Με μια ακόμη φιέστα που επιχείρησε να προσομοιάσει την ορκωμοσία του προέδρου των ΗΠΑ ο Ταγίπ Ερντογάν αναγορεύθηκε ο πρώτος πρόεδρος της Προεδρικής Δημοκρατίας της Τουρκίας, συγκεντρώνοντας υπερεξουσίες για τις οποίες έχει επικριθεί από τη διεθνή κοινότητα, καθώς θέτει τη χώρα του σε διαδικασία απολυταρχισμού, ενώ η οικονομία της χώρας του βυθίζεται στη δίνη του υψηλού πληθωρισμού και της κατάρρευσης της λίρας.
Ο Ταγίπ Ερντογάν μέχρι το 2023 θα είναι ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της Τουρκίας, καθώς καταργώντας τη θέση του πρωθυπουργού αναλαμβάνει απευθείας όλες τις κυβερνητικές εξουσίες, ενώ παράλληλα μετά τη συνεταγματική αναθεώρηση έχει καταργήσει de facto την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, ενώ διασφάλισε για τον εαυτό του το ακαταδίωκτο καθώς η διαδικασία άσκησης δίωξης σε βάρος του προέδρου απαιτεί πλειοψηφία που είναι αδύνατο να επιτευχθεί στο Κοινοβούλιο.
Ο Ερντογάν κατέστησε σαφές λίγο πριν την ορκωμοσία του ότι δεν σκοπεύει να φιλελευθεροποιήσει τον τρόπο διοίκησης, καθώς με ένα μόνο προεδρικό διάταγμα διέταξε την απόλυση 18,600 Δημοσίων Υπαλλήλων, οι περισσότεροι εκ των οποίων στην αστυνομία και τις ένοπλες δυνάμεις, με το αιτιολογικό ότι έχουν συνεργαστεί με το κίνημα του Φεουλάχ Γκιουλέν, το οποίο χαρακτηρίζει επισήμως τρομοκρατική οργάνωση.
Ο Τούρκος πρόεδρος επιχείρησε να δώσει γεωπολιτική διάσταση στην αναγόρευσή του, φιλοδοξία που περικόπηκε, καθώς στην ορκωμοσία του παρέστησαν 22 ηγέτες κρατών, οι περισσότεροι από την Αφρική και χώρες του μπλοκ της Ρωσίας, ενώ δεν παρέστη κανένας αρχηγός γειτονικού κράτους, αποδεικνύοντας πως η Τουρκία βρίσκεται σε απομόνωση από τους φυσικούς της εταίρους.
Ήδη το Βερολίνο συνεχάρη τον Ταγίπ Ερντογάν μην παραλείποντας όμως τη μόνιμη επωδό της “προστασίας και σεβασμού του κράτους Δικαίου”. Ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος είχε υποσχεθεί στις αγορές πριν την ορκωμοσία του ότι θα προβεί στις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, δέσμευση που δύσκολα γίνεται πιστευτή όταν έχει εξαγγείλει την κατάργηση της ανεξαρτησίας της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας.
Αφού επανεξελέγη με άνεση την 24η Ιουνίου, εξασφαλίζοντας το 52,6% των ψήφων, ο 64χρονος Ερντογάν ορκίστηκε ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης, όπου δεσμεύτηκε μεταξύ άλλων να προασπιστεί τις αρχές της κοσμικής Τουρκίας που ίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ και να εκπληρώσει τα καθηκοντά του με τρόπο «αμερόληπτο».
Kατά την άφιξή του στο τουρκικό κοινοβούλιο, τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον οποίο συνόδευε η σύζυγός του Εμινέ, υποδέχθηκαν με χειροκροτήματα οι βουλευτές της συμμαχίας του όπου επικρατεί το κόμμα του, το AKP.
«Ως πρόεδρος της χώρας, ορκίζομαι στην τιμή και την ακεραιότητά μου, ενώπιον του μεγάλου τουρκικού έθνους και της ιστορίας, να εργαστώ με όλες μου τις δυνάμεις για να προστατεύσω και να εξυμνήσω τη δόξα και την τιμή της Δημοκρατίας της Τουρκίας και να εκπληρώσω τα καθήκοντα που αναλαμβάνω με αμεροληψία»
είπε ο πρόεδρος της Τουρκίας κατά τη διάρκεια της τελετής ορκωμοσίας στην τουρκική Εθνοσυνέλευση στην Άγκυρα, η οποία μεταδόθηκε σε απευθείας σύνδεση από τα τηλεοπτικά δίκτυα της χώρας.
Ο νέος πρόεδρος θα μπορεί να σχηματίζει υπουργεία, να προβαίνει σε κανονιστικές ρυθμίσεις γι’ αυτά και να απομακρύνει δημόσιους λειτουργούς. Ολα αυτά χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου.
Η κυβέρνηση θα εκδίδει διατάγματα, παρακάμπτοντας το κοινοβούλιο, στο πλαίσιο του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε μετά την αποτυχημένη απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος τον Ιούλιο 2016.
Ωστόσο, ο Ερντογάν έχει υποσχεθεί ότι θα άρει το καθεστώς έκτακτης ανάγκης μετά τις εκλογές, κάτι το οποίο αμφισβητεί η αντιπολίτευση.
Παράλληλα, ο νέος Τούρκος πρόεδρος θα μπορεί να σχεδιάζει τον προϋπολογισμό και να αποφασίζει για την ασφάλεια και την άμυνα της Τουρκίας και να διαλύει το κοινοβούλιο, κάτι που όμως θα οδηγεί σε διεξαγωγή πρόωρων προεδρικών εκλογών.
Επιπλέον, τυπικά θα αλλάξουν και ορισμένοι όροι όπως υπουργικό και πρωθυπουργικό συμβούλιο, οι οποίοι θα αντικατασταθούν από τους όρους που προβλέπει η «προεδρική δημοκρατία».