Βρίθει μηνυμάτων προς τους Ευρωπαίους εταίρους και τη Ρωσία, η συνέντευξη Τύπου του Έλληνα πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της Συνόδου Κορυφής του NATO, στις Βρυξέλλες, ενώ παράλληλα αναγνώρισε την ορθότητα της ουσίας του αιτήματος ορθού καταμερισμού των αμυντικών δαπανών.
Αν και τα ελληνικά media επικεντρώθηκαν στις εξελίξεις για τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς και τα ελληνοτουρκικά, αφιερώνοντας -ακόμα και τα συμπολιτεύομενα- λίγο χώρο στην αποτίμηση της Συνόδου που επιχείρησε ο Έλληνας πρωθυπουργός, εκεί, στο τελευταίο τρίλεπτο, της συνέντευξης Τύπου ο Αλέξης Τσίπρας συγκεντρώνει τον πυρήνα των ελληνικών θέσεων για το ενεργειακό, την αλληλεγγύη στην οικονομία, την εξωτερική πολιτική, το μεταναστευτικό και την άμυνα και στέλνει σαφή μηνύματα στους Ευρωπαίους εταίρους. Παράλληλα καθιστά σαφές στο Κρεμλίνο ότι πολλές αποφάσεις που λαμβάνει η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι δικές της αλλά υπαγορεύονται από την αλληλεγγύη στο πλαίσιο της ΕΕ και του NATO, η οποία όμως δεν εκπληρώνεται προς την Ελλάδα όταν έρχεται η ώρα της κρίσης.
Η τοποθέτηση του Έλληνα πρωθυπουργού πραγματοποιήθηκε, ενώ είχε ήδη γίνει γνωστή η απόφαση του Eurogroup-ESM να μπλοκάρουν τη δόση των 15 δισ., εξαιτίας της απόφασης για την αναστολή αύξησης του ΦΠΑ στα νησιά που πλήττονται από την προσφυγική κρίση, χρονισμός που υπό το πολιτικό πρίσμα έχει τη δική του σημειολογία και μεταφέρει τα αντίστοιχα μηνύματα και απαντήσεις.
Η έντονα επικριτική διάθεση του Έλληνα πρωθυπουργού κατά των εταίρων ενδεχομένως να αποτελεί και μια πρώτη ένδειξη θέσης έναντι των επερχόμενων διαβουλεύσεων για τις μεταρρυθμίσεις στην Ευρωζώνη, το καθεστώς με τις ΗΠΑ και το Brexit. Από το κάδρο όμως δεν μπορούν να λείπουν οι εξελίξεις στο Κυπριακό που αναθερμαίνεται και στις ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Ο πρωθυπουργός εξαπέλυσε επίθεση χωρίς να κατονομάσει, αλλά φωτογραφίζοντας τη Γερμανία κυρίως ως ηγεμονική δύναμη στην ΕΕ, και σε άλλες χώρες που έχουν χαμηλές αμυντικές δαπάνες ως προς ΑΕΠ, συγκριτικά με την Ελλάδα, ότι στην ουσία έχουν μια αλά καρτ αίσθηση της αλληλεγγύης και ότι με τον τρόπο αυτό πλήττουν την ευρωπαϊκή συνοχή, που υποστηρίζουν ότι προωθούν, καθώς στην ουσία εφαρμόζουν “δύο μέτρα και δύο σταθμά”, θέση, όμως, που διατύπωσε και ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Αλέξης Τσίπρας επισήμανε τον πολιτικά ανορθόδοξο τρόπο που θέτει ο Ντόναλντ Τραμπ τα ζητήματα, δίνοντας όμως τη στήριξή του στην ουσία:
«Εντούτοις, θα μου επιτρέψετε να επισημάνω ότι, το αίτημα για δίκαιο διαμοιρασμό των βαρών είναι δίκαιο και είναι δίκαιο όταν ακούγεται κυρίως από χώρες όπως η Ελλάδα και όχι από χώρες όπως οι ΗΠΑ»
είπε ο πρωθυπουργός, επισημαίνοντας ότι
Οι ΗΠΑ είχαν αναλάβει αυτό το βάρος, αλλά το είχαν εκλάβει ως ηγεμονία πάνω από τη συμμαχία, σήμερα έχουν ένα άλλο δόγμα για την προώθηση αυτής της κυριαρχίας, ο οποίος ενδεχομένως να μην περνάει μόνο από το NATO,
ενώ για την Ελλάδα προσέθεσε ότι
«Η Ελλάδα τηρεί για πάρα πολλά χρόνια τις υποχρεώσεις από τα λίγα που έχει. Ένας από τους λόγους της κρίσης είναι και αυτός. Όταν άλλες χώρες, στην ΕΕ που έχουν και αμυντική βιομηχανία και άρα οι δαπάνες στους εξοπλισμούς είναι κατά ένα μέρος και αναπτυξιακές, έδιναν πολύ λιγότερα από αυτά που έδινε η Ελλάδα».
Η ανάδειξη των υψηλών αμυντικών δαπανών ως αιτία της κρίσης αποτελεί πάγια ελληνική θέση, ωστόσο, η αντιπαραβολή τους με την πολιτική άλλων χωρών της συμμαχίας -που έχουν αμυντική βιομηχανία- και δει της ΕΕ αποτελεί το μήνυμα που μέχρι τώρα δεν είχε σταλεί. Παραλήπτες είναι η Γερμανία πρώτα, η Γαλλία και η Ιταλία, οι οποίες έχουν χαμηλότερες κατ αναλογία δαπάνες και αμυντική βιομηχανία, ενώ επιμένουν να κηρύττουν την αλληλεγγύη, χωρίς να την εφαρμόζουν.
Πρόκειται για μπαράζ του Έλληνα πρωθυπουργού κατά των εταίρων, το οποίο έρχεται τη στιγμή που αυτοί επιμένουν να πιέζουν την Ελλάδα από τη μια με τη δόση και από την άλλη με το ενεργειακό μείγμα της χώρας, ενώ δεν επιδεικνύουν την απαραίτητη και συμφωνηθείσα αλληλεγγύη στο προσφυγικό και την άμυνα.
Οι θέσεις αυτές αποκτούν και ιδιαίτερη διαπραγματευτική αξία καθώς διατυπώνονται ενώ ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις για τις διμερείς συμφωνίες για το προσφυγικό.
Στην ίδια πρόταση όμως, ο πρωθυπουργός κάνει αναφορά και στο κόστος ευκαιρίας έναντι του κοινωνικού κράτους και της ανάπτυξης που επωμίστηκε στο πλαίσιο της ασφάλειας η Ελλάδα.
Ο Αλέξης Τσίπρας σε μια αποστροφή του λόγου αναφέρθηκε στον εξαναγκασμό της Ελλάδας να ευθυγραμμιστεί με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, που είχαν μεγάλο αντίκτυπο στον αγροτικό τομέα, ενώ από την άλλη πλευρά όμως, η διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας τίθεται μόνο ως προς τους νοτίους και όχι προς τους βορείους, όπως χαρακτηριστικά επισήμανε.
“(…) κυρίως δεν μπορεί κάποιοι, οι οποίοι στα πλαίσια της ΕΕ, ενός άλλου οργανισμού στον οποίο συμμετέχουμε και στα πλαίσια της αλληλεγγύης, ανάγκασαν την Ελλάδα να ευθυγραμμιστεί με τη λογική των κυρώσεων στη Ρωσία, που δημιούργησαν τεράστιο πλήγμα στην αγροτική μας οικονομία, δεν μπορεί να λένε ότι -εν πάσει περιπτώσει- η διαφοροποίηση πηγών ενέργειας θα πρέπει να είναι μια υπόθεση που να αναφορά μονάχα το νότο και όχι το βορρά.”
Και εδώ, είναι επίσης σημαντικός ο χρονικός παράγοντας, καθώς η αναφορά στην απρόθυμη ελληνική σύμπλευση με τις κυρώσεις προς τη Ρωσία, ακολουθεί τη διπλωματική ένταση που πυροδοτήθηκε με τη Μόσχα με αφορμή τις απελάσεις διπλωματών που ανέπτυσσαν δράση υποσκάπτοντας το Σκοπιανό και κατ επέκταση την κυβέρνηση, η οποία, όπως είχε επισημάνει νωρίτερα, αποτελεί πρωτοβουλία που συμβάλλει στη σταθερότητα, άρα στους σκοπούς της Συμμαχίας και της ΕΕ.
Τέλος, ο Έλληνας πρωθυπουργός επισήμανε την αλλαγή οπτικής και στρατηγικής των ΗΠΑ απέναντι στο NATO, ενώ ανίχνευσε διαφοροποίηση των διόδων διατήρησης και προώθησης της αμερικανικής παγκόσμιας ηγεμονίας, υπό το νέο δόγμα του Ντόναλντ Τραμπ, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ διαμήνυσε στους Ευρωπαίους ότι:
“Η ΕΕ χρειάζεται τώρα το NATO, περισσότερο από τις ΗΠΑ”
όπως αποκάλυψε στις δηλώσεις του ο Αλέξης Τσίπρας.
Νωρίτερα διεθνή μέσα ενημέρωσης με πρώτο το γερμανικό DPA μετέδωσαν ότι απείλησε με απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμμαχία, κάτι που διέψευσε με δημοσίευμά το Reuters.
Αυτός ο πόλεμος μέσω διαρροών όμως είναι ενδεικτικός του τεταμένου κλίματος που διαμορφώθηκε και της προσπάθειας όλων των πλευρά να εξαναγκάσουν τους συνομιλητές σε υπαναχώρηση υπό την πίεση των media και της πίεσης της διεθνούς κοινότητας.