Κοκτέιλ μολότοφ που εγνωσμένων προβλημάτων, άμετρης κλιμάκωσης του πολιτικού ρίσκου στην Ελλάδα, πιέσεων για αναζήτηση κεφαλαίων, της άρσης των capital controls και διαρκών αλλαγών στο θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο φαίνεται ότι ευθύνεται για την καταβαράθρωση της αποτίμησης των τραπεζών στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου της Αθήνας και την επιδείνωση του κλίματος στην οικονομία.
Η πολύ μεγαλύτερη του ευρωπαϊκού μέσου όρου μόχλευση, αποτελεί το μείζον πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών, καθώς προδίδει την έλλειψη ιδίων κεφαλαίων, την αδυναμία παραγωγής εσωτερικής ρευστότητας και τα ασφυκτικά περιθώρια κερδοφορίας, συνθέτοντας μια ιδιαίτερα προβληματική εικόνα, η οποία δεν αντέχει σε stress tests. Ωστόσο, δεν είναι η αιτία του τραπεζικού κραχ στο ΧΑ, ενώ η εκδοχή του Μεγάρου Μαξίμου για κερδοσκοπική επίθεση, δεν μπορεί επίσης να δικαιολογήσει τον χρονισμό και την ένταση.
Χρονικά η “επίθεση” στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου με άνοιγμα short θέσεων, πωλήσεις μετοχών, ακόμα και ανοιχτές πωλήσεις (naked short), ακολουθεί τα επενδυτικά roadshows του Χρηματιστηρίου στο Λονδίνο και τις συναντήσεις του πρωθυπουργού με την επενδυτική κοινότητα της Wall Street, γεγονότα που αν αξιολογηθούν στο πλαίσιο επιθετικής επενδυτικής στρατηγικής, μπορούν να αναδείξουν μια αντίστροφη πορεία, την οποία υπονοεί με την ανακοίνωσή του το γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού, πλην όμως δεν την αιτιολογεί.
Το μπαράζ των πιέσεων εντάθηκε, δε, μετά την άρση των capital controls, δημιουργώντας εύλογα ερωτηματικά για τις δυνάμεις και τους στόχους που θέλουν να επιτύχουν, καθώς πλέον διακυβεύεται όχι αόριστα, η αξιοπιστία του τραπεζικού συστήματος, αλλά και η σταθερότητά του σε χρόνο ενεστώτα.
Ωστόσο, μόλις στράφηκαν επάνω στις τράπεζες τα φώτα, οι πιέσεις υποχώρησαν, οι μετοχές αντέδρασαν και η μάχη δείχνει να μετατίθεται για άλλη μια μέρα, το κλίμα όμως έχει πληγεί και ο κίνδυνος πληγές που είχαν αρχισει να επουλώνονται να καταστούν χαίνουσες είναι υπαρκτός.
Το Μαξίμου και οι τραπεζίτες αναζητούν επίμονα επενδυτές που θα βοηθήσουν στην εκκαθάριση των ισολογισμών και που θα τοποθετηθούν σε εκδόσεις ομολόγων, ενδεχομένως και με αποδόσεις χαμηλότερες από αυτές που θα επιτυγχάνονταν από μια έκδοση ρουτίνας, καθώς θέλουν να διαμορφώσουν κλίμα, να θέσουν τις βάσεις και να σκιαγραφήσουν το πλαίσιο και τους όρους για τα επικείμενα επενδυτικά και τραπεζικά deals. Τέτοιες πολιτικές όμως δημιουργούν αποκλεισμούς, ενώ αναπτύσσουν δυναμική ανατροπής των κανόνων του παιχνιδιού, καθώς η πολιτικοποίηση ενεργοποιεί δυνάμεις που υπερβαίνουν συγκεκριμένους μηχανισμούς της αγοράς.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, τα νέα χρηματοδοτικά σχήματα και η κεφαλαιακή αναδιάρθρωση που επιδιώκεται, απομακρύνει τις τράπεζες από τον ESM, ενισχύει το χέρι της κυβέρνησης, εισάγει νέες ομάδες επενδυτών ή/και επαναπροσδιορίζει παλαιότερες και δημιουργεί προοπτική αλλαγής του ρόλου των τραπεζών στην οικονομία. Συνεπώς, καθώς οι τράπεζες επιχειρούν να πατήσουν στα πόδια τους για να συμμετάσχουν ενεργά στην επόμενη ημέρα, η παλαιά φρουρά, του ESM και συγκεκριμένων παραγόντων οδηγείται στην έξοδο, κάτι που όπως φαίνεται δεν αποδέχεται χωρίς μάχη.
Συνεπώς, όπως προκύπτει, οι τραπεζίτες υπό την πίεση των θεσμών για αναζήτηση κεφαλαίων εξέθεσαν εαυτούς σε ασύμμετρες απειλές για τις οποίες οι τράπεζες ήταν απροετοίμαστες, ενώ και η κυβέρνηση δεν είχε προετοιμάσει επαρκώς το έδαφος. Ο συνδυασμός αυτός, με την πολιτική διελκυστίνδα για τα εθνικά θέματα στο εσωτερικό, τη βίαιη επίδραση του γεωοικονομικού δόγματος των ΗΠΑ στην περιοχή και τις δυνάμεις που ενεργοποίησε η άρση των capital controls, δημιούργησαν ένα killing field, στο οποίο οι τράπεζες παγιδεύτηκαν.
Η έξοδος από το ναρκοπέδιο προδιαγράφεται δύσκολη, καθώς η απενεργοποίησή του απαιτεί ευρύτερες συναινέσεις και οδηγεί στον επαναπροσδιορισμό ενός ιδιαίτερα πολύπλοκου και εύθραυστου δικτύου ισορροπιών μεταξύ
Τραπεζών-θεσμών
κυβέρνησης-τραπεζιτών
επενδυτών-τραπεζιτών
κυβέρνησης-επενδυτών
Όπως αναφέρει το Γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού, στη σύσκεψη τονίστηκε πως οι πιέσεις που δέχονται οι τραπεζικές μετοχές δεν αντιστοιχούν τα θεμελιώδη μεγέθη των τραπεζών όπως:
- Ολοκλήρωση με επιτυχία των stress tests μόλις τον περασμένο Μάιο
- Δημοσιευμένοι υψηλοί δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας
- Υπέρβαση του στόχου για τη μείωση των κόκκινων δανείων για το πρώτο εξάμηνο του 2018
- Αύξηση των καταθέσεων σε μηνιαία βάση
- Σημαντικότατη μείωση του ELA με αποτέλεσμα να έχει ήδη μηδενιστεί η χρήση του μηχανισμού για δύο συστημικές τράπεζες, ενώ για τις άλλες δύο η χρήση θα μηδενιστεί μέχρι το τέλος του έτους.
Η εικόνα, αυτή, που προωθούν Μαξίμου και τραπεζίτες είναι όμως αποσπασματική, καθώς αγνοεί τις προειδοποιήσεις θεσμών και οίκων για τις ελληνικές τράπεζες, δεν ενσωματώνει τις εγνωσμένες αδυναμίες της ποιότητας ενεργητικού και παθητικού, ενώ παραλείπει τη διαφαινόμενη -λόγω συγκυρίας- καθυστέρηση στην υλοποίηση των capital action plans και ιδιαίτερα στις εκδόσεις ομολόγων. Παράλληλα, υποβαθμίζεται ο παράγοντας του πολιτικού ρίσκου που γεννήθηκε από την εκλογολογία και την προσπάθεια εργαλειοποίησης της συγκυρίας με το Σκοπιανό.
Ακόμα όμως και αυτά να αποτιμηθούν στην ευρύτερη εικόνα, δεν γεννάται λόγος για το ανηλεές σφυροκόπημα, καθώς το κακό κλίμα μπορεί μόνο να πιέσει τις τιμές και τα περιθώρια, αλλά δεν μπορεί επίσης και να οδηγήσει σε καθυστερήσεις, που για τους εν δυνάμει επενδυτές είναι αρνητικές.
Αν όμως η κατάσταση αξιολογηθεί υπό το φίλτρο των κερδισμένων-χαμένων, όχι μόνο από τα short, αλλά και από τις επικείμενες ενέργειες “εκτάκτου ανάγκης” τις οποίες θα προωθήσουν άμεσα οι διοικήσεις και η κυβέρνηση, τότε δημιουργείται μια πιο αξιόπιστη βάση.
Τα προβλήματα
Παρά τους πολύ υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν πρόβλημα ποιότητας και… πραγματικότητας κεφαλαίων, καθώς στην πραγματικότητα το 40-45% των ιδίων κεφαλαίων που αποτελούν τον δείκτη Tier 1 προέρχονται από τον αναβαλλόμενο φόρο, δηλαδή τη ρύθμιση με την οποία εγγράφουν ως κεφάλαια μελλοντικές απαιτήσεις σε βάθος 30 ετών από το ελληνικό Δημόσιο ως αντιστάθμισμα για τις απώλειες του PSI.
Τα κεφάλαια αυτά όμως δεν υπάρχουν στις τράπεζες, παρά μόνο ως εγγραφές στους ισολογισμούς τους, που συνεπάγεται ότι για να βρουν τη ρευστότητα που υποτίθεται ότι διαθέτουν, οι ελληνικές τράπεζες δανείζονται με εχέγγυα τα κεφάλαια του αναβαλλόμενου φόρου. Με τον τρόπο αυτό όμως, κεφάλαια Tier 1 υποβαθμίζονται καθώς αποκτούν συντελεστή μόχλευσης, άρα και ρίσκου και ως εκ τούτου δημιουργούν τρύπα στον πυρήνα των τραπεζών.
Η ενσωμάτωση των νέων λογιστικών προτύπων IFRS-9 και η ευθυγράμμιση με τους κανόνες της Βασιλείας ΙΙΙ και του νέου πλαισίου για τα κόκκινα δάνεια που έθεσε σε εφαρμογή ο SSM και η EBA, δημιουργούν επιπλέον κόστη, κινδύνους και αποκαλύπτουν εγνωσμένες αλλά συγκεκαλυμμένες παθογένειες, επαναφέροντας στο προσκήνιο προβλήματα που είχαν τεθεί κάτω από το χαλί.
Τον τελευταίο χρόνο οι ελληνικές τράπεζες ακολούθησαν επιθετική πολιτική απομόχλευσης, αποπληρώνοντας σχεδόν όλες τη χρηματοδότηση του ELA. Στόχος ήταν να βελτιώσουν τους δείκτες μόχλευσης, ιδίων/ξένα και να έχουν περιορίσει το κεφαλαιακό κόστος, ώστε να μπορέσουν να αναζητήσουν με αξιώσεις χρηματοδότηση από τις αγορές. Ωστόσο, έχοντας επιστρέψει ρευστότητα στην ΕΚΤ, με τα ελληνικά ομόλογα να μην είναι επιλέξιμα στο QE και τις ομολογιακές εκδόσεις να καθυστερούν, τα capital controls να αίρονται και τις αμκ να δρομολογούνται οι τραπεζίτες βρέθηκαν στο κέντρο της σκηνής απροετοίμαστοι, όπως αποδεικνύεται.
Τα roadshows και οι διεθνείς επαφές σε πολιτικό και επιχειρηματικό επίπεδο για την προσέλκυση επενδυτών, ανέβασαν επίσης την πίεση, καθώς έθεσαν τις ελληνικές τράπεζες σε radar και scanners ξένων. Παράλληλα, τα σχέδιά για μείωσή των κόκκινων δανείων στο 15% με 25% έως το 2021 από περίπου 48% το δεύτερο τρίμηνο του 2018 που παρουσίασαν οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες στα στελέχη της Goldman Sachs, ακούστηκαν ανεδαφικά, με δεδομένο το track record αστοχιών που έχουν να παρουσιάσουν οι διοικήσεις τους.
Αν και η αμερικανική επενδυτική τράπεζα αναγνωρίζει θετικά στοιχεία, αμφισβητεί τη δυνατότητα του τραπεζικού συστήματος να αντεπεξέλθει σε ενδεχόμενο νέο «σοκ», εσωτερικό ή εξωτερικό.
Σε έκθεσή του ο οίκος αναφέρει ότι τα σχέδια των τραπεζών στηρίζονται από τρία θετικά σημεία:
- Το ισχυρό μομέντουμ της οικονομίας και την ανάκαμψη της αγοράς στέγης,
- την αυξανόμενη δυναμική στις πωλήσεις χαρτοφυλακίων μη εξυπηρετούμενων δανείων και
- την πρόοδο στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και άλλα διαρθρωτικά μέτρα.
Ωστόσο, προειδοποιεί, πως «η δυνατότητα του κλάδου να αντιμετωπίσει το όποιο σοκ, εσωτερικό ή εξωτερικό οικονομικής ή πολιτικής φύσεως παραμένει περιορισμένη».
Παράλληλα η Goldman επισημαίνει ότι ακόμη και έτσι, το επίπεδο των κόκκινων δανείων θα παραμείνει πολύ υψηλότερο σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ σημειώνει ότι η δυνατότητά τους να επιταχύνουν τη μείωση είναι περιορισμένη εξαιτίας τριων παραγόντων:
- του κανονισμού για τον αναβαλλόμενο φόρο,
- της δυνατότητας απορρόφησης στην αγορά NPEs και
- των χαμηλότερων του αναμενόμενου ρυθμίσεων.
Οι επισημάνσεις της Goldman για τις τέσσερις τράπεζες:
Alpha Bank
Τα κέρδη προ προβλέψεων (PPI) αναμένεται να είναι χαμηλότερα το 2018 έναντι του 2017, περίπου στο 1,2 δισ. ευρώ. Tα έσοδα από τόκους (NII) θα υποχωρήσουν από χαμηλό διψήφιο σε υψηλό μονοψήφιο ποσοστό της τάξεως του 9%-11% το 2018 και αμετάβλητα στα ίδια επίπεδα το 2019, ως καθαρό αποτέλεσμα της θετικής αύξησης του καθαρού δανεισμού έναντι των χαμηλότερων επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων και των NPEs.
Tα έσοδα από προμήθειες αναμένεται να αυξηθούν κατά 3%-5%, λόγω των υψηλότερων επιπέδων δραστηριότητας στη χρήση των πιστωτικών καρτών, της δημιουργίας δανείων, των εισροών διαχείρισης ασφαλιστικών περιουσιακών στοιχείων και πλούτου. Οι λειτουργικές δαπάνες αναμένεται να μειωθούν κατά 27 εκατ. ευρώ το 2019 (-2% σε ετήσια βάση), μετά τη μείωση κατά 700 άτομα που πραγματοποιήθηκε το 2018.
Όσον αφορά στη ρευστότητα, η θέση της τράπεζας βελτιώθηκε με το υπόλοιπο του ELA να φθάνει τα 500-600 εκατ. ευρώ. Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις συγκλίνει προς το 100% από τον Σεπτέμβριο.
Στο μέτωπο των πωλήσεων κόκκινων δανείων, Το Jupiter (1 δισ. ευρώ καλυμμένων εταιρικών δανείων) αναμένεται να κλείσει στα μέσα Οκτωβρίου και να έχει θετικό αντίκτυπο στις κεφαλαιακές απαιτήσεις. Συνολικά, οι πωλήσεις NPEs αναμένεται να αντιπροσωπεύουν το 50% των στόχων μείωσης των NPEs κατά 2019. Επίσης ανέφεραν ότι παρακολούθησαν στενά τις τιτλοποιήσεις ενυπόθηκων δανείων της Εurobank, καθώς αυτό το τμήμα θεωρείται ως το πλέον προβληματικό.
Η Αlpha Βank δήλωσε ότι έχει την ευελιξία να αντέξει την πίεση στα κεφάλαιά της, αν χρειαστεί επιτάχυνση του ρυθμού των NPEs.
Eurobank
Το νέο σχέδιο μείωσης των NPEs στοχεύει στη μείωση των εν λόγω χρηματοδοτικών ανοιγμάτων κατά περίπου 10 δισ. ευρώ (2021 αναλογία NPEs στο 15%) κατά την περίοδο 2019-2021, εκ των οποίων το 50% θα διατεθεί μέσω πωλήσεων (η τιτλοποίηση ύψους 2 δισ. ευρώ που ανακοίνωσε το 2ο τρίμηνο περιλαμβάνεται). O δείκτης NPEs υπολογίζεται ότι θα υποχωρήσει κάτω από 10% το 2023. Επίσης, το ενεργητικό σταθμισμένο με τον κίνδυνο αναμένεται να αυξηθεί από 0,5 δισ. έως 1 δισ. ευρώ το 2021.
Όσον αφορά στη ρευστότητα, ο ELA ανέρχεται σε € 1,2 δισ. και αναμένεται να καταργηθεί το αργότερο κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους, μέσω των δύο τιτλοποιήσεων, της έκδοσης καλυμμένων ομολογιών κατά το 4Q18 και της χρήσης της πλεονάζουσας ρευστότητας από τις επιχειρήσεις σε Κύπρο και Λουξεμβούργο. Η τράπεζα ανέφερε ωστόσο ότι το 50% των εισροών που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού προέρχονταν από κρατικές καταθέσεις που συνδέονται με την τελευταία εκταμίευση. Το ταμειακό αποθεματικό της κυβέρνησης ανέρχεται σήμερα σε 41 δισ. ευρώ, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Σύμφωνα με τη Eurobank η επανεξέταση των εσωτερικών μοντέλων (TRIM) του SSM αύξησε τα RWA κατά €2,7 δισ. τα τελευταία 4 τρίμηνα και αναμένει περαιτέρω επέκταση κατά €1 δισ. τα επόμενα 3-4 τρίμηνα. Μέχρι στιγμής, ο αντίκτυπος έχει αντισταθμιστεί από την αποσυμφόρηση και τη βελτίωση της πιστωτικής ποιότητας.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) αναμένεται να μειωθούν το 2018 κατά 3%. Τα έσοδα από προμήθειες αναμένεται να επεκταθούν με έναν «υψηλό μονοψήφιο» ρυθμό. Τα έσοδα από trading και συναλλαγές αναμένεται να είναι χαμηλότερα από τον μέσο όρο των 30-40 εκατ. ευρώ που καταγράφηκε τα τελευταία δύο χρόνια. Το λειτουργικό κόστος αναμένεται να μειωθεί κατά 2% σε επίπεδο ομίλου (-3% στην Ελλάδα) το 2018. Η τράπεζα ανέφερε ότι είχε ήδη μειώσει τον αριθμό των καταστημάτων σε 350. Οι περαιτέρω μειώσεις του κόστους θα προέλθουν από εθελούσια έξοδο προσωπικού (1.000 άτομα) η οποία θα εφαρμόζεται σταδιακά με ομοιογενή τρόπο σε διάστημα τριών ετών. Ο ρυθμός αύξησης των καθαρών δανείων θα φθάσει το 2% το 2019.
Εθνική Τράπεζα
Η ETE σκοπεύει να μειώσει τα NPEs κατά 10 δισ. ευρώ στα 6 δισ. ευρώ (λόγος NPEs στο 18%) το 2021. Η τράπεζα επεσήμανε ότι ο συντελεστής re-default μειώθηκε από 70% σε 25%, αλλά περαιτέρω μείωση απαιτεί μεγαλύτερες περιόδους χάριτος (2-3 έτη) και μειώσεις κεφαλαίου.
Η τράπεζα προβλέπει καθαρά κέρδη 80 εκατ. ευρώ φέτος και 160-180 εκατ. για το 2019. Τα έσοδα από τόκους αναμένεται να είναι στάσιμα το πρώτο εξάμηνο και να αυξηθούν κατά 20 εκατ. ευρώ το 2019, μέσω των 700-800 εκατ. καθαρού δανεισμού (κυρίως σε επιχειρήσεις) και αύξησης του περιθωρίου στα δάνεια προς τις επιχειρήσεις. Οι προμήθειες αναμένεται να μειωθούν ελαφρώς κατά το 2ο εξάμηνο και στη συνέχεια να αυξηθούν κατά 20 εκατ. ευρώ το 2019. Στα έσοδα από trading αναμένεται να προστεθούν 10 εκατ. το 2019 έναντι του 2018, καθώς η ζημία των 8 εκατ. ευρώ δεν είναι επαναλαμβανόμενη. Το λειτουργικά έξοδα θα μειωθούν κατά €40 εκατ. περίπου. Το κόστος προβλέψεων αναμένεται να πέσει στην περιοχή των 120-140 μονάδων βάσης στο δεύτερο εξάμηνο.
Τράπεζα Πειραιώς
Η Τράπεζα Πειραιώς ΠΕΙΡ διευκρίνισε ότι μόνο 100 εκατ. ευρώ από το χαρτοφυλάκιο ήταν εξυπηρετούμενο. Επίσης, ανέφερε ότι η ποιότητα των ασφαλειών που συνδέονται με το χαρτοφυλάκιο ήταν αντιπροσωπευτική του συνολικού χαρτοφυλακίου της τράπεζας.
Η κερδοφορία θα είναι break even το 2019. Τα έσοδα από τόκους αναμένεται να φθάσουν το 1,4 δισεκατομμύριο ευρώ το 2018 και να αυξηθούν ελαφρώς το 2019. Οι προμήθειες αναμένεται να ανέλθουν σε €300 εκατ. το 2018 και καθαρή αύξηση δανείων το 2019.