Στρατηγική συσπείρωσης γύρω από το πρόσωπό του στο εσωτερικό και εκμετάλλευσης των ανοιχτών μετώπων στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα, έτσι ώστε να εξαναγκάσει τις ΗΠΑ σε διαπραγματεύσεις, ακολουθεί ο Ταγίπ Ερντογάν, καθώς εγκαλεί τον Ντόναλντ Τραμπ για “οικονομικό πόλεμο”, καθώς παράλληλα προειδοποιεί για αναζήτηση νέων συμμάχων σε άρθρο του στους NYT, ενώ νωρίτερα έχει συνομιλήσει με τον Ρώσο πρόεδρο ΒΛάντιμιρ Πούτιν.
Με τη λίρα σε ελεύθερη πτώση, τον Ντόναλντ Τραμπ να έχει θέσει στο στόχαστρο την Τουρκία για να ξεφύγει από την εσωτερική κριτική για τις σχέσεις με τη Ρωσία και για να ικανοποιήσει το κατεστημένο των υπηρεσιών πληροφοριών και του Πενταγώνου, ο Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται ότι κατέστησε εαυτόν ιδανικό εξιλαστήριο θύμα και παράδειγμα προς αποφυγή.
Την ίδια στιγμή, σανίδα σωτηρίας φαίνεται να του πετάει η Ευρώπη, η οποία ζητά από την Άγκυρα να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αυτό είναι προαπαιτούμενο για στήριξη. Η ΕΕ, όμως αντιμετωπίζει ουσιαστικό πρόβλημα, αφενός λόγω της έκθεσης των ευρωπαϊκών τραπεζών και αφετέρου λόγω της αβεβαιότητας που γεννά στα σύνορα και στο προσφυγικό η αποσταθεροποίηση της Τουρκίας.
Ο Ταγίπ Ερντογάν αν και στοχοποίησε τον Ντόναλντ Τραμπ και τις ΗΠΑ, όπως είχε πράξει και με τον Μπαράκ Ομπάμα, εντείνοντας το αντιαμερικανικό συναίσθημα στην κοινωνία, εν τούτοις δεν έχει λάβει αντίμετρα. Ταυτόχρονα, συνομιλώντας με τον Βλάντιμιρ Πούτιν και προειδοποιώντας για την αναζήτηση νέων συμμάχων, δείχνει προς τη Ρωσία, χωρίς ωστόσο να το λέει ευθέως. Όπερ σημαίνει ότι εκθέτει τις κινήσεις του, χωρίς να τις πραγματοποιεί, στάση που ερμηνεύεται ως έλλειψη σθένους και βούλησης, που μπορεί να μην ορατή στο εσωτερικό γίνεται όμως αντιληπτή διεθνώς.
Ο Ταγίπ Ερντογάν σε μια προσπάθεια να δείξει την ισχύ του και να διασφαλίσει διαχειρίσιμες τιμές στις εισαγωγές πετρελαίου, εισέρχεται στην πλατφόρμα συναλλαγών σε εθνικό νόμισμα στο διμερές εμπόριο, με τη Ρωσία, το Ιράν, το Κατάρ και την Κίνα.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι αισιόδοξος. Η Τουρκία θα περάσει την καταιγίδα, πιστεύει ή θέλει να πιστεύει, έστω και αν έχει κάθε λόγο να ανησυχεί: η διπλωματική ένταση με τις ΗΠΑ κλιμακώνεται, η χώρα του βυθίζεται στη νομισματική κρίση και ως γνωστόν η δική του δημοτικότητα οφείλεται κυρίως στην οικονομική ευημερία της Τουρκίας.
Η τουρκική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε μέτρα στήριξης των τραπεζών, κατεβάζοντας το πλαφόν διαθεσίμων και διοχετεύοντας 10 δισ. λίρες, 6 δισ. δολάρια και 3 δισ. χρυσό στις εμπορικές τράπεζες, με στόχο να συγκρατήσει τη λίρα πάνω από 7,1 δολάρια που η Goldman Sachs έχει θέσει ως όριο για την επικίνδυνη ζώνη.
Η Τουρκία, όμως, δεν θα χρειαστεί μόνο ρευστότητα και πετρέλαιο, αλλά και διεθνείς σχέσεις, οι οποίες είναι υποτυπώδεις προς όλες τις κατευθύνσεις καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν κινείται σπασμωδικά επιδιώκοντας από όλες τις πλευρές ανταλλάγματα, στάση που οδηγεί σε ιδιότυπη καραντίνα.
Οντας στο 15,85%, ο πληθωρισμός αυξάνεται αλματωδώς, διότι η υποτίμηση της λίρας αυξάνει το κόστος των εισαγωγών. Οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες θα είχαν αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυξάνοντας τα επιτόκια δανεισμού προτού αρχίσει η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Ομως, οι επενδυτές πιστεύουν πως ο Ερντογάν κρατά δέσμια την κεντρική τράπεζα, όντας αντίθετος στα υψηλά επιτόκια δανεισμού και έχοντας ιδιαίτερες απόψεις για το τι προκαλεί τον πληθωρισμό. Το αποτέλεσμα ήταν πως όταν τελικά αύξησε η τουρκική κεντρική τράπεζα τα επιτόκια δανεισμού η ζημιά είχε ήδη γίνει.