Μόνο ευεργετική επίδραση στην παραγωγή και διάθεση ελληνικών προϊόντων μεταλλουργίας μπορεί να έχει η επ απειλούμενη επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ, καθώς η προαναγγελία, ενώ ακόμα δεν έχει ληφθεί καμία πολιτική απόφαση, αναμένεται να ενισχύσει τις προαγορές από τους διεθνείς πελάτες και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, τα προσύμφωνα, τις παραγγελίες και εν τέλει την ρευστότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, βραχυχρόνια.
Ενώ το ενδεχόμενο επιβολής δασμών, μετά την έκθεση που κάνει λόγο για πρακτικές dumping συγκεκριμένων προϊόντων αλουμινίου από την Ελλάδα στην αμερικανική αγορά, είναι υπαρκτό αλλά όχι σίγουρο, η πίεση που δημιουργεί η προαναγγελία μας τέτοιας εξέλιξης επιδρά, κατά κανόνα, θετικά στην παραγωγή, τη διαχείριση αποθεμάτων και τη δημιουργία ελεύθερων ταμειακών ροών.
Οι ελληνικές εξαγωγές χαλύβδινων σωλήνων μεγάλης διαμέτρου στις ΗΠΑ ήταν αξίας 18,8 εκατ. δολ. το 2014, 197,1 εκατ. το 2015 και 69,9 εκατ. το 2016, διακυμάνσεις που σχετίζονται με τα εν εξελίξει έργα στις ΗΠΑ.
Συνεπώς, ενώ μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα η επιβολή δασμών έχει αναμφισβήτητα αρνητικές επιπτώσεις, βραχυχρόνια μπορεί να έχει ιδιαίτερα θετικές, ανάλογα με τα project που βρίσκονται σε εξέλιξη ή σε τελικό στάδιο προεργασίας. Όπερ σημαίνει, ότι αν οι ελληνικές εταιρίες εκμεταλλευτούν τη δυναμική που δημιουργείται ως αποτέλεσμα της προοπτικής επιβολής δασμών, τότε μπορούν να ενισχύουν την ταμειακή τους θέση, τα κέρδη τους και να επιδιώξουν ανοίγματα σε άλλες αγορές, αντισταθμίζοντας εμπροσθοβαρώς τις όποιες επιπτώσεις.
Με δεδομένο μάλιστα ότι μεγάλα projects αγωγών ξεκινούν στην Ελλάδα και με δεδομένη τη δυναμικότητα των ελληνικών χαλυβουργείων, είναι παραπάνω από σίγουρο ότι η παραγωγή θα απορροφάται εσωτερικά, όπου το περιθώριο κέρδους μπορεί να είναι μικρότερο, αλλά αντισταθμίζεται από την εξάλειψη του επιτοκιακού κινδύνου.
Αυτό βέβαια θα ανακόψει την προοπτική απεξάρτησης από την ελληνική αγορά, ενώ σε μακροοικονομικό επίπεδο θα αποδυναμώσει τις ελληνικές εξαγωγές, τις οποίες η κυβέρνηση πασχίζει να ενισχύσει, καθώς από αυτές εξαρτάται η εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Λιγότερο ανήσυχη, για την ώρα, φαίνεται η ελληνική κυβέρνηση, η οποία διατηρεί διαύλους επικοινωνίας σε ανώτατο επίπεδο με τις ΗΠΑ, ενώ προσφάτως ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τζέφρι Πίατ, αναφέρθηκε στη διεύρυνση των εμπορικών, οικονομικών και επιχειρηματικών σχέσεων των δύο χωρών. Παράλληλα όμως, η Ελλάδα αναμένει, με συγκρατημένη αισιοδοξία, την έκβαση των διαπραγματεύσεων ΗΠΑ-ΕΕ.
Στρατηγικά, από την πλευρά των ΗΠΑ, οι επαπειλούμενες κυρώσεις εντάσσονται στον γενικότερο προσανατολισμό για τη δημιουργία μετώπων ανά τον κόσμο, τα οποία εν συνεχεία εξετάζονται ad hoc και όχι εν συνόλω, εκτός αν τελικά διαμορφωθεί ενιαία πολιτική κατά της ΕΕ.
Τι συμβαίνει
Όπως έκανε γνωστό το υπουργείο εμπορίου των ΗΠΑ, η τελική απόφαση για την επιβολή ή μη δασμών, στους σωλήνες χάλυβα μεγάλου διαμετρήματος, αναμένεται να ληφθεί τον Ιανουάριο του 2019, ενώ είναι προφανές ότι πρόκειται για κίνηση υψηλής πολιτικής που συσχετίζεται άμεσα με τις εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ.
Η ανακοίνωση, όμως, ότι το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ έχει καταλήξει στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι οι σωλήνες χάλυβα μεγάλου διαμετρήματος από την Ελλάδα, τον Καναδά, την Κίνα, την Ινδία, την Τουρκία και τη Ν. Κορέα αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στην αμερικανική αγορά έχει προκαλέσει ανησυχία στην ελληνική μεταλλουργία. Οι συγκεκριμένοι σωλήνες χρησιμοποιούνται συνήθως για την κατασκευή αγωγών μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, σύμφωνα με την έκθεση, πωλούνται σε τιμές χαμηλότερες αυτών που θεωρούνται δίκαιες.
Οι εισαγωγές των σωλήνων από τις έξι χώρες είχαν αξία που υπερέβη τα 720 εκατομμύρια δολάρια το 2017, όπως προκύπτει από τα στατιστικά.
Η έρευνα για τις συγκεκριμένες εισαγωγές άρχισε τον Μάρτιο, κατόπιν αίτησης μιας ομάδας αμερικανικών ιδιωτικών εταιρειών που παράγουν τέτοιους σωλήνες. Τα νέα περιοριστικά μέτρα της Ουάσιγκτον θα αφορούν πρόσθετους φόρους, οι οποίοι θα κυμαίνονται από 3,45% -όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Τουρκίας- έως 132% – όπως αντίστοιχα συμβαίνει στην περίπτωση της Κίνας.
Για τις ελληνικές βιομηχανίες ενδεχόμενη επιβολή δασμών 22,51%, όπως προτείνεται στην έκθεση, θα σημάνει απώλεια ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, όχι όμως απαραίτητα εκμηδένιση του όγκου.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αναζητηθεί διέξοδος είτε σε άλλες αγορές είτε στη διάθεση προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας που δεν παράγονται στην αμερικανική αγορά.