Αντιμέτωπες με ιστορικών και στρατηγικών διαστάσεων πρόκληση βρίσκονται Ευρώπη, Κίνα και Ρωσία καθώς επιχειρούν να σώσουν τη συμφωνία με το Ιράν, από την οποία αποσύρθηκαν οι ΗΠΑ, αμφισβητώντας ουσιαστικά την αμερικανική ηγεμονία στη Μέση Ανατολή, καθώς Πεκίνο και Βρυξέλλες επαναπροσδιορίζουν το διεθνές στίγμα τους, ενώ η Μόσχα επιχειρεί να αναδειχθεί σε πόλο κερδίζοντας από την αντισυσπείρωση απέναντι στην Ουάσιγκτον.
Μέχρι στιγμής το Ιράν έχει αντιμετωπιστεί ad hoc, τόσο από τα media όσο και από τους αναλυτές, με αποτέλεσμα το πραγματικό διακύβευμα να υποτιμάται, καθώς η διάσωση της συμφωνίας αποτελεί πεδίο μέτρησης ισχύος, δυναμικής, αντιπαραβολής και χειραφέτησης για τις εμπλεκόμενες χώρες, ενώ επ αυτού θα κριθεί -σε μεγάλο βαθμό- η επιβολή του αμερικανικού γεωοικονομικού δόγματος, που στόχο έχει να υπερκαλύψει το γεωπολιτικό ψηφιδωτό της Μέσης Ανατολής.
Στην πραγματικότητα, οι ΗΠΑ επιχειρούν με την ψυχαναγκαστική επιβολή μιας ενιαίας οικονομικής πλατφόρμας, να υπερβούν θρησκευτικές, πολιτισμικές, κοινωνικές και εθνοτικές διαιρέσεις, δημιουργώντας σταθερότητα, η οποία θα οδηγήσει σε μια μόνιμα χαμηλότερη τιμή πετρελαίου, μέσω της σταθερότητας και της διαφορποίησης του ενεργειακού μείγματος. Κομβική, για την επιβολή της αμερικανικής στρατηγική είναι η ενεργοποίηση του Ισραήλ ως πόλου στη Μέση Ανατολή, στοίχημα που όμως έχει αποτύχει στο παρελθόν κατ’ επανάληψη. Τώρα, η Ουάσιγκτον επιχειρεί να το επαναφέρει αναδεικνύοντας σε περιφερειακή υπερδύναμη τη Σαουδική Αραβία με την υποστήριξη της Αιγύπτου και κόβοντας τα πλοκάμια της Τεχεράνης σε Λίβανο, Κατάρ και Παλαιστίνη.
Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία, που διαθέτει ισχυρή -αλλά όχι εφάμιλλη των ΗΠΑ- στρατιωτική παρουσία στη Μέση Ανατολή, ελέγχει τα 3/4 της Συρίας και διατηρεί ισχυρές σχέσεις με Ιράν, Λίβανο και εκμεταλλεύεται και το τουρκικό τόξο, επιμένει στον σχηματισμό ενός άλλου πόλου, στον οποίο δεν αποκλείεται, αλλά ελέγχεται και χαλιναγωγείται το Τελ Αβίβ, διατηρείται -αλλά αναδιαρθρώνεται- η επιρροή της Τεχεράνης και η εργαλειοποιείται ad hoc, με το ρίσκο που ενέχει, η Άγκυρα.
Η Ευρώπη, όμως, έχει συμφέρον από τη διατήρηση της Τεχεράνης εκτός κάθε πόλου, ώστε να μπορεί η Ευρώπη να αποκομίζει σημαντικά οφέλη, χωρίς να χρειάζεται να λογοδοτεί σε ΗΠΑ ή Ρωσία. Παράλληλα, η αντιπαλότητα Ιράν-Σαουδικής-Αραβίας στη Μέση Ανατολή, δημιουργεί μια de facto πολυπολικότητα που επιτρέπει την άσκηση πολυεπίπεδης και διαφοροποιημένης εξωτερικής πολιτικής, με ηπιότερες δεσμεύσεις και αποκεντρωμένη προσέγγιση, εξυπηρετώντας το μοντέλο οργάνωσης της ΕΕ.
Για την Κίνα όμως, η υπόθεση του Ιράν, αποτελεί την πρώτη διεθνή της εμφάνιση και ως τέτοια δεν μπορεί να αποτύχει, όχι γιατί το Πεκίνο αντιμετωπίζει έλλειμμα πετρελαίου ή λύσεων για την παρουσία του στη Μέση Ανατολή, αλλά γιατί χρειάζεται μια νίκη για να στείλει το μήνυμά του στον κόσμο, ως παράγοντας σταθερότητας και ως πόλος ανταγωνισμού και εντάσεων.
Συνεπώς, η διάσωση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν δεν θα είναι απλώς μια γεωστρατηγική ήττα των ΗΠΑ, μιας και τέτοιες έχουν πολλές, αλλά μια πρωτοφανής, μεταπολεμικά, αμφισβήτηση της ισχύος και του διεθνούς σχεδιασμού από έναν ετερόκλητο συνασπισμό που οι ίδιες οικοδόμησαν πυροδοτώντας ανεξέλεγκτους ανταγωνισμούς. Αντιστοίχως, αν τελικά επικρατήσει η λογική Τραμπ, τότε οι ΗΠΑ θα έχουν εξασφαλίσει όχι την ηγεμονία τους, αλλά τη δυνατότητα απομακρυσμένου ελέγχου του παγκόσμιου συστήματος.
Το τραπεζικό bypass και το Κουτί της Πανδώρας
Υπ’ αυτό το πρίσμα ΕΕ, Κίνα και Ρωσία έχουν σαφή συμφέροντα να μην επιτρέψουν την ανατροπή του γεωπολιτικού status quo, είναι όμως αβέβαιο αν μπορούν να το πράξουν, δεδομένου του ολιστικού σχεδίου των ΗΠΑ, της έλλειψης πλήρους στρατηγικής από την πλευρά τους και της επιδίωξης διαφορετικών -ενδεχομένως και αντικρουόμενων- τελικών σκοπών.
Σε μια πρώτη ένδειξη αλληλεγγύης προς την Τεχεράνη και επίδειξη πολιτικής βούλησης για την προστασία των οικονομικών τους συμφερόντων ΕΕ, Ρωσία και Κίνα συμφώνησαν στη δημιουργία ενός νέου σκιώδους δικτύου συναλλαγών με το Ιράν ώστε να προστατευτούν οι εταιρίες τους από αμερικανικές κυρώσεις.
Με τον τρόπο αυτό όμως, δημιουργούν μια ακόμη πηγή έντασης και ρίσκου, η οποία συνδέει την εύφλεκτη Μέση Ανατολή με τις πρωτεύουσες των χωρών τους, ανοίγοντας την πόρτα στην αμφίδρομη ροή προβλημάτων, επίπεδο κινδύνου που έχουν διαχειριστεί -τουλάχιστον όχι συνειδητά- ποτέ μέχρι τώρα.
Συνεπώς, δήλωση προθέσεων του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών, Χάικο Μάαας, για τη δημιουργία νέου διατραπεζικού συστήματος, αντίστοιχου του SWIFT, για την προστασία της ΕΕ από τις βουλές των ΗΠΑ, μπορεί, σε αυτό το πλαίσιο, να εκληφθεί ως απειλή, ενώ το ρίσκο που δημιουργεί για το τραπεζικό σύστημα, η προοπτική και μόνο μιας τέτοιας συζήτησης είναι τεράστια.
Μετά το crash test της πρότασης αυτής, η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Φεντερίκα Μογκερίνι, δήλωσε ξεκάθαρα από τη Νέα Υόρκη ότι η Ε.Ε. στηρίζει τη σύσταση «οχήματος ειδικού σκοπού», που θα της επιτρέψει να συνεχίσει κανονικά τις συναλλαγές με το Ιράν, παρακάμπτοντας τις αμερικανικές κυρώσεις.
Μπορεί οι δηλώσεις Μογκερίνι να αναδείχθηκαν ως πρωτοβουλία, δεν ήταν όμως παρά fail-safe της αδυναμίας παράκαμψης του υπάρχοντος τραπεζικού συστήματος.
Η απόφαση αυτή ήρθε καθώς μεγάλες γαλλικές και γερμανικές επιχειρήσεις, που είχαν επιστρέψει στο Ιράν, μετά τη συμφωνία του 2015, μεταξύ των οποίων οι Total, Daimler και Airbus, αναγκάζονται να βάλουν στον πάγο τα σχέδιά τους ή και επιλέγουν την πλήρη έξοδο από τη χώρα.
Η απόφασή τους να αψηφήσουν τον Αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ, θα μπορούσε να πυροδοτήσει νέα ένταση στις σχέσεις με την Ουάσιγκτον. Και εάν για την Κίνα δεν αλλάζουν πολλά, δεδομένου του ψυχροπολεμικού κλίματος στις εμπορικές σχέσεις, για την Ε.Ε., που επιδιώκει εμπορική ανακωχή με τις ΗΠΑ, αλλά και τη Ρωσία, που αναζητά διαύλους προσέγγισης τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα.
Παρίσι και Βερολίνο είχαν από την πρώτη στιγμή υπογραμμίσει ότι αναζητούν τρόπους προστασίας των συμφερόντων των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων σε ιρανικό έδαφος. Φαίνεται ότι η λύση του οχήματος ειδικού σκοπού είναι αυτή που προκρίθηκε. Ανάλογα σχέδια προωθούν Πεκίνο και Μόσχα.
H αμερικανική πλευρά εξακολουθεί πάντως να προειδοποιεί συμμάχους και αντιπάλους ότι όσοι επιλέξουν να κάνουν business με το Ιράν, θα πρέπει να ξεχάσουν τις συναλλαγές με την μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Μένει να φανεί σε ποιον βαθμό θα κάνει πράξη την απειλή της, αλλά και πόσο αποτελεσματικά είναι τα παραθυράκια Ευρώπης- Κίνας- Ρωσίας.
Προς το παρόν οι κυρώσεις έχουν λυγίσει την ιρανική οικονομία και έχουν οδηγήσει σε ελεύθερη πτώση το εθνικό νόμισμα, ενώ πυροδοτούν έντονη αναταραχή και στην αγορά πετρελαίου.