Η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ από την Αλ Κάιντα αποτελεί τη μεγαλύτερη και με τους περισσότερους νεκρούς τρομοκρατική επίθεση στον δυτικό κόσμο, ενώ παρομοιάζεται με αυτή του Πέρλ Χάρμπορ, ωστόσο η παρατεταμένη εργαλειοποίηση της επίθεσης αυτής οδηγεί σε νέα έκτροπα και γεννά μεγαλύτερη ανασφάλεια.
Οι συνέπειες της “9/11” όπως χαρακτηριστικά αποκαλείται η αποφράδα εκείνη ημέρα για τη Νέα Υόρκη, δεν ήταν όμως μονοδιάστατες, δεν σκοτώθηκαν μόνο Αμερικανοί, δεν σκοτώθηκαν μόνο χριστιανοί, ούτε μόνο λευκοί, όπως έχει σιωπηρά περάσει σε μερίδα της κοινής γνώμης.
Μπους, Ομπάμα, Τραμπ
Μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όμως ξεκίνησε ένα τεράστιο και πολυεπίπεδο κύμα σεχταριστικής και εθνικιστικής βίας στην αμερικανική κοινωνία, απολήξεις του οποίου έφτασαν και στην Ευρώπη, καταλυτική περίοδο για την επανεμφάνιση ρατσιστικών, θρησκευτικών και εθνικιστικών φανατισμών.
Στη θητεία του ο Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να εξομαλύνει την κατάσταση, υλοποίησε σχέδιο απεμπλοκής από Ιράκ και Αφγανιστάν, ενώ προσπάθησε -και απέτυχε- να κλείσει το Γκουαντάναμο.
Μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ όμως, οι τάσεις αυτές ξεδιπλώνονται και με ταχύτητα, ενώ πλέον οργανώνονται δίκτυα παγκόσμιας κλίμακας για την προώθησή του εθνικισμού, η φυλετική και θρησκευτική βία υποδαυλίζονται από ομιλίες αρχηγών κρατών και οι τρομοκρατικές επιθέσεις πλήττουν την καρδιά των δυτικών κοινωνιών, αποδυναμώνοντας τη συνοχή και αποδομώντας μεθοδικά το εγχείρημα των ανοιχτών χωρών.
Η αμφιλεγόμενη ταξιδιωτική απαγόρευση του Ντόναλντ Τραμπ, η άνοδος λαϊκιστικών, εθνικιστικών και αντιμεταναστευτικών κομμάτων ακόμα και στην εξουσία στην Ευρώπη, αποτελούν συνέπειες της αδυναμίας της παγκόσμιας πολιτικής ελίτ να επιμείνει στο στρατηγικό δόγμα και να επιλύσει κρίσεις με νέα μέσα.
Τα εγκλήματα μίσους και η σεχταριστική βία βρίσκονται πάλι στα επίπεδα της 11ης Σεπτεμβρίου, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και στη Βρετανία, τάση που εξάγεται στην Ευρώπη, ξεκινώντας από την Ιταλία και φτάνοντας στη Σουηδία, τη Γαλλία, την Ελλάδα και τη Γερμανία.
Εκτοτε, πολύ μελάνι έχει χυθεί αναλύοντας, τα αίτια και τα κίνητρα, ενώ θεωρίες συνωμοσίας έχουν κατά καιρούς κατακλύσει το internet, ενίοτε και τα media.
Αφγανιστάν, Ιράκ και τώρα… Ιράν
Δεν ήταν το Αφγανιστάν, τουλάχιστον σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, χρηματοδότης της επίθεσης, παρά μόνο στη γη του βρήκε καταφύγιο ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, ενώ η πλειονότητα των δραστών-αεροπειρατών ήταν Σαουδάραβες, οι οποίοι όμως δεν δέχθηκαν συνέπειες, απολαμβανοντας status συμμάχου των ΗΠΑ και παγκόσμιου ηγέτη στην παραγωγή πετρελαίου.
Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι οι ΗΠΑ δεν επενέβησαν στη Μέση Ανατολή μετά την επίθεση, αλλά είχαν εμπλακεί από την πρώτη επέμβαση του Κόλπου το 1990-91, για τη απελευθέρωση του Κουβέιτ που μόλις είχε καταλάβει το Ιράκ. Ακολούθησε η επέμβαση στο Αφγανιστάν, στο κυνήγι του Μπιν Λάντεν και η επιχείρηση “Σοκ και Δέος” στο Ιράκ, για την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν, γιατί διέθετε πυρηνικά όπλα, τα οποία όμως αποδείχθηκε ότι δεν είχε και ότι τα στοιχεία είχαν κατασκευαστεί.
Ακολούθησε η αραβική άνοιξη, ο εμφύλιος σε Λιβύη, Συρία που δημιούργησαν το προσφυγικό, μια ακόμη πίεση στις δυτικές κοινωνίες που ενεργοποίησε τα συντηρητικά και αμυντικά αντανακλαστικά. Αρκετά αργότερα, το 2016 ήρθε το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία, το εμπάργκο στο Κατάρ και η παρολίγον αποσταθεροποίηση του Λιβάνου.
Το Ιράν βρίσκεται στο στόχαστρο, μια εντελώς μη-δημοκρατική χώρα, μια διακηρυγμένη θεοκρατία, στην οποία το καθεστώς στερεί ατομικές ελευθερίες, κάτι που αντίστοιχα συμβαίνει όμως στη Σαουδική Αραβία και στα ΗΑΕ.
Στόχος, προφανώς δεν είναι τα πυρηνικά της χώρας, που τα διαθέτει ή όχι είναι προφανές ότι δεν αποτελούν απειλή για κανένα, αλλά η διαρκώς αυξανόμενη επιρροή του στη Μέση Ανατολή, με τα κεφάλαια που αντλεί από το εμπόριο πετρελαίου και όχι μόνο.