικών, μπορεί να αιφνιδίασαν, ιδιαίτερα λόγω της κρισιμότητας της χρονικής συγκυρίας, ενδείξεις, ωστόσο υπήρχαν, είχαν όμως υποτιμηθεί ή ακόμα και αγνοηθεί, υπό το βάρος της καταιγιστικής ειδησεογραφίας και της συντονισμένης προσπάθειας αποσύνδεσης της εξωτερικής πολιτικής από το εσωτερική πολιτική σκηνή.
Μια πιο προσεκτική ματιά στους παράγοντες που επιδρούν στη διαμόρφωση ισορροπιών τόσο εντός της Ελλάδας όσο και στα Βαλκάνια, με δεδομένες τις εξελίξεις, αναδεικνύει νέες πτυχές, οδηγώντας σε αλλαγή πρίσματος αξιολόγησης της συγκυρίας και ερμηνείας των γεγονότων. Η υιοθέτηση ενός, πιο πολυπαραγοντικού, με ευρύτερο οπτικό πεδίο, μοντέλου ερμηνείας των εξελίξεων, φαίνεται ότι είναι απαραίτητη, σε αυτή τη φάση, καθώς τα ανοιχτά θέματα επηρεάζουν τη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα και η ολοκλήρωσή της παρτίδας χωρίς απώλειες θα ήταν μάλλον σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
Η διάχυση του γεωπολιτικού ανταγωνισμού στην Εκκλησία, αποδεικνύει τη σφοδρότητα των μαχών, σε Ανατολική Ευρώπη και Δυτικά Βαλκάνια, ενώ καθιστά, πλέον, αναπόδραστη την εμπλοκή των κοινωνιών, κλιμάκωση, που ως σενάριο ήταν πάντα εφιαλτικό, ιδιαίτερα για τα Βαλκάνια.
Το Κρεμλίνο διαμήνυσε ήδη ότι θα προστατεύσει τους ρωσόφωνους ορθόδοξους της Ουκρανίας, μετά την διακήρυξη της αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ενώ παράλληλα διέκοψε κάθε σχέση με το Φανάρι, κίνηση που ισοδυναμεί με σχίσμα.
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε συνάρτηση με το Σκοπιανό, ανεξαρτήτως μάλιστα της τελικής έκβασής του, δεν θα μπορούσαν να είναι αποσυνδεδεμένες από την ευρύτερη περιοχή.
Οι σχέσεις Πατριαρχείου-Εκκλησίας της Ελλάδος διέρχονται μια ιδιαίτερα δύσκολη φάση, με τους προκαθήμενους να αναβάλλουν συνάντησή τους προ ολίγων ημερών. Αφορμή, μια δικαστική διαμάχη των δύο εκκλησιαστικών οντοτήτων για τη διαχείριση ενός καταπιστεύματος, τα αίτια όμως είναι βαθύτερα και έχουν να κάνουν με τον διαχρονικό ανταγωνισμό τους για το ποίμνιο, τις σχέσεις με το ελληνικό κράτος και τη διεθνή εμβέλεια των θεσμών, αυτών καθ αυτών. Σε ένα ακραία πολωμένο περιβάλλον, όμως, που διπλωματία και πολιτική μετέρχονται όλων των καναλιών και μεθόδων επικοινωνίας και επιρροής, πάθη, κόντρες και διαφορές, αναδεικνύονται σε εργαλεία, ακόμα και όπλα επιβολής και χειραγώγησης, όταν πλέον το δραστικό βεληνεκές των media εξαντλείται.
Η βαθιά κοινωνική παρέμβαση των Εκκλησιών, έχει κατ’ επανάληψη χρησιμοποιηθεί ως μοχλός πίεσης προς τις εκάστοτε κυβερνήσεις, υπερβαίνοντας τα διακριτά όρια στις μεταξύ τους σχέσεις και δημιουργώντας προϋποθέσεις κοινωνικών αναταραχών και εκρήξεων (ταυτότητες, Σκοπιανό, σχολεία).
Ο πρωθυπουργός, επέλεξε ήδη μια φορά να αποδείξει τη διάθεσή του για συνεργασία με την Εκκλησία, αποπέμποντάς τον υπουργό Παιδείας, Νίκο Φίλη, κίνηση που δημιούργησε προηγούμενο, το οποίο αν αξιολογηθεί ως πρακτική, από την πλευρά του Αλέξη Τσίπρα, τότε μπορεί να αποτελέσει το “κλειδί” για την αποκωδικοποίηση των τελευταίων εξελίξεων, καθώς φαίνεται να επαναλαμβάνεται και στην υπόθεση… Κοτζιά.
Στο πολιτικό σκηνικό, σύμφωνα με τον Νίκο Κοτζιά, η Ρωσία επιχείρησε να χρησιμοποιήσει τους θρησκευτικούς δεσμούς, καθ’ υπέρβαση των ορίων της θρησκευτικής διπλωματίας, ενώ η Εκκλησία της Ελλάδας τοποθετήθηκε επισήμως, δια της Ιεράς Συνόδου, στο Σκοπιανό, με την ιεραρχία να λαμβάνει μέρος στα συλλαλητήρια.
Οι ενδείξεις που υποτιμήθηκαν
Η κρίση στις σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας που ακολούθησε, λόγω της αποβολής διπλωματών, προσωποποιήθηκε από τη Μόσχα, στον υπουργό Εξωτερικών, με την επιβολή ασύμμετρων αντιποίνων κατά του διευθυντή του γραφείου του Νίκου Κοτζιά, αίσθηση που ο υπουργός Άμυνας, Πάνος Καμμένος και οι χειρισμοί του Μαξίμου, επέτρεψαν να διαχυθεί, αφήνοντας έκθετο τον καθ ύλην αρμόδιο υπουργό, ιδιαίτερα τις τελευταίες εβδομάδες.
Το σκηνικό που διαμορφώθηκε μετά από αλλεπάλληλες ενέργειες περιορισμού της ρωσικής παρέμβασης τόσο συμπεριλαμβανομένης της προοπτικής αποδοχής της αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της πΓΔΜ από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ήταν συντριπτικό όχι μόνο για τη Μόσχα αλλά και για τη Σερβία, με τον πρόεδρο της οποίας διατηρεί προνομιακές σχέσεις ο Αλέξης Τσίπρας.
Έτσι, οι συνθήκες καλούσαν, πλέον, για θυσία από ελληνικές πλευράς, καθώς δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να ισοπεδώνει ανέξοδα το κύρος της Ρωσίας, αποτελώντας στην ουσία τον βασικό και ισχυρότερο μοχλό πίεσης προς το Κρεμλίνο.
Ο Νίκος Κοτζιάς είχε ολοκληρώσει τα δύο τρίτα της αποστολής του, το κλίμα ήταν έτοιμο και ο τελευταίος ανασχηματισμός δημιούργησε και τη βάση για την αλλαγή πολιτικής στρατηγικής.
Με δεδομένο το υψηλό επίπεδο σχέσεων του Αλέξη Τσίπρα με τον Ντόναλντ Τραμπ, την τοποθέτηση του Φώτη Κουβέλη στο υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, οι προϋποθέσεις για προοδευτικό outsourcing δράσεων, όπως ο Ελληνο-αμερικανικός στρατηγικός διάλογος και το γεωοικονομικό δόγμα της Ανατολικής Μεσογείου, είχαν δημιουργηθεί.
Ο προσδιορισμός της επίσημης επίσκεψης του Αλέξη Τσίπρα στη Μόσχα τον Δεκέμβριο, με απευθείας επαφές Μαξίμου-Κρεμλίνου, χωρίς εμπλοκή του ΥΠΕΞ και οι δηλώσεις από το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών για βελτίωση των σχέσεων με την Ελλάδα, που έμειναν αναπάντητες από το ελληνικό, ήταν ενδείξεις που δεν αξιολογήθηκαν σωστά, μέσα στην ευρύτερη εικόνα και την ένταση των ημερών.
Ακολούθησαν οι επαφές του Πάνου Καμμένου στην Ουάσιγκτον, όπου εκτός από τον ομόλογό του, Τζέιμς Μάτις, συνάντηση και τον υφυπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, αρμόδιο για τα Βαλκάνια, κίνηση που σε συνδιασμό με την ανακοίνωση της επίσκεψης του υπουργού Άμυνας στη Μόσχα, αποτέλεσε τη θρυαλλίδα της κυβερνητικής κρίσης που οδήγησε στην παραίτηση του Νίκου Κοτζιά.
Το σκηνικό της σύγκρουσης
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, έθεσε, στο -χωρίς κάμερες- Υπουργικό Συμβούλιο, τα θέματα αποκλεισμού του ΥΠΕΞ από κύκλους επαφών, των υπερβάσεων του Πάνου Καμμένου και της ασυνέχειας στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής που δημιουργείται από το μοντέλο παράλληλης διπλωματίας που υιοθετείται.
Η -για πρώτη φορά- συνεδρίαση του κορυφαίου κυβερνητικού οργάνου, χωρίς να μεταδοθεί η εισαγωγική ομιλία του πρωθυπουργού, αποτέλεσε ένδειξη η οποία αν και αξιολογήθηκε ως χαρακτηριστική του τεταμένου κλίματος και της κρίσης, στην ουσία στόχο είχε να ασφαλίσει και να ελέγξει διαρροές και να αποσυσχετίσει την επικοινωνιακή από την πολιτική διαχείριση της κρίσης.
Αντί απάντησης, όμως, ο Νίκος Κοτζιάς, βρέθηκε προ “εκπλήξεως” καθώς υπήρχαν ανοιχτά ζητήματα και ενστάσεις για τον τρόπο λήψης αποφάσεων και άσκησης πολιτικής από τον ίδιο, για σειρά θεμάτων, θέματα τα οποία αναδύθηκαν επιτακτικά και μάλιστα από στενούς συνεργάτες του πρωθυπουργού και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, προκαλώντας εκτροπή της συζήτησης.
Ο συνδυασμός των δύο μετώπων, η απουσία προεργασίας για την ανάδειξη των θεμάτων και η συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Πάνο Καμμένο την προηγουμένη του Υπουργικού Συμβουλίου, συνέβαλλαν καθοριστικά στην επιδείνωση του κλίματος.
Στη συνέχεια, εκδηλώθηκε προσπάθεια αλλαγής του κλίματος από παλαιότερους και πιο συνεκτικούς παράγοντες, θέτοντας τα ζητήματα σε ad hoc βάση και προτάσσοντας το Σκοπιανό ως συνεκτική βάση στις σχέσεις και πεδίο αποκλειστικής διαχείρισης του Νίκου Κοτζιά, ωστόσο κι εκεί υπήρξαν διαφωνίες, με αποτέλεσμα να μην υπάρξουν συμπεράσματα για το Quo vadis, που συνεπάγεται διαιώνιση των άλλοτε υπόγειων και άλλοτε δημοσίων συγκρούσεων.
Επαφές που ακολούθησαν από όλες τις πλευρές, για εκτόνωση της έντασης, οδήγησαν σε ευρύτερη αναθεώρηση προτεραιοτήτων στην εξωτερική πολιτική και την ανάγκη άμεσου επαναπροσδιορισμού του κέντρου βάρους με γνώμονα τη διατήρηση της πολιτικής ουδετερότητας. Το νέο μοντέλο πολιτικής διπλωματίας σε ad hoc βάση και με αλλαγή του επιπέδου επαφών, ο Νίκος Κοτζιάς έκρινε ότι δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει, αποφασίζοντας να αποχωρήσει σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή.
“Θέ μου πρωτομάστορα”
Τούτων δοθέντων, ο Νίκος Κοτζιάς φαίνεται να αντιλήφθηκε με καθυστέρηση την αλλαγή δόγματος από το Μαξίμου, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας πιεζόμενος από τον κυβερνητικό του εταίρο και λαμβάνοντας τη διάσπαση των ΑΝΕΛ, ως αντάλλαγμα, επέλεξε να θυσιάσει τον υπουργό Εξωτερικών στο βωμό της επαναπροσέγγισης με τη Ρωσία, ενώ η κυβέρνηση παραμένει δεσμευμένη στη Συμφωνία των Πρεσπών.
Συνεπώς, το tweet του Νίκου Κοτζιά που καταλήγει “βαθιά να με θάψουν θέλησαν, ξέχασαν ότι είμαι σπόρος”, φαίνεται να είναι ένα κρυπτογραφημένο μήνυμα για τη Συμφωνία των Πρεσπών, υπονοώντας έναν άλλο στίχο
“Θε μου Πρωτομάστορα μ’ έχτισες μέσα στα βουνά
Θε μου Πρωτομάστορα μ’ έκλεισες μες στη θάλασσα!”,
ήτοι, ότι η συμφωνία θα υλοποιηθεί, γιατί είναι ο σπόρος χτισμένος μέσα, κι ότι η αλλαγή είναι επιφανειακή.
Έρχεται η στιγμή, λέει ο ποιητής, να αποφασίσεις με ποιούς θα πας και ποιούς θα αφήσεις. Ο ΠΘ και σειρά Υπουργών έκαναν στο χθεσινό ΥΣ τις επιλογές τους και εγώ κατοπιν τις δικές μου. Είναι καλό να θυμούνται, όμως, τον στίχο: βαθιά να με θάψουν θέλησαν, ξέχασαν οτι είμαι σπόρος
— Nikos Kotzias (@NikosKotzias) October 17, 2018
Έτσι βγάζουν νόημα και οι δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα στη συνέχεια, όπου εξερχόμενος του Μαξίμου είπε χαρακτηριστικά:
«Η απόφασή μου να δεχθώ την παραίτηση του Νίκου Κοτζιά και να αναλάβω το υπουργείο είναι μία απόφαση με πολλαπλά μηνύματα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό»,
Ενώ συμπλήρωσε ότι:
Δεν θα ανεχτώ καμία διγλωσσία από κανέναν, καμία προσωπική στρατηγική στην εθνική συμφωνία.
Ξεκαθαρίζοντας προς το Κρεμλίνο και τον Λευκό Οίκο, ότι οι πρωτοβουλίες του Πάνου Καμμένου δεν έχουν αντίκρυσμα, συγκεντρώνοντας την ευθύνη της διαχείρισης των εξωτερικών θεμάτων.
Έτσι στην πραγματικότητα, ενώ κράτησε τον Πάνο Καμμένο, ο πρωθυπουργός, του αφαίρεσε τον δημόσιο λόγο, περιορίζοντας στο πρόσωπό του την έκφραση της κυβερνητικής πολιτικής προς εταίρους και συμμάχους.
Η στρατηγική που επιχειρεί να εφαρμόσει ο Αλέξης Τσίπρας στοχεύει, έχει ως κεντρικό στοιχεία τη διασφάλιση αδιατάρακτης της πορείας εξόδου από την κρίση και ολοκλήρωσης του κυβερνητικού έργου, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα το εσωτερικό πολιτικό κόστος. Βέβαια, η επιτυχία αυτής της πολιτικής βασίζεται στις βάσεις που ήδη έχουν τεθεί και στη δυνατότητα του υπηρεσιακού μηχανισμού του υπουργείου Εξωτερικών να συνεχίσει χωρίς περισπασμό και με ενισχυμένο βαθμό αυτονομίας, εμμένοντας στη χαραγμένη τροχιά.
Ο πρωθυπουργός συγκεντρώνει πλέον σχεδόν απόλυτη εξουσία, καθώς χωρίς τον ισχυρό και αυτόνομο Νίκο Κοτζιά και έχοντας ¨βάλει φίμωτρο” στον υπερφίαλο Πάνο Καμμένο διατηρεί πλέον το αποκλειστικό προνόμιο επικοινωνίας με όλα τα επίπεδα της διεθνούς πολιτικής και διπλωματίας και χρησιμοποιώντας απευθείας τους εδραιωμένους διαύλους επικοινωνίας,
Η στρατηγική αυτή αποκτά ιδιαίτερη αξία ενόψει των εκλογών, της διαδικσίας ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού στην Ελλάδα και των εν εξελίξει διεργασιών στα Βαλκάνια, καθώς ο Αλέξης Τσίπρας στέλνει μήνυμα ότι “παίζει μόνος του”, ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και fall back σενάρια.