Σε πλήρους κλίμακας εμπορικό-οικονομικό πόλεμο εξελίσσεται η αντιπαράθεση που ξεκίνησε επ αφορμής σχολίων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, του Καναδού πρέσβη στο Ριάντ και τα οποία προκάλεσαν τη διακοπή των διπλωματικών, εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων Σαουδικής Αραβίας και Καναδά, εγείροντας ερωτηματικά για τα πραγματικά κίνητρα που οδηγούν τις αποφάσεις του διαδόχου του θρόνου.
Χθες, μετά από την αντίδραση της Οτάβα, στην οποία επιβεβαιώνεται η αποφασιστικότητά της να «υπερασπίζεται τα ανθρώπινα δικαιώματα» σε διεθνές επίπεδο, το Ριάντ ανακοίνωσε τη αναστολή πτήσεων της Saudi προς τον Καναδά και τη διακοπή των υποτροφιών φοιτητών της και προώθησή τους σε πανεπιστήμια άλλων χωρών.
Οι διμερείς εμπορικές συναλλαγές, από τις οποίες κερδισμένη είναι η Σαουδική Αραβία, ανήλθαν σε κάτι παραπάνω από 4 δισεκ. καναδικά δολάρια (2,7 δισεκ. ευρώ) το 2017, σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία του Καναδά.
Αυτή τη στιγμή όμως, το μεγαλύτερο εν εξελίξει project είναι η αγορά από τη Σαουδική Αραβία ελαφριών τεθωρακισμένων οχημάτων αξίας 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων που παράγονται στην Καναδά, που είχε συναφθεί το 2014. Κληθείσα να σχολιάσει το ενδεχόμενο ακύρωσης, η υπουργός Εξωτερικών Φρίλαντ υποστήριξε αφενός ότι το ερώτημα αυτό είναι «πρόωρο» και αφετέρου ότι θα πρέπει να τεθεί στο Ριάντ.
Το βασίλειο «απορρίπτει κάθε ξένη επέμβαση στις εσωτερικές του υποθέσεις και θα αντιμετωπίσει κάθε τέτοια επέμβαση με αποφασιστικό τρόπο», διεμήνυσε νωρίτερα τη Δευτέρα ο σαουδάραβας ΥΠΕΞ Άντελ αλ Τζουμπέιρ, για τον οποίο οι καναδικές επικρίσεις βασίζονται σε πληροφορίες που προέρχονται από «προκατειλημμένες» πηγές.
Η Οτάβα εξέφρασε τη λύπη της για την απόφαση του Ριάντ όσον αφορά τους φοιτητές. «Πιστεύω ότι θα βλάψει στ’ αλήθεια τους φοιτητές οι οποίοι στερούνται το δικαίωμα να σπουδάσουν εδώ», δήλωσε η Φρίλαντ.
Η ίδια η Φρίλαντ είχε καταδικάσει μέσω Twitter την περασμένη εβδομάδα τη σύλληψη της Σαμάρ Μπαντάουι, η οποία έκανε εκστρατεία για την απελευθέρωση του αδελφού της, του Ράιφ αλ Μπαντάουι, αντιφρονούντα μπλόγκερ, και του Ουάλιντ Αμπού αλ Χάιρ, του πρώην συζύγου της.
Ο Ράιφ αλ Μπαντάουι, που έχει διπλή, σαουδαραβική και καναδική υπηκοότητα, έχει φυλακιστεί από το 2012 εξαιτίας τοποθετήσεων που είχε κάνει στο blog του. Η γυναίκα του Ράιφ αλ Μπαντάουι, η Ενσάφ Χαϊντάρ, είναι εγκατεστημένη στο Κεμπέκ από το 2013 με τα τρία παιδιά τους. Πρόσφατα πήρε την καναδική υπηκοότητα.
Η σύλληψη της Σαμάρ Μπαντάουι και μιας συναγωνίστριάς της σημειώθηκε μερικές εβδομάδες έπειτα από εκείνη περίπου δέκα ακτιβιστριών υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, που κατηγορούνται πως απείλησαν την εθνική ασφάλεια και ότι συνεργάστηκαν με εχθρούς του Κράτους.
Η Διεθνής Αμνηστία προέτρεψε και άλλες κυβερνήσεις σε διεθνές επίπεδο να ενώσουν τις φωνές τους με αυτή του Καναδά για να εξασφαλιστεί «η άμεση και δίχως όρους απελευθέρωση όλων των φυλακισμένων συνείδησης».
Ο 32χρονος πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν είχε πρόσφατα αναγγείλει μια σειρά μεταρρυθμίσεων, όπως για παράδειγμα τη χορήγηση αδειών σε γυναίκες να οδηγούν, σε μια προσπάθεια να βελτιώσει να αποκτήσει έρεισμα στην κοινωνία και να δείξει στη Δύση ότι η χώρα του δεν απορρίπτει τα δυτικά πρότυπα συλλήβδην.
Ταυτόχρονα ο πρίγκιπας διάδοχος ασκεί πολύ επιθετική εξωτερική πολιτική, για παράδειγμα επιβάλλοντας αποκλεισμό στο Κατάρ κι εμπλέκοντας το βασίλειο στον πόλεμο στην Υεμένη, εναντίον των σιιτών ανταρτών Χούθι, που υποστηρίζονται από το Ιράν.
Οι κινήσεις, ωστόσο, στο μέτωπο της Εξωτερικής πολιτικής, τόσο στη σύγκρουση με τον Καναδά όσο και στο εμπάργκο κατά του Κατάρ φαίνεται ότι εντάσσονται στη ατζέντα των διμερών σχέσεων με τις ΗΠΑ.