Ο εμπορικός πόλεμος είναι για τους αναλυτές και τους πολιτικούς ίσως ο χειρότερος εφιάλτης μετά από έναν παγκόσμιο πόλεμο, καθώς δεν θα ανατρέψει μόνο το status quo αλλά θα υποσκάψει την αξιοπιστία των διεθνών συμφωνιών και θα καταστήσει τις ΗΠΑ από εγγυητή της ασφάλειας παράγοντα ανασφάλειας, με ό, τι αυτό συνεπάγεται για τις αγορές.
Η προσδοκία όμως ενός του εμπορικού πολέμου, εκτός από το πολιτικο-κοινωνικό stress που εισαγάγει, δημιουργεί συνθήκες αύξησης της παραγωγής, βραχυχρόνια, καθώς οι επιχειρήσεις που γνωρίζουν ότι θα επηρεαστούν και οι εν δυνάμει αγοραστές επισπεύδουν παραγγελίες και ενισχύουν τα αποθέματά τους, ιδιαίτερα όταν εκτιμάται ότι θα υπάρξουν ελλείψεις.
Συνεπώς, καταγράφεται ένα ακόμα οικονομικό παράδοξο: Οι προσδοκίες οικονομικού κλίματος να επιδεινώνονται και η παραγωγή, οι πωλήσεις, η αποδοτικότητα και ενδεχομένως οι θέσεις εργασίας βραχυπρόθεσμα να αυξάνονται. Πρόκειται όμως για μια βραχύβια αντίδραση.
Στη συνέχεια εφόσον οι απειλές εμπορικού πολέμου μετουσιωθούν σε δασμούς και εμπόδια, θα υπάρξουν μεγάλες και πολύπλευρες αναπροσαρμογές με κάμψη τζίρου. Αν όμως στο εν τω μεταξύ επιτευχθεί συμβιβασμός τότε δημιουργούνται οι προοπτικές για αύξηση αποθεμάτων που σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση τιμών.
Σύμφωνα με στοιχεία, που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Στατιστικής της Γερμανίας, Destatis, οι εξαγωγές αυξήθηκαν το Μάιο κατά 1,8% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, ενώ οι εισαγωγές παρουσίασαν άνοδο μόλις 0,7%. Τα στοιχεία ήρθαν κόντρα στις προβλέψεις σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Reuters για αύξηση των εξαγωγών κατά μόλις 0,75% και πτώση των εισαγωγών κατά 0,3%.
Υπό τις συνθήκες αυτές το εμπορικό πλεόνασμα της χώρας- το οποίο πυροδοτεί έντονη κριτική εντός και εκτός Ευρωζώνης- διευρύνθηκε στα 20,3 δισ. ευρώ το Μάιο από 19 δισ. ευρώ τον Απρίλιο, υπερβαίνοντας τις εκτιμήσεις.