Καταιγιστικές και αλληλεπικαλυπτόμενες είναι οι εξελίξεις στα ανοιχτά μέτωπα της οικονομίας και του Σκοπιανού, ενώ παράλληλα σε εξέλιξη βρίσκεται και η αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού, δημιουργώντας κλίμα ανατροπής ισορροπιών, χωρίς ωστόσο να επιβεβαιώνεται άμεσα ένα τέτοιο σενάριο.
Όπως ήταν αναμενόμενο η Συμφωνία των Πρεσπών λειτούργησε ως θρυαλλίδα ανακατατάξεων, οι οποίες αν και ξεκίνησαν, δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί, καθώς η πόλωση περιόρισε τα περιθώρια ελιγμών και παγίωσε τόσο το κυβερνητικό μπλοκ. Οι μετασεισμοί που είχαν ως επίκεντρο τον μικρό κυβερνητικό εταίρο, φάνηκε να αιφνιδιάζουν προς στιγμή την κυβέρνηση, ωστόσο οι αναταράξεις αποδεικνύονται βραχύβιες.
Τα σενάρια πολιτικής αποσταθεροποίησης δεν φαίνεται να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και στις αγορές, όπου αποδώσεις των κρατικών ομολόγων αποκλιμακώνονται και το κλίμα είναι γένει θετικό καθώς μετά τη συμφωνία του Eurogroup έχει ακολουθήσει μπαράζ αναβαθμίσεων από οίκους αξιολόγησης.
Οι σπασμωδικές κινήσεις του Πάνου Καμμένου υπό την απειλή διάλυσης που φαίνεται να βιώνουν οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, επανέφεραν σενάρια βιωσιμότητας του κυβερνητικού συνασπισμού προκαλώντας ανησυχία και ανασφάλεια που θα μπορούσαν να υποσκάψει την προοπτική αύξησης των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων που απαιτούνται για την ταχεία επανεκκίνηση της οικονομίας. Τα σενάρια αυτά προσπάθησε να εκμεταλλευτεί με ανάρτησή του μέσω twitter ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ζητώντας από τον πρωθυπουργό να ορίσει ημερομηνία εκλογών. Το κλίμα αυτό προσπάθησε να εκτονώσει με ανακοίνωση το Μαξίμου, ενώ αργότερα, το βράδυ της Τρίτης τους τόνους κατέβασε και ο υπουργός Άμυνας, με δηλώσεις του στον ΑΝΤ1, όπου ξεκαθάρισε ότι η κυβέρνηση θα ολοκληρώσει τη θητεία της.
Παράλληλα, όμως τρέχει και το ζήτημα της οικονομίας, όπου οι δηλώσεις Μοσκοβισί στη Βουλή να παρείχαν στήριξη στην κυβέρνηση και τον Αλέξη Τσίπρα, ενόψει μάλιστα της προ ημερησίας διατάξεως συζήτησης για την οικονομία που έχει προκαλέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και με την οποία θα πέσει η αυλαία καθώς διακόπτονται οι εργασίες της Ολομέλειας.
Το Μαξίμου έχει όμως δείξει προδιάθεση να ανεβάσει στην ατζέντα και το θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης, προτάσσοντας τον διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας, στρατηγική που θα ενισχύσει την πόλωση και θα “καθαρίσει” τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών, θέτοντας το κέντρο ενώπιον υπαρξιακών διλημμάτων.
Ο συνδυασμός Σκοπιανού και συνταγματικής αναθεώρησης όμως μπορεί να αποτελέσει τη βάση για τη δημιουργία προοδευτικού μετώπου, όντας ταυτόχρονα το πρώτο ορόσημο στον οδικό χάρτη των επόμενων εθνικών εκλογών.
Το πολιτικό σκηνικό
Η κυβέρνηση, διατηρώντας τον έλεγχο της ατζέντας επιμένει στην εφαρμογή στρατηγικής ταχείας ανακύκλωσης θεμάτων στην επικαιρότητα, πολυδιασπώντας την αντιπολίτευση και αποπροσανατολίζοντας την κοινωνία. Το Μέγαρο Μαξίμου θέλοντας να μετριάσει τη σπατάλη πολιτικού κεφαλαίου που προκαλεί το Σκοπιανό και να ξεκινήσει τη δημιουργία νέου επενδύει στις επιτυχίες στον τομέα της οικονομίας και παράλληλα εγείρει θέματα που συσπειρώνουν την κομματική βάση, ενώ κινητοποιούν και τις προοδευτικές δυνάμεις, όπως ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας. Τέλος, ο Αλέξης Τσίπρας διατηρεί για τον εαυτό του το ευρωπαϊκό χαρτί αποδεικνύοντας σε κάθε ευκαιρία τη δέσμευσή τους στην ευρωπαϊκή διεύρυνση, εμβάθυνση και σύγκληση, στρατηγική ο απώτερος στόχος της οποίας δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει.
Από την άλλη πλευρά η Νέα Δημοκρατία, δοκιμάζοντας τις ανοχές του ευρωπαϊκού συστήματος και ρισκάροντας να βρεθεί στη λάθος πλευρά του Λαϊκού Κόμματος, πριν τις Ευρωεκλογές, επιδιώκει να κεφαλαιοποιήσει δημοσκοπικά τη στάση της στο Σκοπιανό, ενώ αναζητά χώρο για να εκπέμψει διακριτό στίγμα στην οικονομία, χωρίς να διεγείρει φυγόκεντρες τάσεις, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τριβές στις σχέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Ωστόσο, σύντομα ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρεθεί μπροστά στο δίλημμα της επιλογής πολιτικής πλατφόρμας στο πλαίσιο του ΕΛΚ, όπου επίκειται σύγκρουση της ακροδεξιάς πτέρυγας υπό τον Ορμπάν με την κεντρώα της Μέρκελ.
Η από καιρό προαναγγελθείσα αποχώρηση του Ποταμιού από το ΚΙΝ.ΑΛ κινείται στη βάση της προσέλκυσης των αναποφάσιστων ψηφοφόρων, οι οποίοι παραμένουν η κρίσιμη μάζα και οι οποίοι αναμένεται να δώσουν τον τόνο στις Ευρωεκλογές. Παράλληλα, όμως δημιουργεί και πρόσφορο έδαφος για την ανάληψη πρωτοβουλιών και την αναζήτηση συγκλίσεων που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την πολιτική σταθερότητα, ένα πρώτο βήμα στην κατεύθυνση της αλλαγής της πολιτικής κουλτούρας στην Ελλάδα.
Στο ΚΙΝ.ΑΛ οι εναπομείναντες σχηματισμοί με κυρίαρχο το ΠΑΣΟΚ και εν συνεχεία τη ΔΗΜ.ΑΡ αναζητούν πολιτικό χώρο σε τοπίο ακραίας πόλωσης που δημιουργεί το Σκοπιανό και υπό τους περιορισμούς που δημιουργεί η ανάγκη προστασίας της “κληρονομιάς” Βενιζέλου στην οικονομία. Ο μικρότερος παράγοντας του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών του Γιώργου Παπανδρέου έχει δείξει πολλές φορές διάθεση αυτονόμησης, ωστόσο σε αυτή τη φάση επισήμως παραμένει, παρά τις αποχωρήσεις μεμονωμένων στελεχών.