Στρατηγική χαμηλών αρχικά, αλλά κλιμακούμενων προοδευτικά τόνων στο εσωτερικό ακολουθεί, όπως φαίνεται, η ελληνική κυβέρνηση, ενόψει του ορόσημου της 21 Αυγούστου που σηματοδοτεί το τέλος της εποχής των Μνημονίων και της οκταετούς αυστηρής εποπτείας, μέσα όμως σε ένα ιδιαίτερα ασταθές διεθνές περιβάλλον και σε πολωμένο σκηνικό στην Ελλάδα.
Οι πρόσφατες φονικές πυρκαγιές στην Αττική άλλαξαν ριζικά τον επικοινωνιακό και ενδεχομένως και τον πολιτικό σχεδιασμό της κυβέρνησης, επιβάλλοντας χαμηλούς τόνους, τουλάχιστον σε πρώτη φάση. Εν συνεχεία όμως, αναμένεται ανασχηματισμός και η ανακοίνωση του νέου οικονομικού προγράμματος στη ΔΕΘ.
Σε πολιτικό επίπεδο αναταράξεις αναμένονται στις αρχές του 2019 επ αφορμής του Σκοπιανού, καθώς ενδέχεται να απαιτηθεί η ανασύνθεση του κυβερνητικού συνασπισμού ή ακόμα και η αποχώρηση του κυβερνητικού εταίρου, χωρίς αντικατάσταση που θα οδηγούσε σε κυβέρνηση με ψήφο ανοχής.
Το πρώτο ουσιαστικό crash test για την κυβέρνηση θα είναι οι ευρωεκλογές και οι αυτοδιοικητικές, όπου στη μια κάλπη αναμένεται να εκφραστεί η ψήφος διαμαρτυρίας και στην άλλη να δοκιμαστούν τα περιθώρια συνεργασίας μεταξύ συγγενών πολιτικών χώρων σε τοπικό επίπεδο, θέτοντας -ενδεχομένως- τη βάση για νέες πολιτικές προσεγγίσεις.
Ο πρωθυπουργός, επιμένει στη στρατηγική της νηφαλιότητας, χωρίς νευρικά ξεσπάσματα επιδιώκοντας να διατηρήσει το προφίλ του ηγέτη και το πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων του, προβάλλοντας παράλληλα εικόνα πολιτικής ηγεμονίας -παρά τις δημοσκοπήσεις- στο εξωτερικό.
Το οικονομικό επιτελείο προετοιμάζει από καιρό το νέο πλαίσιο για την Ελλάδα, το οποίο σε επίπεδο οικονομικής πολιτικής έχει λάβει την έγκριση των Βρυξελλών, ενώ παράλληλα σφυρηλατείται και η νέα σχέση εμπιστοσύνης με τις αγορές. Ωστόσο, αρκετά θέματα παραμένουν ανοιχτά, όπως επισημαίνει άλλωστε σε συνέντευξή του και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.
Οι επιπτώσεις των αλληλεπικαλυπτώμενων κρίσεων σε Τουρκία και Ιταλία στα ελληνικά ομόλογα είναι ενδεικτικές της ευάλωτης κατάστασης της οικονομίας, παρά την επιτυχή ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος στήριξης, του κεφαλαιακού αποθέματος και του παγώματος του χρέους. Παράλληλα, σημαντικές αδυναμίες και εεν δυνάμει προβλήματα καταγράφονται στις τράπεζες, εξαιτίας της κακής ποιότητας ενεργητικού και παθητικού.
Από την άλλη πλευρά, αν και η ΕΚΤ επισημοποίησε τη λήξη του waiver, η Ελλάδα βρίσκεται μόλις μια ανάσα από τη συμμετοχή στο QE, καθώς απαιτείται η αναβάθμιση του αξιόχρεου κατά μια βαθμίδα. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να έρθει από τη Moody’s, η οποία διατηρεί θετικές προοπτικές και έχει αναβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μόνο μια φορά εντός του έτους, έναντι δύο των υπολοίπων οίκων.
Τα μηνύματα από το εξωτερικό
Την αισιοδοξία του για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας εξέφρασε και ο πρόεδρος του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, αναφέροντας ότι η Ελλάδα εισέρχεται σε μία νέα φάση, κατά την οποία η κυβέρνηση
«θα έχει μεγαλύτερο περιθώριο να προσαρμόζει τις πολιτικές της στις προτιμήσεις του ελληνικού λαού», δίνοντας παράλληλα την ευκαιρία στη χώρα «να επικεντρωθεί πολύ περισσότερο σε άλλα ζητήματα πολιτικής».
Με τη διατύπωση αυτή ο Μάριο Σεντένο επιβεβαιώνει τις διακηρύξεις της ελληνικής κυβέρνησης, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζει τα νέα περιθώρια, ενώ παράλληλα επέστησε την προσοχή στην αποφυγή λαθών του παρελθόντος.
«Πρόκειται για μια νέα φάση, στην οποία θα είναι σημαντικό να αποφευχθεί η επανάληψη λαθών του παρελθόντος και να αξιολογούνται διεξοδικά όλες οι εναλλακτικές λύσεις πριν από την εφαρμογή τους»
Την ίδια ώρα, ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, χαρακτήρισε «ιστορική μέρα» το τέλος του μνημονίου τόσο για την Ελλάδα όσο και για την υπόλοιπη Ευρώπη.
«Η Ελλάδα ξαναβρίσκει τη θέση της στην Ευρωζώνη και μεγαλύτερη αυτονομία στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής»,
αναφέρει, επισημαίνοντας πως «αυτό δεν σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εγκαταλείπει την Ελλάδα», επεσήμανε
Επί του πρακτέου
Όπως προκύπτει από τη συμφωνία του Eurogroup, η Ελλάδα μέχρι το 2022 εισέρχεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, η οποία είναι σχεδιασμένη να διευκολύνει την εξομάλυνση και να στηρίζει την ολοκλήρωση, την υλοποίηση και τη συνέχεια των μεταρρυθμίσεων που οι ελληνικές αρχές έχουν δεσμευτεί να εφαρμόσουν βάσει του τρέχοντος προγράμματος στήριξης της σταθερότητας.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, επιτρέπει, επίσης, τη στενή παρακολούθηση της οικονομικής κατάστασης και της εξέλιξης της οικονομίας της Ελλάδας μετά τη λήξη του προγράμματος.
Στο νέο πλαίσιο η Κομισιόν αναλαμβάνει αναβαθμισμένο ρόλο, καθώς η Ελλάδα κινείται στην κατεύθυνση της πλήρους εξομάλυνσης, ενώ περιορίζεται ο ρόλος του ESM, κυρίως στα θέματα που αφορούν την πιστοποίηση των προαπαιτουμένων για την υλοποίηση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους και του ΔΝΤ σε συμβουλευτικός.
Το χρονικό των μνημονίων
2010
Η ανακοίνωση της προσφυγής στον μηχανισμό στήριξης έγινε στις 23 Απριλίου από τον Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος βρισκόταν στο Καστελόριζο.
Η Ελλάδα προχώρησε σε υπογραφή μνημονίου με το ΔΝΤ και την ΕΕ, για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, προκειμένου να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός στήριξης και τα μέτρα ανακοινώθηκαν στις 2 Μαΐου.
Τα ευρωπαϊκά κεφάλαια για το 1ο πρόγραμμα στήριξης προήλθαν απευθείας από τα κράτη-μέλη της ΕΕ, καθώς δεν υπήρχε κάποιος μηχανισμός στήριξης χωρών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
2012
Το 2ο Μνημόνιο συζητήθηκε στη Βουλή στις 12 Φεβρουαρίου 2012, επί κυβέρνησης Λουκά Παπαδήμου,(«Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ΕΤΧΣ, της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας».) και ψηφίστηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 13ης Φεβρουαρίου.
Τα κεφάλαια εκταμιεύτηκαν από το ΕΤΧΣ, ο οποίος δημιουργήθηκε τον Ιούνιο του 2010 ως προσωρινός μηχανισμός επίλυσης κρίσεων.
2015
Το 3ο μνημόνιο ψηφίστηκε στις 14 Αυγούστου από 222 βουλευτές, έχοντας μεσολαβήσει, τα Capital Controls και το δημοψήφισμα για υπογραφή ή όχι συμφωνίας με τους Ευρωπαίους εταίρους, το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα την καταψήφιση της συμφωνίας-μνημονίου με ποσοστό 61,31%.
Η κυβέρνηση, παρά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, συνέχισε τις συζητήσεις για ένα νέο μνημόνιο, που κατέληξαν τελικά σε συμφωνία στις 13 Ιουλίου.
Τα κεφάλαια για το 3ο μνημόνιο προήλθαν από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕSM), ο οποίος αντικατέστησε το ΕΤΧΣ.