Αρνητικά αντιδρούν οι διεθνείς αγορές και ιδιαίτερα η Wall Street στην αντιπαράθεση Τραμπ-Ερντογάν και την οιονεί αποσταθεροποίηση της τουρκικής οικονομίας, ενώ το κλίμα μπορεί να επιδεινωθεί έτι περαιτέρω στην προοπτική πολιτικής αναταραχής στην Τουρκία, σενάριο που αν και μακρινό δεν μπορεί να παραβλεφθεί στη διαδικασία αξιολόγησης κινδύνου, σε αυτή τη φάση.
Συνεπώς, το risk premium της Τουρκίας, των αναδυόμενων αγορών και γειτονικών χωρών επηρεάζεται και από το ενδεχόμενο γενικευμένης πολιτικής αποσταθεροποίησης και κοινωνικών αναταραχών, σενάρια που αν και γεωπολιτικά συγκεντρώνουν ελάχιστες πιθανότητες πραγμάτωσης, χρηματιστηριακά αποτελούν κλιμακώσεις του ίδιου μοντέλου, το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή με τις προσωπικές αναφορές και αντεγκλήσεις των δύο προέδρων.
Το νέο περιβάλλον, που έχει διαμορφωθεί από την αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ, την προοπτική περαιτέρω ανόδου του κόστους δανεισμού, καθώς και τον επικείμενο τερματισμό του QE στην Ευρώπη, οδηγεί σε ταχύτερη και πιο περιεκτική ενσωμάτωση του γεγενημένου και προοπτικού κινδύνου στη Wall Street, μικρότερη ενσωμάτωσή του στις ευρωπαϊκές αγορές και έντονη μεταβλητότητα στις αγορές συναλλάγματος.
Ο δείκτης μεταβλητότητας “φόβου”, VIX, του S&P στο CBOE κινείται ξανά ανοδικά, διασπώντας την μακρόσυρτη συσσώρευση στα επίπεδα των 12 μονάδων και διεκδικώντας τις 15 μονάδες, επίπεδο, πάνω από το οποίο η έντονη μεταβλητότητα οδηγεί συνήθως σε πτωτική εκτόνωση, ενώ η ταχύτητα απόσυρσης κεφαλαίων υπερβαίνει την ταχύτητα εισροής, δημιουργώντας εικόνα κατάρρευσης στα χρηματιστήρια.
Η Τουρκία δεν είναι όμως το μόνο ανοιχτό μέτωπο, καθώς οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις κατά της Ρωσίας, πιέζοντας το ρούβλι και αναγκάζοντας το Κρεμλίνο να απαντήσει με δηλώσεις για “οικονομικό πόλεμο” και διαρροές για επικείμενες κυρώσεις σε εξαγωγές κρίσιμων για τις ΗΠΑ προϊόντων.
Παράλληλα, ο Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζει να πιέζει το Ιράν και μέσω αυτού την Ευρώπη, ενώ κλιμακώνει την πίεση και προς την Κίνα με νέους δασμούς και σκληρή ρητορική.
Γεωοικονομικά, όμως, οι επιθετικές κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ, δεν έχουν -τουλάχιστον για την ώρα- επιφέρει μεταβολή του status quo, καθώς η Ευρώπη έχει απορρίψει τις προτάσεις του Πεκίνου για σύσφιξη εμπορικών σχέσεων και έχει ανοιχτεί προς την Ιαπωνία.
Επίσης, δεν φαίνεται να έχει ανακοπεί η πρόοδος της διαδικασίας εδραίωσης του νέου αγωγού φυσικού αερίου μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας, του Nordstream II, project που οι ΗΠΑ έχουν κατ επανάληψη και παντοιοτρόπως επιχειρήσει να υποσκάψουν.
Βραχυρόνια και μεσοπρόθεσμα η αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων και οι νομισματικοί πόλεμοι του Ντόναλντ Τραμπ έχουν εκτοξεύσει το δολάριο έναντι του ευρώ και των περισσοτέρων νομισμάτων, πλήττοντας την ανταγωνιστικότητα των αμερικανικών προϊόντων και υποσκάπτοντας την ανάπτυξη των εξαγωγών. Με τον τρόπο αυτό η ανάπτυξη των ΗΠΑ βασίζεται ολοένα και περισσότερο στην εσωτερική κατανάλωση, περιορίζοντας την κυκλικότητα και αυξάνοντας το ρίσκο μεταπτώσεων.
Οι πολιτικές που ασκούνται περιορίζουν τις Άμεσες Ξένες Επενδύσεις στην οικονομία, συγκεντρώνουν τα επενδυτικά κεφάλαια στα ομόλογα και ενώ ενισχύεται το δολάριο, η οικονομία αποψιλώνεται. Η ταυτόχρονη ενίσχυση του δολαρίου, μείωση ΑΞΕ και κάμψη της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας εγκυμονεί πολλαπλούς κινδύνους και ενισχύει τα σενάρια απροσδόκητων εσωτερικών κρίσεων στις ΗΠΑ.
Ακόμα και η προοπτική συναλλαγών σε τοπικό νόμισμα μεταξύ χωρών που αντιμετωπίζουν ισοτιμιακή πίεση από τις ΗΠΑ και το δολάριο, αποτελεί μακρινή στόχευση και όπου υλοποιείται περιορισμένα δεν φαίνεται ικανή να αντισταθμίσει την επίδραση της αύξησης των επιτοκίων από τη Fed και να αποδυναμώσει το δολάριο.
Συνεπώς, η γεωοικονομική ένταση που δημιουργεί ο Ντόναλντ Τραμπ με κυρώσεις, αντιπαραθέσεις και ρητορικές κλιμακώσεις, δεν φαίνεται να έχει αντίκτυπο πέρα από τον άμεσα ορατό στις αγορές, που συνεπάγεται ότι στην ένταση που διεξάγεται η αντιπαράθεση οι επιπτώσεις είναι αισθητές στις αγορές, αλλά επιδερμικές πολιτικά και ανίκανες να υποσκάψουν το γεωπολιτικό status quo.
Εάν ο Ντόναλντ Τραμπ είναι αποφασισμένος να οδηγήσει σε νέες ισορροπίες και η τουρκική κρίση δεν αποτελεί απλώς επίδειξη δύναμης, τότε αναμένεται πολύπλευρη και πολυεπίπεδη κλιμάκωση της έντασης, με στρατηγικές που υπερβαίνουν τον πόλεμο ισοτιμιών και τις αγορές και φτάνουν στις κοινωνικές αναταραχές και την πολιτική αποσταθεροποίηση.
Ως εκ τούτου η σύσταση της εξίσωσης ρίσκου επηρεάζεται από την προσδοκία για τις μελλοντικές κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ, ενώ κατά το επόμενο 12μηνο η Fed θα συνεχίσει να ανεβάζει τα επιτόκια. Άρα, ο συνδυασμός αυξανόμενου κόστους του χρήματος και ρίσκου θα αποτελέσει τροχοπέδη και βαρίδι για τις αγορές και την οικονομία.
Για την ώρα, όμως, οι αγορές αν και ανησυχούν και προετοιμάζονται για επιπλοκές, δεν δείχνουν να βρίσκονται σε πανικό και δεν αποτιμούν ως ισχυρή τη βούληση του Ντόναλντ Τραμπ για ανατροπή του διεθνούς status quo.
Παράλληλα, όμως, η Wall Street έχει από καιρό εμφανίσει ενδείξεις κόπωσης, ενώ οι αυξήσεις επιτοκίων έχουν περιορίσει την πραγματική ρευστότητα στην αγορά, ενισχύοντας τον αέρα, με αποτέλεσμα η αύξηση του ρίσκου να γίνεται πολύ ευκολότερα priced in καθώς τα margins έχουν επιτοκιακό κόστος το οποίο προστίθεται στο πραγματικό κόστος και καθιστά τις αναταράξεις άμεσα αισθητές.