Τα ερωτήματα, επιτακτικά και ακόμα αναπάντητα: Που θα σταματήσει και ποιός μπορεί να ανακόψει τον πανικό που έχουν προκαλέσει οι παράλληλες και αλληλεπικαλυπτόμενες κρίσεις στις αναδυόμενες αγορές; Το ΔΝΤ είχε προειδοποιήσει για τις επιπτώσεις της πρόωρης αύξησης των επιτοκίων από τη Fed και τους εμπορικούς πολέμους του Ντόναλντ Τραμπ, ο ΟΟΣΑ κάνει λόγο για το κόστος επιστροφής στην κανονικότητα, ενώ τα think tanks είχαν προβλέψει την επερχόμενη αναρχία, καθώς το γεωοικονομικό δόγμα θα αναμετρώνταν με το εδραιωμένο γεωπολιτικό, αρχικά στην ευαίσθητη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Οι φόβοι εξάπλωσης της κρίσης που πλήττει τις αναδυόμενες αγορές και το ενδεχόμενο πρόκλησης ντόμινο στις ανεπτυγμένες, μέσω της νέας τραπεζικής κρίσης, αποτελούν μοχλό πιέσεων στα χρηματιστήρια και ιδιαίτερα στον τραπεζικό τομέα, όπως προειδοποιεί και σε χθεσινή έκθεσή του ο ΟΟΣΑ, όταν αναφέρεται στους κινδύνους και το κόστος επιστροφής στην… επιτοκιακή κανονικότητα.
Για τις τράπεζες υψηλότερο επιτόκια σημαίνουν περιορισμένα μαξιλάρια και βελτίωση αποδόσεων, ωστόσο αυτό θα συμβεί μεσομακροπρόθεσμα. Στο μεταξύ καλούνται να αντιμετωπίσουν περίοδο αυξημένου λειτουργικού κινδύνου σε περιβάλλον αστάθειας.
Το βαρύ επενδυτικό κλίμα, που δημιουργεί η εμπρηστική ρητορική του Ντόναλντ Τραμπ, τα εσωτερικά προβλήματα, η προοπτική αύξησης των αμερικανικών επιτοκίων και η σταδιακή έξοδος της ΕΚΤ από πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που οδηγούν τους επενδυτές σε sell-off.
Το ντόμινο είναι εύκολο να προκληθεί και η μετάσταση της κρίσης από τις οικονομίες στις τράπεζες και από κει η διάχυσή της στις ανεπτυγμένες οικονομίες, είναι εύκολη, αρκεί να ξεκινήσει η επιθετική διαδικασία περιορισμού ρίσκου και έκθεσης, ή η αποκαλούμενη απομόχλευση και αποεπένδυση.
Οι εντάσεις στις σχέσεις Ιταλίας-Ευρώπης για τον προϋπολογισμό, ο εμπορικός πόλεμος που έχει κηρύξει ο Ντόναλντ Τραμπ στην ΕΕ, την Κίνα και η πολιτική και εμπορική αντιπαράθεση ΗΠΑ-Τουρκίας, συμπληρώνουν, αλλά δεν εξαντλούν, την εξίσωση που οδηγεί τους δείκτες των χρηματιστηρίων όλο και χαμηλότερα.
Το ΔΝΤ έχει από καιρό υπολογίσει στα 450 δισ. δολάρια ή στο 0,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ετησίως, το κόστος του Trump-effect, περιορίζοντάς το στους εμπορικούς πολέμους. Αν τώρα σε αυτό προστεθεί το disruption που προκαλούν οι εξελίξεις στις αναδυόμενες αγορές, η αποσταθεροποίηση χωρών και το διαρκές stressing των τραπεζών, τότε το συνεπακόλουθο κόστος, ρίσκο και οι συνέπειες διογκώνονται εκθετικά.
Οι επενδυτές φαίνονται ανήσυχοι ότι κάποια από τις BATS (Brazil, Argentina, Turkey, South Africa) δεν θα είναι σύντομα σε θέση να εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις και θα αναγκαστεί να αθετήσει πληρωμές χρέους.
Πρώτη υποψήφια για έκρηξη είναι η Τουρκία, αν και το αργεντίνικο πέσο σημειώνει μακράν τη χειρότερη επίδοση της χρονιάς και ΔΝΤ και κυβέρνηση αδυνατούν να παράσχουν ικανοποιητικές διαβεβαιώσεις στις αγορές.
Αποτέλεσμα: Τα CDS, δηλαδή το κόστος ασφάλισης έναντι της χρεοκοπίας ομολόγων, των BATS να έχει σκαρφαλώσει σε δυσθεώρητα υψηλά επίπεδα, ενώ πλέον οι φόβοι πιέζουν τις μετοχές των τραπεζών και εταιριών με έκθεση στα BATS, αυξάνοντας τον κίνδυνο να εξελιχθεί η κρίση σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Τι συμβαίνει στα BATS
Από το γράφημα φαίνεται ότι η πιθανότητα χρεοκοπίας της Αργεντινής την επόμενη 5ετία βρίσκεται στο 41%, το υψηλότερο επίπεδο από τον συμβιβασμό που πέτυχε ο Μαουρίσιο Μάκρι με τους διεθνείς πιστωτές στη 10ετή αντιπαράθεση με όσους δεν συμμετείχαν στην αναδιάρθρωση χρέους.
Το ρίσκο χρεοκοπίας της Τουρκίας βρίσκεται πλέον στο 31%, που αποτελεί το υψηλότερο από την κρίση του 2008.
Η Βραζιλία έχει 18% πιθανότητες χρεοκοπίας, επίπεδο που επίσης είναι το υψηλότερο από τη μεγαλύτερη ύφεση της χώρας το 2016!
Τέλος, στη Νότια Αφρική το ρίσκο χρεοκοπίας εκτοξεύθηκε στο 15%, το υψηλότερο από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και αφού παραιτήθηκε ο πρόεδρος Ζούμα, υπό το βάρος σκανδάλων και διαφθοράς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Βενεζουέλα ήδη βρίσκεται σε καθεστώς επιλεκτικής χρεοκοπίας έχοντας αθετήσει μέχρι στιγμής πληρωμές ομολόγων 6 δισ., ενώ η χώρα βρίσκεται σε δίνη και εκατομμύρια πολίτες έχουν ήδη μεταναστεύσει.
Οι επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου
Την ίδια στιγμή, οι επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου, που έχει κηρύξει σε ΕΕ και Κίνα ο Ντόναλντ Τραμπ απειλούν να επιβραδύνουν ουσιωδώς την παγκόσμια οικονομία, καθώς πλέον κραδαίνει την απειλή της επιβολής δασμών σε κινεζικές εισαγωγές 200 δισ. δολαρίων.
Στη συνεδρίαση της Τετάρτης το Χρηματιστήριο της Τζακάρτα δέχθηκε τις ισχυρότερες πιέσεις, μεταξύ των αναδυόμενων αγορών, με ημερήσιες απώλειες 3,8%, ενώ σε ελεύθερη πτώση βρίσκεται και ο MSCI large cap αναδυόμενων αγορών, ένδειξη της διάχυτης ανησυχίας και της άμεσης σύνδεσης των αγορών νομισμάτων, ομολόγων και μετοχών.
Ο ευρωπαϊκός νότος
Τα προβλήματα όμως δεν περιορίζονται εκεί, καθώς η προδιάθεση αντιπαράθεσης ΕΕ-Ιταλίας για το χρέος, το έλλειμμα και τον προϋπολογισμό του 2019 επίσης προκαλούν ανησυχία στις αγορές, οδηγώντας σε άνοδο αποδόσεων στα ομόλογα, πιέσεις στις μετοχές και εκροές κεφαλαίων.
Το προοίμιο κρίσης στην Ιταλία επηρεάζει όμως και την -ακόμα- ευάλωτη ελληνική οικονομία, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να αυξάνεται από το 4,26% στο 4,96% μέσα σε λίγες μέρες, αρκετά υψηλότερα από το 3,9% του προηγούμενου μήνα,