Τον οδικό χάρτη αύξησης των επιτοκίων άρχισε να ξεδιπλώνει η ΕΚΤ, ανακοινώνοντας παράλληλα την έναρξη της διαδικασίας απεμπλοκής από το QE τον Οκτώβριο, επιβεβαιώνοντας τον στόχο τερματισμού στο τέλος του έτους.
Η ΕΚΤ, για πρώτη φορά προσδιορίζει το καλοκαίρι του 2019 ως το πρώτο ορόσημο για τον τερματισμό της πολιτικής μηδενικών επιτοκίων, όπως ανακοίνωσε ο Μάριο Ντράγκι, μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου, το οποίο διατήρησε αμετάβλητα -όπως αναμενόταν- τα επιτόκια.
Η ΕΚΤ, που έχει προαναγγείλει το τέλος του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στο τέλος του έτους, συνεχίζοντας όμως να επενδύει τα κέρδη απ’ αυτό, ανακοίνωσε ότι περιορίζει, από τον Οκτώβριο, τις μηνιαίες αγορές ομολόγων στα 15 δισ.
Όσον αφορά τα επιτόκια η ΕΚΤ διατηρεί τη διατύπωση
«Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν στα σημερινά τους επίπεδα τουλάχιστον μέχρι και το καλοκαίρι του 2019 και πάντως για όσο διάστημα χρειαστεί»
Με τη σημερινή απόφαση, η ΕΚΤ διατήρησε το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στο -0,40%. Παράλληλα, το επιτόκιο για πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,00% και το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 0,25%.
Μιλώντας στη συνέντευξη Τύπου μετά τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής ο Μάριο Ντράγκι σημείωσε ότι “εξακολουθεί να απαιτείται σημαντική τόνωση από τη νομισματική πολιτική”, προσθέτοντας ότι αυτό θα παρέχεται από την πλευρά της κεντρικής τράπεζας με τις επανεπενδύσεις από τους τίτλους που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, από τα αμετάβλητα επιτόκια και το guidance που παρέχουμε σχετικά με τη μελλοντική πορεία των βασικών επιτοκίων”
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ επισήμανε πάντως ότι η αβεβαιότητα ενισχύεται σε παγκόσμιο επίπεδο καθώς η εμπορική διένεξη των μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη δεν φαίνεται να αποκλιμακώνεται.
Η μεγαλύτερη πηγή αβεβαιότητας είναι η ενίσχυση του προστατευτισμού, δήλωσε ο Ντράγκι και πρόσθεσε: “Θα πρέπει να προετοιμαστούμε για το ενδεχόμενο κλιμάκωσης της εμπορικής αντιπαράθεσης, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο ενός εκτεταμένου εμπορικού πολέμου στην εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών”.
Παράλληλα, η αυξημένη μεταβλητότητα στις αναδυόμενες αγορές έχει επίσης συμβάλει στην ενίσχυση της αβεβαιότητας.
Ο επικεφαλής της ΕΚΤ σημείωσε πάντως ότι ο αντίκτυπος από Τουρκία και Αργεντινή παραμένει περιορισμένος. “Οι χώρες που είναι ευάλωτες είναι αυτές με τα πιο αδύναμα θεμελιώδη – υψηλά ελλείμματα και υψηλό πληθωρισμό – ενώ χώρες με υγιή θεμελιώδη δεν επηρεάζονται ή επηρεάζονται λιγότερο”, ανέφερε.
Η ΕΚΤ αναθεώρησε επί τα χείρω και τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, προβλέποντας πλέον επέκταση του ΑΕΠ με ρυθμό 2% έναντι 2,1% για το 208 και επιβράδυνση στο 1,8% από 1,9%.
Για τον πληθωρισμό, οι εμπειρογνώμονες διατήρησαν αμετάβλητες τις προηγούμενες προβλέψεις τους στο 1,7% για το 2018, το 2019 και το 2020.
Σε ό,τι αφορά τα μη συμβατικά μέτρα νομισματικής πολιτικής, το Διοικητικό Συμβούλιο θα διατηρήσει το ύψος των καθαρών αγορών που διενεργεί στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP), το οποίο επί του παρόντος ανέρχεται σε 30 δισεκ. ευρώ μηνιαίως, μέχρι το τέλος αυτού του μήνα. Μετά τον Σεπτέμβριο του 2018, το Διοικητικό Συμβούλιο θα μειώσει το ύψος των μηνιαίων καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού σε 15 δισεκ. ευρώ μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 2018 και προβλέπει ότι, με την επιφύλαξη εισερχόμενων στοιχείων που να επιβεβαιώνουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό, οι καθαρές αγορές θα λήξουν.
Το Διοικητικό Συμβούλιο προτίθεται να επανεπενδύει τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ολοκλήρωση των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας και ενός διευκολυντικού, σε μεγάλο βαθμό, χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής.