Από την Ιντλίμπ της Συρίας, τον τελευταίο θύλακα αντικυβερνητικών στα νότια της χώρας, θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό το παγκόσμιο γεωπολιτικό τοπίο, καθώς εκεί δεν αντιπαρατίθεται ο Άσαντ με τους αντιπάλους του, αλλά η Δύση με τον Βλάντιμιρ Πούτιν και οι ΗΠΑ παίζουν το χαρτί της άσκησης επιρροής χωρίς ουσιαστική στρατιωτική παρουσία.
Η Ρωσία, οι ΗΠΑ, το Ιράν, η Γαλλία, η ΕΕ, η Τουρκία, ο Λίβανος, η Σαουδική Αραβία, ακόμα και η Κίνα έχουν λόγο στις εξελίξεις στο μέτωπο της Ιντλίμπ. Πρόκειται λοιπόν για ένα ιδιαίτερα σύνθετο ζήτημα, η έκβαση του οποίου δεν κρίνεται μόνο από την ισορροπία δυνάμεων στο πεδίο, αλλά από μια σειρά παραγόντων που δεν άπτονται απαραίτητα της τοπικά διαμορφωθείσας κατάστασης.
Οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία, με τη Ρωσία και τα περιθώρια παρέμβασης της Ευρώπης άμεσα και έμμεσα καθώς και ο χρόνος που μπορεί να διατεθεί είναι μεταβλητές που μπορούν να κρίνουν το αποτέλεσμα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη, στο πλαίσιο μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης με τον Βλάντιμιρ Πούτιν, διακόψει τη χρηματοδότηση των ανταρτών και την παροχή στρατιωτικής υποστήριξης, οι ΗΠΑ διατηρούν όμως ισχυρή επιρροή όντας ο μόνος -ουσιαστικά- διεθνής παράγοντας που μπορεί να περιστείλει αποτελεσματικά την επέλαση της Ρωσίας.
Στο στρατιωτικό σκέλος η αντιπαράθεση φαίνεται να έχει κριθεί προκαταβολικά, ωστόσο ούτε εκεί η εικόνα είναι μονοδιάστατη, καθώς λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης στρατευμάτων, το λουτρό αίματος ίσως αποδειχθεί αναπόφευκτο, αν δεν υπάρξει συμφωνία πλαίσιο για την επόμενη ημέρα με τις περισσότερες από τις αντιμαχόμενες πλευρές.
Στο διπλωματικό πεδίο, οι πρωτοβουλίες της Ρωσίας για παράδοση των ανταρτών, τους οποίους χαρακτηρίζει τρομοκράτες και τους εντάσσει στο μέτωπο Αλ-Νούσρα, χωρίς να υπάγονται εκεί κατ ανάγκη, απέβησαν άκαρπες. Κανείς ωστόσο δεν περίμενε αποτελέσματα όταν άπαντες γνωρίζουν ότι διεθνείς παίχτες που έχουν συμφέροντα στην περιοχή δεν έχουν εκφραστεί ακόμα.
Αυτό επιβεβαιώθηκε με το tweet του Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος κάλεσε και προειδοποίησε τον Άσαντ να μην επέμβει, γιατί θα δημιουργήσει εκατόμβες θυμάτων. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο Βλάντιμιρ Πούτιν προσκόμισε -μόλις την προηγούμενη εβδομάδα- στοιχεία για επαπειλούμενη προβοκάτσια με χημικά που θα είχε στόχο τον εξαναγκασμό της παρέμβασης των ΗΠΑ και της διεθνούς κοινότηττας κατά του Άσαντ.
President Bashar al-Assad of Syria must not recklessly attack Idlib Province. The Russians and Iranians would be making a grave humanitarian mistake to take part in this potential human tragedy. Hundreds of thousands of people could be killed. Don’t let that happen!
— Donald J. Trump (@realDonaldTrump) September 3, 2018
Το tweet του Αμερικανού προέδρου αν και εκ πρώτης όψεως δεν έχει ιδιαίτερη αξία, καθώς οι ΗΠΑ έχουν αποσύρει τον κύριο όγκο των στρατευμάτων τους από την περιοχή, σε μια πιο προσεκτική εξέταση, όμως, βάζει φρένο στις διαπραγματεύσεις των ανταρτών με τη Ρωσία και τον Άσαντ και στέλνει μήνυμα συνολικής, κεντρικής διαπραγμάτευσης μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον.
Παράλληλα, ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη Συρία, Στάφαν ντε Μιστούρα, τόνισε ότι η Συρία μπορεί να αποφύγει μια αιματοχυσία αν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Τούρκος ομόλογός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνομιλήσουν επειγόντως για την επίλυση της κατάστασης στην Ιντλίμπ.
Το 60% της Ιντλίμπ, της τελευταίας επαρχίας που δεν ελέγχεται από τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος, βρίσκεται στα χέρια των μαχητών της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS, ιδρύθηκε από το πρώην παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία). Στην περιοχή δρουν επίσης πολλές μικρότερες αντάρτικες οργανώσεις.
Τελευταίες εξελίξεις
Τηλεφωνική συνομιλία, για την Ιντλίμπ και τη Μανμπίτζ της Συρίας, καθώς και για άλλα διμερή θέματα είχαν σήμερα οι υπουργοί Εξωτερικών της Τουρκίας και των ΗΠΑ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου και Μάικ Πομπέο, σύμφωνα με μια τουρκική διπλωματική πηγή.
Το τηλεφώνημα αυτό έγινε κατόπιν αιτήματος της αμερικανικής πλευράς, ενώ κλιμακώνεται η ένταση στην Ιντλίμπ, στον τελευταίο θύλακα που ελέγχουν οι αντάρτες στη Συρία, με τη Ρωσία να ξαναρχίζει τα αεροπορικά πλήγματα στην περιοχή.
Νωρίτερα, το πρακτορείο Anadolu μετέδωσε ότι άρματα μάχης έχουν φτάσει στην επαρχία Χατάι, στη νότια Τουρκία, που συνορεύει με τη Συρία. Έχει σταλεί επίσης οικοδομικός εξοπλισμός προκειμένου να ενισχυθούν τα 12 στρατιωτικά φυλάκια που έχουν κατασκευαστεί εντός του συριακού εδάφους.
Το πρακτορείο έδωσε στη δημοσιότητα βίντεο με την άφιξη των αρμάτων στη Χατάι, διευκρινίζοντας ότι θα προωθηθούν πιο κοντά στα σύνορα.
Στην Άγκυρα βρίσκεται σήμερα και ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για τη Συρία Τζέιμς Τζέφρι, ο οποίος συναντήθηκε με τον Τούρκο υπουργό Άμυνας Χουλουσί Ακάρ. Ο Τούρκος υπουργός εξέφρασε την ενόχλησή του για την παρουσία στη Συρία Κούρδων μαχητών, τους οποίους η Τουρκία χαρακτηρίζει τρομοκράτες.
Η Άγκυρα θεωρεί ότι οι συριακές, κουρδικές Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) είναι παρακλάδι του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK). Ωστόσο οι ΗΠΑ συνεργάζονται στενά με τις YPG στον αγώνα τους κατά του Ισλαμικού Κράτους στην περιοχή, γεγονός που έχει προκαλέσει την οργή της Τουρκίας. Ο Ακάρ επισήμανε στον συνομιλητή του ότι «είναι αναγκαίο η αυτονομιστική τρομοκρατική οργάνωση να αποχωρήσει πλήρως από την περιοχή», σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε το υπουργείο.
Γαλλία: Να ανοίξουμε το δρόμο στις διαπραγματεύσεις
Το Παρίσι κρίνει αναγκαίο να μείνει ανοιχτή η πόρτα για διαπραγματεύσεις προκειμένου να αποτροπεί μια «δραματική κατάσταση» στην επαρχία Ιντλίμπ, τελευταίο προπύργιο των ανταρτών στη Συρία, εναντίον της οποίας το συριακό καθεστώς είναι έτοιμο να εξαπολύσει ευρεία επίθεση με σκοπό την ανακατάληψή της.
«Το καθεστώς και εκείνοι που το στηρίζουν έχουν την αίσθηση ότι έχουν κερδίσει τον πόλεμο», αλλά «αλλά ποτέ ένας πόλεμος δεν κερδίζεται, αν δεν ξέρουμε πώς να κατακτήσουμε την ειρήνη», τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν, κατά την επίσκεψη που πραγματοποίησε στο Άμπου Ντάμπι.
«Είναι σημαντικό σήμερα να ανοίξουμε το δρόμο στις διαπραγματεύσεις και όχι στις εχθροπραξίες, σε διαφορετική περίπτωση κατευθυνόμαστε προς μια δραματική κατάσταση», ιδιαιτέρως σε ό,τι αφορά αμάχους, σημείωσε ο Γάλλος ΥΠΕΞ.
Ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας έκανε λόγο «αρχικά για μια κατάπαυση του πυρός» και στη συνέχεια για μια διαδικασία που θα εξαλείψει «τους κινδύνους που υπάρχουν σήμερα στην Ιντλίμπ».