Σε τροχιά αναπόδραστων εξελίξεων έχουν εισέλθει τα Βαλκάνια, καθώς η ταυτόχρονη ωρίμανση πρωτοβουλιών γεωπολιτικών πρωτοβουλιών και μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων, σε συνδυασμό με τη διακηρυγμένη πολιτική και οικονομική δέσμευση της ΕΕ στην περιοχή έχουν δημιουργήσει πλαίσιο ταχείας επώασης τεκτονικών ανακατατάξεων.
Τη μετάβαση των Βαλκανίων σε νέα εποχή, σηματοδοτεί η οριστική επίλυση χρονιζουσών διαφορών, κάτι που αναμένεται να διακηρύξουν με ομιλίες τους από αύριο και μέχρι το τέλος του έτους, οι ηγέτες των χωρών της περιοχής. Ελλάδα, Σερβία, Κόσοβο και πΓΔΜ (Βόρεια Μακεδονία) κρατούν τώρα τα κλειδιά, που μόνο εν συγχορδία, ανοίγουν την πόρτα της επόμενης ημέρας, απελευθερώνοντας υγιείς δυνάμεις, ενώ παράλληλα μπορούν να θάψουν οριστικά σκελετούς από το αιματηρό παρελθόν.
Ακόμα, όμως δεν έχουν εκλείψει οι κίνδυνοι που προκαλεί ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός NATO και ΕΕ με τη Ρωσία, ενώ ενισχύονται από τις ad hoc πολιτικές των ΗΠΑ και το εθνικιστικό γονίδιο, που αν και βρίσκεται σε λανθάνουσα μπορεί να προκαλέσει εκρήξεις.
Όπως επισημαίνουν διεθνή think tanks ακόμα και οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση των προβλημάτων στα Βαλκάνια, μπορεί να οδηγήσουν σε εντάσεις, πολιτικές συγκρούσεις, κοινωνικές αναταραχές και εθνικιστικές εξάρσεις, εγείροντας ανησυχίες για τη δυνατότητα επιβολής τόσο φιλόδοξων σχεδιασμών.
Η έξωθεν τροφοδοτούμενη άνοδος της ακροδεξιάς και των υπερεθνικιστικών κινημάτων, σε συνδυασμό με την εδραιωμένη παρέμβαση των θρησκευτικών ηγετών στα πολιτικά και γεωστρατηγικά δρώμενα της περιοχής αποτελούν τον βασικό κίνδυνο ανάσχεσης. Βέβαια, η έως τώρα στάση των ΗΠΑ δεν δείχνει πρόθεση αντιστροφής της προόδου που έχει επιτευχθεί, αν και η υποστήριξη για τη συμφωνία επαναχάραξης συνόρων Σερβίας-Κοσόβου, θα μπορούσε να οδηγήσει αναταράξεις.
Η Ρωσία, αν και αντιδρά σθεναρά, επιδιώκοντας να διατηρήσει την επιρροή της, εν τούτοις, φαίνεται έτοιμη να συμβιβαστεί σε ένα πλαίσιο που ευνοείται οικονομικά, αποδυναμώνεται γεωστρατηγικά αλλά διατηρεί ισχυρές πολιτικές παρεμβάσεις και καλύτερες σχέσεις με την ΕΕ.
Σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται άλλωστε και οι προτάσεις της ΕΕ, με τον Εμμάνουελ Μακρόν και την Άγκελα Μέρκελ να προσφέρουν στον Βλάντιμιρ Πούτιν αναβαθμισμένη και εκτός αμερικανικού πλαισίου εταιρική σχέση, με προϋπόθεση την αυτοσυγκράτηση της Μόσχας στα ζητήματα πολιτικής της ΕΕ.
Καθοριστικά βήματα
Αθήνα και Σκόπια δίνουν τέλος στη διαμάχη για το όνομα, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η συμφωνία θα λάβει πράσινο φως στο επικείμενο δημοψήφισμα. Οι εθνικιστικές εντάσεις στην Ελλάδα και την πΓΔΜ είναι, μέχρι στιγμής, περιορισμένες και ελεγχόμενες, βοηθώντας στην ολοκλήρωση της συμφωνίας με λελογισμένο πολιτικό κόστος.
Η πρωτοφανής συγκυρία δημιουργείται από την ταυτόχρονη ωρίμανση πρωτοβουλιών που ξεκίνησαν από διαφορετικές αφετηρίες, σηματοδοτώντας την απαρχή μιας νέας εποχής, η οποία θα παίξει καθοριστικό ρόλο και στον εν εξελίξει μετασχηματισμό Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρωζώνης.
Μπαράζ δημοσιευμάτων, δηλώσεων, παρεμβάσεων ακόμα και προειδοποιήσεων, αναδεικνύει την κρισιμότητα των στιγμών και την ένταση των παρασκηνιακών διεργασιών. Μέτωπα και εξελίξεις που μέχρι τώρα εξετάζονταν αποσπασματικά και αποκεντρωμένα, φαίνεται να αποκτούν νέες ερμηνείες εφόσον ιδωθούν υπό το φως της παράλληλης εκπλήρωσής τους.
Η αίσθηση του κατεπείγοντος που δημιουργούν οι διεργασίες στα Βαλκάνια, σπρώχνουν και την Ευρώπη στην κατεύθυνση της μεταρρύθμισης, τάση που στο παρελθόν απέτυχε να ακολουθήσει η Οθωμανική Αυτοκρατορία, με αποτέλεσμα την απώλεια των βαλκανικών κτήσεών της. Τώρα η έννοια της βαλκανικής συμμαχίας επανέρχεται στο προσκήνιο, υπό το πρίσμα της οικονομικής ανάπτυξης και της πολιτικής θωράκισης της περιοχής, καταδεικνύει όμως, παράλληλα, την ισχυρή πολιτική βούληση των ηγετών της περιοχής για ένα new deal.
Την ίδια στιγμή ο Σέρβος και ο Κοσοβάρος πρόεδρος προκρίνουν την ανταλλαγή εδαφών. Η ντε φάκτο αποκομμένη από την Πρίστινα περιοχή βορείως του Ίμπαρ, που διοικείται από το Βελιγράδι να περιέλθει στη Σερβία και η κοιλάδα του Πρέσεβο στη νότια Σερβία να περάσει στο Κοσσυφοπέδιο. Όμως, το σχέδιο είναι αμφιλεγόμενο, οι απόψεις των ειδικών διίστανται. Τόσο ο Καρλ Μπιλντ, πρώην ειδικός απεσταλμένος της ΕΕ για τη Γιουγκοσλαβία, όσο και ο πρώην πρέσβης Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ, ο οποίος εκπροσώπησε την ΕΕ στις διαπραγματεύσεις για το μέλλον του Κοσσυφοπεδίου, προειδοποιούν για μια ανταλλαγή εδαφών κάνοντας λόγο για ένα κουτί της Πανδώρας, το οποίο αν ανοίξει ενδέχεται να θέσει υπό αμφισβήτηση ή ακόμα και να μετατοπίσει τα σύνορα και σε άλλες περιοχές των Βαλκανίω».
Ξεκινώντας από την ένταξη του Μαυροβουνίου στο NATO και τον επαναπροσδιορισμό των συνόρων του με το Κόσοβο, μέχρι τη Συμφωνία των Πρεσπών, τη χοροθέτηση ελληνοαλβανικών θαλασσίων συνόρων και την ανταλλαγή εδαφών Σερβίας-Κοσόβου, αναδεικνύεται ένα πλέγμα εξελίξεων, η γεωστρατηγική και γεωοικονομική διάταση του οποίου δεν μπορεί να αγνοηθεί, με δεδομένο ότι οι ενέργειες αυτές απελευθερώνουν την ευρωατλαντική προοπτική των εμπλεκομένων χωρών, οι οποίες είναι οι ίδιες που είχαν είχαν συμμετάσχει στη Βαλκανική Συμμαχία κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η Χάρτα του Ρήγα
Ωστόσο, υπάρχει και μία ακόμη διάσταση, η οποία έχει αναδειχθεί κατά καιρούς, αλλά κρατείται “χαμηλά”, συνειδητά όπως φαίνεται, αυτή της αυτόνομης ανάπτυξης της περιοχής και ανάδειξής της σε υπερεθνικό σχηματισμό με τη συμμετοχή της Ελλάδας, Βουλγαρίας, Σερβίας, Κοσόβου, Αλβανίας, Ρουμανίας και ενδεχομένως της Κροατίας.
Αύριο, ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ, ο Σέρβος πρόεδρος Αλεξαντ Βούτσιτς στο Κόσοβο θα αναφερθούν στις προοπτικές που δημιουργούνται για την ευρύτερη περιοχή, η οποία απελευθερώνεται από παρωχημένα προβλήματα, αναχρονιστικά διλήμματα και μπορεί πλέον να εστιάσει απερίσπαστη στην επίτευξη ευημερίας για τους λαούς. Οι ηγέτες θα εστιάσουν στην επίλυση των διαφορών, ως το πρώτο και το καθοριστικό βήμα για μια νέα εποχή σταθερότητας και οικονομικής ευημερίας, ενώ, σύμφωνα με το κυρίαρχο σενάριο, θα υπάρξουν αναφορές στη Χάρτα του Ρήγα, θέλοντας να δώσουν τον τόνο της εκπλήρωσης της ιστορικής αποστολής.
Τούτων δοθέντων, η παρουσία των ΗΠΑ, ως τιμώμενη χώρα στη ΔΕΘ, αποκτά ιδιαίτερη, πολιτική, οικονομική και σημειολογική αξία, καθώς η Ουάσιγκτον διαδραματίζει, διαχρονικά, καθοριστικό ρόλο στις διεργασίες που συντελούνται την περιοχή.
Τα προβλήματα
Για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων η Ευρωπαϊκή προοπτική ήταν σημείο αναφοράς, ωστόσο, παρά τις καλές προθέσεις, το πρόωρο άνοιγμα της ΕΕ προς ανατολάς, υπό την πίεση του NATO,, έχει σήμερα οδηγήσει την ΕΕ σε πολλαπλά αδιέξοδα, όπως μαρτυρούν οι εντάσεις στις σχέσεις της Κομισιόν με την Πολωνία, την Ουγγαρία και την Τσεχία και το σοκ από την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Η εμπειρία αυτή αποτελεί και το βασικό ανασταλτικό παράγοντα για την νέα διεύρυνση της ΕΕ.
Αυτό καταγράφηκε στο Συμβούλιο Εσωτερικών Υποθέσεων, όταν Αλβανία και Σκόπια αντί πρόσκλησης για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων έλαβαν… πάγο.
Η εξέλιξη αυτή αποτέλεσε μια ακόμη υπαναχώρηση της Ευρώπης έναντι των Δυτικών Βαλκανίων, μια απόφαση που υπό άλλες συνθήκες θα είχε προκαλέσει πολιτικές και κοινωνικές εκρήξεις και θα πυροδοτούσε έντονο αντιευρωπαϊσμό. Όχι όμως αυτή τη φορά. Τώρα έγινε δεκτή με πικρία, αλλά χωρίς να πεθάνει η προοπτική.
Η ΕΕ, όμως, τώρα φαίνεται ότι δεν εγκαταλείπει τα Βαλκάνια, αλλά αναπτύσσει ενεργό δράση για την επούλωση των πληγών, αγόμενη -ενδεχομένως- από ιδιοτελή κίνητρα, όπως η απώθηση της Κίνας και ο περιορισμός της επιρροής της Τουρκίας. Παρ’ όλα αυτά, οι Βρυξέλλες ετοιμάζονται να ρίξουν πακτωλό κεφαλαίων για την αναβάθμιση των υποδομών, όπως η κατασκευή οδικού δικτύου, καθώς και την βελτίωση των τηλεπικοινωνιακών δομών.
Βαλκάνια: Η πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης
Δεν είναι η πρώτη φορά που από τα Βαλκάνια ξεκινάει ο ευρωπαϊκός μετασχηματισμός, είναι ένας ρόλος που η πολύπαθη περιοχή κρατά για πάνω από έναν αιώνα και προσδιορίζει τον χαρακτήρα της, ωστόσο στην ιστορία οι Βαλκάνιοι είναι γνωστοί γιατί “μιλάνε δυνατά, τρώνε καυτερά και ξεκινάνε πολέμους”.
Τα Βαλκάνια είναι περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης, η οποία από το μακρινό παρελθόν λειτουργεί ως σταυροδρόμι πολιτισμών, ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή και την Ασιατική ήπειρο. Η διακριτή ταυτότητα και ο τεμαχισμός της βαλκανικής χερσονήσου θεωρείται σύμφωνα με αρκετούς ιστορικούς απότοκο της ορεινής γεωγραφίας της, της συγκέντρωσης πολλών εθνοτήτων σε έναν γεωγραφικά περιορισμένο χώρο και της εξαιρετικά βίαιης ιστορίας της, που είναι γεμάτη πολέμους, επιδρομές, εξεγέρσεις.
Η ρευστότητα των συνόρων στην Βαλκανική ερμηνεύεται συχνά ως ανικανότητα των διαφορετικών εθνοτήτων να συνεργαστούν μεταξύ τους ειρηνικά. Τούτη η άποψη είναι ιστορικά ελεγχόμενη, καθώς οι Βαλκανικοί λαοί σε ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας τους εξαρτώνταν και εξαρτώνται από τις διαθέσεις ισχυρών πολιτικών και στρατιωτικών δυνάμεων και οργανισμών που καθόρισαν και συνεχίζουν να καθορίζουν την ιστορία τους.
Μετά την νίκη της Ιταλίας στον Ιταλοτουρκικό Πόλεμο του 1911-1912 οι Νεότουρκοι έχασαν την εξουσία μετά από πραξικόπημα. Οι Βαλκανικές χώρες το είδαν ως ευκαιρία να επιτεθούν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και να εκπληρώσουν τις επιθυμίες τους για επέκταση.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος που ήταν τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, θεωρώντας ότι, αν ξεσπάσει ένοπλη σύγκρουση στα Βαλκάνια χωρίς Ελληνική συμμετοχή θα χανόταν για πάντα η δυνατότητα να υλοποιηθούν οι ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις στη Μακεδονία και τη Θράκη, υπέγραψε τον Μάιο του 1912 αμυντική συμμαχία με τη Βουλγαρία. Οι δύο χώρες επίσης δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας και συναίνεσαν απλώς στο να κρατήσει κάθε χώρα όσα εδάφη θα κατάφερνε να αποσπάσει από την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Με την αρχική ενθάρρυνση Ρώσων αντιπροσώπων το Μάρτιο του 1912 η Σερβία και η Βουλγαρία υπέγραψαν συμμαχία εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Βάσει της συμφωνίας σε περίπτωση νίκης επί των Τούρκων, η Βουλγαρία θα προσαρτούσε τα εδάφη ανατολικά του Στρυμόνα, η Σερβία τα εδάφη βόρεια του όρους Σκάρδος. Οι δύο χώρες δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας. Στην συμμαχία προστέθηκε αργότερα και το Μαυροβούνιο.
Οι Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-1913
Τέσσερα βαλκανικά κράτη νίκησαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία στον πρώτο πόλεμο και ένα από αυτά, η Βουλγαρία, ηττήθηκε στο δεύτερο πόλεμο. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία έχασε το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς της στην Ευρώπη. Η Αυστροουγγαρία, αν και δεν συμμετείχε στον πόλεμο, έγινε σχετικά πιο αδύναμη, καθώς μια πολύ διευρυμένη Σερβία πίεζε για την ένωση των Νότιων Σλαβικών λαών. Ο πόλεμος όρισε το σκηνικό για τη Βαλκανική κρίση του 1914 και έτσι λειτούργησε ως προανάκρουσμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Ελλάδα, η Βουλγαρία, το Μαυροβούνιο και η Σερβία είχαν αποκτήσει την ανεξαρτησία τους από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά μεγάλα τμήματα των εθνικών τους πληθυσμών παρέμεναν υπό την Οθωμανική κυριαρχία. Το 1912 οι χώρες αυτές σχημάτισαν το Βαλκανικό Συνασπισμό. Ο Α΄ Βαλκανικός πόλεμος είχε τρεις κύριες αιτίες:
- Η Οθωμανική Αυτοκρατορία αδυνατούσε να μεταρρυθμιστεί, να κυβερνήσει ικανοποιητικά ή να ασχοληθεί με τον αυξανόμενο εθνικισμό των διαφόρων λαών της.
- Οι Μεγάλες Δυνάμεις διαφωνούσαν μεταξύ τους και απέτυχαν να εγγυηθούν ότι οι Οθωμανοί θα πραγματοποιήσουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Αυτό οδήγησε τα βαλκανικά κράτη να επιβάλουν τη δική τους λύση.
- Το σημαντικότερο ήταν ο σχηματισμός του Βαλκανικού Συνασπισμού και η πεποίθηση των μελών του ότι θα μπορούσαν να νικήσουν τους Τούρκους.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία έχασε όλα τα ευρωπαϊκά εδάφη της στα δυτικά του ποταμού Εβρου, ως αποτέλεσμα των δύο Βαλκανικών Πολέμων, που έτσι καθόρισαν τα σημερινά δυτικά σύνορα της Τουρκίας. Άρχισε μια μεγάλη εισροή Τούρκων στα ενδότερα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τις απωλεσθείσες περιοχές. Μέχρι το 1914 η απομένουσα περιοχή-πυρήνας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας γνώρισε αύξηση πληθυσμού περίπου 2,5 εκατομμυρίων λόγω της πλημμύρας της μετανάστευσης από τα Βαλκάνια.
Ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος ξεκίνησε όταν τα κράτη-μέλη του Συνασπισμού επιτέθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 8 Οκτωβρίου 1912 και έληξε οκτώ μήνες αργότερα με την υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου στις 30 Μαΐου 1913.
Ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος ξεκίνησε στις 16 Ιουνίου 1913. Τόσο η Σερβία όσο και η Ελλάδα, με το επιχείρημα ότι ο πόλεμος είχε παραταθεί, απέρριψαν σημαντικά στοιχεία της προπολεμικής συνθήκης και διατήρησαν υπό την κατοχή τους όλες τις περιοχές που είχαν καταλάβει και που έπρεπε να χωριστούν σύμφωνα με συγκεκριμένα προκαθορισμένα όρια. Βλέποντας τη συνθήκη να καταπατείται, η Βουλγαρία δυσαρεστηθηκε από τη διανομή των εδαφικών κερδών στη Μακεδονία (που έγινε μυστικά από τους πρώην συμμάχους της, τη Σερβία και την Ελλάδα) και ξεκίνησε στρατιωτική δράση εναντίον τους. Οι υπέρτεροι αριθμητικά ενωμένοι Σερβικός και Ελληνικός στρατοί απέκρουσαν τη βουλγαρική επίθεση και αντεπιτέθηκαν στη Βουλγαρία από τα δυτικά και τα νότια. Η Ρουμανία, χωρίς να έχει συμμετάσχει στη σύγκρουση, είχε άθικτα στρατεύματα για να επιτεθεί και εισέβαλε στη Βουλγαρία από το βορρά, παραβιάζοντας μια ειρηνευτική συνθήκη μεταξύ των δύο κρατών. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία επίσης επιτέθηκε στη Βουλγαρία και προέλασε στη Θράκη ανακαταλαμβάνοντας την Αδριανούπολη. Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου που ακολούθησε η Βουλγαρία έχασε τα περισσότερα από τα εδάφη που είχε κερδίσει κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, ενώ αναγκάστηκε ακόμη να παραχωρήσει στη Ρουμανία το πρώην οθωμανικό νότιο τρίτο της επαρχίας της Δοβρουτσάς.