Σε διαδικασία επαναπροσέγγισης βρίσκονται Τουρκία και Ολλανδία, καθώς οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών αποφάσισαν την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων που είχαν διαρραγεί τον Μάρτιο του 2017 επ αφορμής του Δημοψηφίσματος.
Πρόκειται για κίνηση που εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας αποκατάστασης των σχέσεων της Τουρκίας με την Ευρώπη, που είχε προεκλογικά εξαγγείλει ο Ταγίπ Ερντογάν και που έθεσε ως προτεραιότητα ο Μελβούτ Τσαβούσογλου.
Η απόφαση ελήφθη από κοινού ύστερα από τηλεφώνημα μεταξύ του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και του Ολλανδού ομολόγου του Στεφ Μπλοκ, το μεσημέρι της Παρασκευής, αφού προηγήθηκε συνάντηση μεταξύ των δύο χωρών στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ την περασμένη εβδομάδα. «Οι υπουργοί αποφάσισαν να επαναφέρουν τους πρέσβεις του στην Αγκυρα και στη Χάγη», ανέφεραν οι δύο χώρες σε κοινή δήλωσή τους.
Οι τουρκο-ολλανδικές σχέσεις επιδεινώθηκαν τον Μάρτιο του 2017, όταν οι Αρχές της Ολλανδίας αποφάσισαν να απαγορεύσουν την άφιξη δύο Τούρκων υπουργών στη χώρα και να αποτρέψουν οποιαδήποτε προεκλογική εκστρατεία για το δημοψήφισμα του Απριλίου, που μεταμόρφωσε, τελικά, το καθεστώς της Τουρκίας σε εκτελεστική προεδρία.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αντέδρασε με οργή και αποκάλεσε την ολλανδική κυβέρνηση «ναζιστικά υπολείμματα», προσθέτοντας πως θα επιβάλει πολιτικές κυρώσεις. Στην πορεία, η Τουρκία διέκοψε όλες τις πολιτικές συζητήσεις υψηλού επιπέδου με τις ολλανδικές αρχές.
Αφού ο Ολλανδός πρέσβης είχε ήδη αποκλειστεί από την Τουρκία για σχεδόν ένα χρόνο, το ολλανδικό υπουργείο Εξωτερικών αποφάσισε στις αρχές του Φεβρουαρίου να αποσύρει επισήμως την πρεσβεία του από την Αγκυρα. «Μπορεί να απομακρύνουμε τον πρέσβη μας από την Τουρκία, ωστόσο οι δεσμοί μεταξύ των δύο χωρών κρατούν πάνω από 400 χρόνια και θα αποκατασταθούν κάποια μέρα», είχε δηλώσει τότε ο Ολλανδός υπουργός Εξωτερικών.
Η σημαντικότερες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει, ωστόσο, η Τουρκία στο ευρωπαϊκό περιβάλλον είναι η Αυστρία που έχει ζητήσει τη διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Άγκυρα και η Ουγγαρία, για την οποία υπάρχει πάντα η δίοδος της Μόσχας.