Σε μείζον ζήτημα αναδεικνύει το ΔΝΤ την ανάγκη περαιτέρω δεσμεύσεων από τους Ευρωπαίους για ουσιαστική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μετά το 2032, επισημαίνοντας παράλληλα ότι οι παραδοχές που έχει υιοθετήσει ο ESM και στις οποίες βασίζει τις προβλέψεις για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους δεν είναι ρεαλιστικές.
Με πολύ προσεκτικές διατυπώσεις και ρητορική το τεχνικό κλιμάκιο του Ταμείου κινείται στη γραμμή που χάραξε η Κριστίν Λαγκάρντ στηρίζοντας την ελληνική κυβέρνηση και εγκαλώντας τον ESM και τη Γερμανία για ημιτελή συμφωνία που απλώς σπρώχνει χωρίς να επιλύει το πρόβλημα.
Στην προκαταρκτική έκθεσή που δημοσιεύει σήμερα το ΔΝΤ, το τεχνικό κλιμάκιο που βρέθηκε στην Ελλάδα επαινεί την κυβέρνηση για τις μεταρρυθμίσεις και ζητά τη διατήρηση της μεταρρυθμιστικής δυναμικής ώστε να επιτευχθούν οι αναπτυξιακοί στόχοι.
Το προσωπικό, εντούτοις, ανησυχεί ότι αυτή η βελτίωση στους δείκτες του χρέους μπορεί να διατηρηθεί περισσότερο μακροπρόθεσμα μόνο υπό φαινομενικά πολύ φιλόδοξες παραδοχές αναφορικά με την αύξηση του ΑΕΠ και την ικανότητα της Ελλάδας να επιτύχει υψηλά πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, γεγονός που υποδεικνύει ότι θα ήταν δύσκολο να διατηρηθεί πρόσβαση στις αγορές περισσότερο μακροπρόθεσμα χωρίς περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους.
Το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης είναι αφιερωμένο στην απόφαση του Eurogroup, την οποία αποτιμά θετικά, όχι όμως καταληκτικά, καθώς υποστηρίζει ότι τα μέτρα βελτιώνουν μεσοπρόθεσμα το προφίλ βιωσιμότητας και διατηρησιμότητας του χρέους, ενώ εκτιμά ότι για την αποκατάσταση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας θα απαιτηθούν πρόσθετα μέτρα, όπως έχουν δεσμευτεί οι εταίροι, καθώς δεν θεωρεί επιτεύξιμους τους αναπτυξιακούς και δημοσιονομικούς στόχους παράλληλα.
Υπό αυτό το πρίσμα, το προσωπικό καλωσορίζει τη δέσμευση των Ευρωπαίων εταίρων να παρέχουν επιπρόσθετη ελάφρυνση εάν χρειαστεί, αλλά πιστεύει πως είναι κρίσιμης σημασίας οποιαδήποτε τέτοια πρόσθετη ελάφρυνση να στηρίζεται σε ρεαλιστικές παραδοχές, ιδιαίτερα σχετικά με την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρεί ιδιαίτερα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
Το τεχνικό κλιμάκιο του Ταμείο αναφέρεται εμμέσως πλην σαφώς στην προοπτική χρήσης του capital buffer των 24,1 δισ. για πράξεις reprofiling, καθώς και στην επιμήκυνση λήξεων των ομολόγων του ESM, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις για τον ασφαλή διάδρομο και με τη μεσοπρόθεσμη μείωση του χρέους.
Στην έκθεση ιδιαίτερη μνεία γίνεται στις τράπεζες, τα NPE’s και το ρόλο τους στη χρηματοδότηση της οικονομίας επισημαίνοντας:
Η έκθεση του τεχνικού κλιμακίου του ΔΝΤ για την ΕλλάδαΗ αναβίωση της πιστωτικής δυνατότητας των τραπεζών, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης των πολύ υψηλών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), είναι κρίσιμης σημασίας για την υποστήριξη της οικονομίας. Σημαντικές νομικές μεταρρυθμίσεις με στόχο την μείωση των NPEs έχουν υιοθετηθεί και έχουν γίνει βήματα για την ανάπτυξη μιας δευτερογενούς αγοράς NPEs αλλά περαιτέρω προσπάθειες εφαρμογής είναι απαραίτητες για να παγιωθούν . Για την επιτάχυνση της εξυγίανσης των ισολογισμών των τραπεζών χρειάζονται περισσότερο φιλόδοξοι στόχοι μείωσης των NPEs, προληπτική δημιουργία κεφαλαιακών μαξιλαριών, περαιτέρω βήματα για την άμβλυνση των κινδύνων ρευστότητας και χρηματοδότησης και πιο ισχυρή εσωτερική τραπεζική διακυβέρνηση. Οι εναπομείναντες περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων πρέπει να αρθούν κατά τρόπο συνετό με βάση τον συμφωνημένο οδικό χάρτη, με το ρυθμό που υπαγορεύουν οι συνθήκες στους τομείς της οικονομίας και των τραπεζών αλλά και το επίπεδο της εμπιστοσύνης των καταθετών