Η έκβαση του Δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ μπορεί να μην ήταν η ευκταία για τις δύο κυβερνήσεις και τη Δύση, ήταν όμως αναμενόμενη, καθώς η προοπτική ένταξης στην ΕΕ είναι ακόμα μακρινή, το NATO δεν έχει πολλά να προσφέρει και ο εθνικισμός παραμένει συνεκτικό κομμάτι της βαθιά διχασμένης κοινωνίας της πΓΔΜ, συνεπώς οι έως τώρα εξελίξεις δεν μπορεί, παρά να εντάσσονται στο plan A, ενώ το plan B, με δεδομένη την κρισιμότητα της σταθεροποίησης των Βαλκανίων και του περιορισμού των εξωτερικών επιρροών, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ριζικές και επικίνδυνες ανακατατάξεις, όπως αυτές που επιχειρούνται στο μέτωπο Σερβίας-Κοσόβου.
Εν μέρει, η αποχή είναι νίκη της αντιπολίτευσης, τουλάχιστον στο μικροπολιτικό σκηνικό, ωστόσο αποτελεί και την πρώτη ουσιαστικά προοδευτική απόφαση που έχει λάβει το VMRO από την ίδρυσή του, καθώς δείχνει διάθεση να οδηγήσει τη χώρα, την κοινωνία και το πολιτικό σύστημα σε γκρίζες ζώνες, αποφεύγοντας έναν νέο διχασμό με υψηλά ποσοστά συμμετοχής και αντιπαλότητες που θα οδηγούσαν σε αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις.
Από την πλευρά του και ο Ζόραν Ζάεφ έπαιξε το ρόλο που του αναλογούσε για μια μετριοπαθή σύγκρουση, καθώς κατέστησε το δημοψήφισμα συμβουλευτικό και όχι δεσμευτικό, διατηρώντας για τον εαυτό του την πολιτική ευελιξία και επιτρέποντας, παράλληλα, στην αντιπολίτευση να αποφύγει μια μετωπική πλήρους έκτασης σύρραξη και να περιοριστεί στη διαφωνία και την αποχή.
Τεχνικά, όπως είχε αναφέρει και ο Τάσος Τέλογλου στην Καθημερινή, ο Ζόραν Ζάεφ δεν μπορούσε να περιμένει -ακόμα και σε κλίμα πόλωσης- να ψηφίσουν οι 900 χιλιάδες που απαιτούνταν για να θεωρηθεί έγκυρο το Δημοψήφισμα, καθώς οι εκλογικοί κατάλογοι δεν έχουν εκκαθαριστεί για χρόνια, από όσους έχουν μεταναστεύσει και έτσι ο πληθυσμός υπολογίζεται στα 1,8 εκατ., όταν είναι μετά βίας 1,2 εκατ. Έτσι, στην πραγματικότητα η συμμετοχή του 37,5%, ήτοι 630,000 πολιτών, ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να πετύχει η κυβέρνηση, καθώς σε αντιστοιχία με τον πραγματικό πληθυσμό εντός της χώρας, υπερβαίνει το 50%.
η συμμετοχή του 37,5%, ήτοι 630,000 πολιτών, ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να πετύχει η κυβέρνηση, καθώς σε αντιστοιχία με τον πραγματικό πληθυσμό εντός της χώρας, υπερβαίνει το 50%.
Τα στοιχεία αυτά, όμως, στην Ελλάδα δεν εξετάστηκαν ενδελεχώς αλλά επιδερμικά και αποσπασματικά, αλλά παρ’ όλα αυτά ήταν γνωστά και αποτιμημένα πλήρως, τόσο από την κυβέρνηση της πΓΔΜ, όσο και από την ελληνική και τον διεθνή παράγοντα, σε όλες τους εκφάνσεις. Συνεπώς, η δυναμική της κάλπης, παρά τις δημοσκοπήσεις, δεν μπορεί να έχει αποκλίνει ουσιωδώς από τις παραδοχές και τα σενάρια που είχαν καταρτιστεί για μια τέτοιας αξίας υπόθεση.
Υπ αυτό το πρίσμα, αυτό που θεωρήθηκε από τα media ως “μητέρα των μαχών”, μπορεί να ήταν απλά μια άσκηση επί χάρτου, η οποία εκτόνωσε εσωτερικές εντάσεις, έδωσε στις πολιτικές δυνάμεις χώρο και χρόνο και δημιούργησε το έδαφος για μια αντιπαράθεση στη Βουλή και ενδεχομένως σε πρόωρες εκλογές.
Παρά τις θετικές ενδείξεις, πρόκειται για μια ιδιαίτερα αντιφατική -όπως παρατηρεί και το ελληνικό ΥΠΕΞ- συμφωνία. Η επόμενη ημέρα, ο οδικός χάρτης και η στόχευση παραμένουν θολά, ενώ η αβεβαιότητες και οι απορρέοντες κίνδυνοι είναι αρκετοί και δύσκολα αντιληπτοί δια γυμνού οφθαλμού. Ωστόσο, σε πρώτη φάση, η έκβαση είναι risk positive για την ελληνική πολιτική σκηνή, καθώς η διαδικασία κύρωσης από την ελληνική Βουλή δείχνει να καθυστερεί, η ημερομηνία προκήρυξης εκλογών επιστρέφει στα χέρια του Αλέξη Τσίπρα, ο πολιτικός εταίρος της κυβέρνησης διασώζεται, δίνοντας χρόνο για την αναζήτηση νέων συγκλίσεων και την αλλαγή του πολιτικού κλίματος και των οδηγών του.
Στην Ελλάδα, η αντιπολίτευση έχει κάθε συμφέρον να θέλει και να διεκδικεί την ταχύτερη ολοκλήρωση της διαδικασίας κύρωσης από την πΓΔΜ, ώστε η συμφωνία να έρθει στην ελληνική βουλή πριν η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας αρχίσει να έχει αντίκτυπο στην κοινωνία και προτού ο δημοσιονομικός χώρος κεφαλαιοποιηθεί πολιτικά. Όπερ σημαίνει, ότι όσο καθυστερούν οι εξελίξεις η κυβέρνηση θα μπορεί να απειλεί με εκλογές, στρέφοντας την πίεση του διεθνούς παράγοντα στη Νέα Δημοκρατία, η οποία έχει απομακρυνθεί από τα εταιρικά και συμμαχικά συμφέροντα με τη στάση που έχει υιοθετήσει, θέλοντας να διατηρήσει συμπαγή τον χώρο της Δεξιάς. Η στρατηγική όμως αυτή έχει κόστος στο διεθνές προφίλ και την αξιοπιστία του κόμματος και ημερομηνία λήξης, μετά από την οποία γίνεται αντιπαραγωγική και θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο τα κοινά συμφέροντα αλλά και τη σταθερότητα της περιοχής.
Χρονικά, σε γεωπολιτικό επίπεδο, η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών την θέτει στο ίδιο κάδρο με την τελευταία φάση των διαπραγματεύσεων με τη Συρία, το σημείο καμπής για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, το Κυπριακό και την καταληκτική στιγμή για τον εμπορικό πόλεμο των ΗΠΑ κατά της ΕΕ.
Πολιτικά, ο χρονικός επαναπροσδιορισμός της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών από την Ελλάδα συμπίπτει με τις ευρωεκλογές, τις αυτοδιοικητικές και περιφερειακές εκλογές και με την ολοκλήρωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών για τους αγωγούς.
Η απορρέουσα, από την πολιτική και γεωστρατηγική συγκυρία, πίεση είναι από μόνη της αρκετή για να διαμορφώσει πλαίσιο πολιτικής σύγκλισης. Με το Σκοπιανό να αποτελεί μοχλό πίεσης και τα επιχειρηματικά συμφέροντα να συνιστούν δικλείδες ασφαλείας, οι οποίες έχουν ήδη τοποθετηθεί και περιμένουν να καρπωθούν τα οφέλη από τα ενεργειακά deals στην περιοχή, οι πιέσεις πολλαπλασιάζονται και εντείνονται, σφίγγοντας τον κλοιό στις πολιτικές δυνάμεις, ώστε να μην εκτροχιαστούν οι σχεδιασμοί και να μην διακυβευτεί η σταθερότητα και η αναπτυξιακή προοπτική.
Τούτων δοθέντων, το θολό τοπίο που διαμορφώνεται, φαίνεται ότι ευνοεί τους χειρισμούς ομαλής προσέγγισης, δίνει στις πολιτικές δυνάμεις και των δύο χωρών χώρο, χρόνο και ευχέρεια χειρισμών, χωρίς να εξαλείφονται οι κίνδυνοι, ενώ επιτρέπει στον διεθνή παράγοντα να συμψηφίσει ζητήματα και να “ξεσκαρτάρει” καμμένα χαρτιά, διευκολύνοντας τις εξελίξεις.
Η Αξιολόγηση
Αξιολόγηση κινδύνου
Το ιδιαίτερα αντιφατικό αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ φαίνεται να διαφοροποιεί τα δεδομένα πυροδοτώντας πολιτικές ανακατατάξεις, τάση που ωστόσο φαίνεται να εντάσσεται στον αρχικό σχεδιασμό και ως εκ τούτου είναι risk neuteral
PROS
- Επιμήκυνση πολιτικών εξελίξεων
- Εμπέδωση αναπτυξιακής δυναμικής
- Αλλαγή και διεύρυνση γεωπολιτικού κάδρου
- Αγωνιστική κόπωση και εκτόνωση κοινωνικών πιέσεων
CONS
- Παράταση ανησυχίας και ανασφάλειας
- Αβεβαιότητα για την έκβαση ενδεχόμενων πρόωρων εκλογών στην πΓΔΜ
- Καθυστέρηση επιχειρηματικών deals