Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις που δέχονται οι ελληνικές εξαγωγές στην Τουρκία από την συνεχιζόμενη κατάρρευση της τουρκικής λίρας και την κρίση στην τουρκική οικονομία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του εμπορικού ισοζυγίου τα οποία αναδεικνύει σε ανάλυσή της η Eurobank.
Με αφορμή τις εξελίξεις στην οικονομία της Τουρκίας, η Eurobank εξετάζει σε έκθεσή της τα μακροοικονομικά και μικροοικονομικά στοιχεία των εμπορικών συναλλαγών της Ελλάδος με τη γείτονα χώρα.
Η Τουρκία μαζί με την Ιταλία, τη Γερμανία, τη Βουλγαρία, την Κύπρο, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ αποτελούν τις κυριότερες αγορές των ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Το εμπορικό ισοζύγιο είναι πλεονασματικό για τη χώρα μας, κυρίως εξαιτίας της κατηγορίας των πετρελαιοειδών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των εμπορευματικών συναλλαγών που δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ το 2017 η τουρκική οικονομία απορρόφησε το 6,8% του συνόλου των εξαγωγών προϊόντων της ελληνικής οικονομίας. Το εν λόγω μερίδιο αντιστοιχεί σε ένα πόσο της τάξης των 2,0 δισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές (1,1% του ονομαστικού ΑΕΠ της Ελλάδος το 2017).
Τα μερίδια των επί μέρους κατηγοριών εμπορευμάτων επί του συνόλου των εξαγωγών αγαθών προς την Τουρκία είχαν ως εξής: ορυκτά καύσιμα, λιπαντικά κλπ 55,0% (44,9% μέσος όρος περιόδου 2001-2017), βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κυρίως κατά πρώτη ύλη 10,5% (11,1%), πρώτες ύλες μη εδώδιμες, εκτός από καύσιμα 9,8% (17,6%), χημικά προϊόντα και συναφή 9,6% (13,2%), μηχανήματα και υλικό μεταφορών 8,0% (6,5%), τρόφιμα και ζώα ζωντανά 3,0% (2,5%), διάφορα βιομηχανικά είδη 2,8% (2,6%), είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες 0,7% (0,3%), ποτά και καπνός 0,5% (1,1%) και λάδια και λίπη ζωικής η φυτικής προέλευσης 0,0% (0,3%).
Όπως επισημαίνει η Eurobank oι ελληνικές εξαγωγές εμπορευμάτων προς την Τουρκία σημείωσαν μεγάλη αύξηση τα τελευταία 16 χρόνια καταγράφοντας μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής της τάξης του 14,4% (από 393,9 εκατ. το 2001 στα 1,952 δισ. ευρώ το 2017).
Το αντίστοιχο μέγεθος για την κατηγορία των ορυκτών καυσίμων και λιπαντικών ήταν 28,7% (από 127,7 εκατ. το 2001 στα 1,074 δισ. ευρώ το 2017). Εξαιρουμένης της προαναφερθείσας κατηγορίας η μέση ετήσια αύξηση των εξαγωγών προϊόντων προς την Τουρκία ήταν 8,6%.
Πώς προκύπτει το πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο
Το εμπορικό ισοζύγιο ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία ήταν πλεονασματικό στα 518,3 εκατ. ευρώ το 2017.
Η κατηγορία των ορυκτών καυσίμων και λιπαντικών εμφάνισε το υψηλότερο εμπορικό πλεόνασμα (€901,2 εκατ.) και ακολούθησε αυτή των πρώτων υλών μη εδώδιμων, εκτός καυσίμων (€168,6 εκατ.).
Οι κατηγορίες εμπορευμάτων που σημείωσαν τα υψηλότερα ελλείμματα ήταν οι εξής: βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κυρίως κατά πρώτη ύλη (-€281,6 εκατ.), διάφορα βιομηχανικά είδη (-€141,6 εκατ.) και μηχανήματα και υλικό μεταφορών (-€134,6 εκατ.).
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι αν εξαιρεθεί η κατηγορία των ορυκτών καυσίμων και λιπαντικών τότε το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας διαμορφώνεται σε έλλειμμα -€382,9 εκατ. το 2017. Αυτό το ποιοτικό χαρακτηριστικό, δηλαδή της ύπαρξης ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο εξαιρουμένων των ορυκτών καυσίμων και λιπαντικών ισχύει για όλα τα χρόνια της περιόδου 2001-2007 (μέσο ετήσιο έλλειμμα της τάξης των -€429,5 εκατ.).