Ανησυχία για νέο μεγάλο κύμα προσφύγων από τη Λιβύη, το οποίο μπορεί να φτάσει και τα 50,000 άτομα γεννά η ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης στη χώρα, καθώς η Τρίπολη έχει κηρυχθεί σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης μετά από το ξέσπασμα νέων συγκρούσεων που είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 200 ανθρώπων σε δέκα μέρες.
Την ίδια στιγμή με κατάρρευση απειλούνται οι δομές κράτησης προσφύγων και μεταναστών, λόγω της ανεπάρκειας προμηθειών, νερού και της επιδείνωσης των συνθηκών διαβίωσης, εντείνοντας τους φόβους σε Ιταλία και ΕΕ.
Οι αναταραχές στη χώρα έχουν οδηγήσει στη ραγδαία μείωση της παραγωγής πετρελαίου, που σε συνδυασμό με το Ιράν και Βενεζουέλα προκαλούν ανησυχία στις αγορές, οδηγώντας σε άνοδο τις τιμές.
Η όλο και πιο εύθραυστη «εξουσία» της αναγνωρισμένης κυβέρνησης του Φαγέζ Σαράτζ είναι εξελίξεις που δεν αφορούν μόνον τη Λιβύη. Η Ιταλία προειδοποιεί ότι ο νέος κύκλος αποσταθεροποίησης στη γειτονική χώρα μπορεί να οδηγήσει σε ενισχυμένες μεταναστευτικές ροές και αποδίδει ευθύνες στους χειρισμούς του Παρισιού.
«Ο μεγάλος φόβος είναι ότι μπορεί να ακυρωθεί η συμφωνία για τις μεταναστευτικές ροές. Πρόκειται για τη συμφωνία που είχε υπογράψει η κυβέρνηση Τζεντιλόνι και η οποία ανανεώθηκε επί Τζουζέπε Κόντε, με την απόφαση να αποσταλούν στη λιβυκή ακτοφυλακή τα σκάφη που είχαν συμφωνηθεί»,
σημειώνει ρεπορτάζ της Corriere della Sera.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, Ιταλοί διπλωμάτες και υπηρεσίες αναζητούν νέους συνομιλητές, υπό τον φόβο ότι οι διακινητές θα επιταχύνουν τις αναχωρήσεις. Ο στρατηγός Χαφτάρ ίσως έχει συμφέρον να αποδυναμώσει την Ιταλία –η οποία έως τώρα έχει αποφύγει οποιαδήποτε διαπραγμάτευση μαζί του– στηρίζοντας τους παραστρατιωτικούς που συνεργάζονται με τις εγκληματικές οργανώσεις».
Η κρισιμότερη εξέλιξη, από τη σκοπιά της Ευρώπης, είναι ότι, μετά τις πρόσφατες συγκρούσεις, η αναγνωρισμένη κυβέρνηση έχει χάσει τον έλεγχο οχυρών τα οποία διασφάλιζαν την πρόσβαση στις μεσογειακές ακτές, κάτι που εγείρει τον κίνδυνο να ξεμείνει η ακτοφυλακή από καύσιμα, αφήνοντας ελεύθερο πεδίο στους διακινητές.
Παρά την αστάθεια, πάντως, η ιταλική πετρελαϊκή εταιρεία ΕΝΙ, που είχε ιστορικά προνομιακή πρόσβαση στα κοιτάσματα της Λιβύης, ανακοίνωσε ότι θα παραμείνει στη χώρα.