Σε ναρκοπέδιο της ακροδεξιάς τείνει να εξελιχθεί η Σύνοδος Κορυφής που βρίσκεται σε εξέλιξη στις Βρυξέλλες, καθώς η άνοδος ευρωφοβικών και λαϊκιστικών κομμάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη επιβάλλει εκ των πραγμάτων την ατζέντα τους στην κεντρική πολιτική σκηνή και σε πολλές περιπτώσεις εξαναγκάζει συντηρητικά κόμματα σε επικίνδυνες στροφές με στόχο την κάλυψη του πολιτικού χώρου.
Η αναθεωρητική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ στο εμπόριο και η εισαγωγή της γεωοικονομικής στρατηγικής ως κυρίαρχου δόγματος, υποβαθμίζοντας τη γεωπολιτική, η προσπάθεια ενεργοποίησης συντηρητικών αντανακλαστικών στις κοινωνίες, που συμβάλλει στην ανάπτυξη φυγόκεντρων τάσεων από υπερεθνικούς και διακρατικούς οργανισμούς και εν τέλει η ρητορική υψηλών τόνων και απροκάλυπτων απειλών, είναι η “νέα κανονικότητα” που επιχειρείται να επιβληθεί de facto.
Η προσφυγική κρίση δεν είναι στο ζενίθ, ενώ και η οικονομική ξεπερνιέται, με την Ευρώπη να διαχειρίζεται το Brexit αποτελεσματικά, ωστόσο ίσως αποδειχθεί ότι για την Ευρώπη είναι αργά, αυτό τουλάχιστον άφησε να διαφανεί με τις δηλώσεις του ο υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας και ηγέτης της ακροδεξιάς Λέγκας του Βορρά, Ματέο Σαλβίνι, ο οποίος υποστήριξε ότι η ΕΕ διέρχεται υπαρξιακή κρίση.
Το βασικό πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει η Σύνοδος Κορυφής είναι η επιθετική στρατηγική της ακροδεξιάς από τη μια και η αναβλητική ιδιοσυγκρασία των χωρών του πυρήνα από την άλλη. Η Ευρώπη είναι πλέον αναγκασμένη να αναλάβει πρωτοβουλίες, να ωριμάσει και να αντέξει, καθώς η παιδικότητα με την οποία αντιμετώπιζε τη στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ επέτρεψε στον Ντόναλντ Τραμπ να εκμεταλλευτεί συγκυρίες, να χειραγωγήσει κυβερνήσεις και να υπαναχωρήσει από συμφωνίες που διασφάλιζαν τη σταθερότητα.
Μέχρι πρότινος η Ευρώπη ανέμενε τέτοιες συμπεριφορές από τη Ρωσία, την οποία επιχειρούσε να χαλιναγωγήσει κυρίως οικονομικά αλλά και γεωστρατηγικά.
Ο πολλαπλασιασμός όμως των εξωτερικών παραγόντων που ασκούν πίεση, σε συνδυασμό με τις φυγόκεντρες τάσεις που προκαλεί η ανάδυση της ακροδεξιάς στο εσωτερικό, αποτελούν ασύμμετρη απειλή για την ενότητα και βιωσιμότητα της Ένωσης.
Στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι δημοσκοπήσεις συγκλίνουν στο ότι το μεταναστευτικό αποτελεί μία από τις βασικότερες ανησυχίες των Ευρωπαίων πολιτών, παίζοντας κρίσιμο ρόλο στις εκλογές της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Ιταλίας και της Ουγγαρίας.
Νωρίτερα φέτος δηλώσεις που προειδοποιούσαν για επικείμενη υπαρξιακή κρίση στην Ευρώπη είχε πραγματοποιήσει ο μεγαλοεπενδυτής Τζορτζ Σόρος, ο οποίος τελεί υπό διωγμό από τη γενέτειρά του την Ουγγαρία και την κυβέρνηση του ακροδεξιού Βίκτορ Ορμπάν.
Σήμερα, από το βήμα της Bundestag την κρισιμότητα των στιγμών αναγνώρισε και η καγκελάριος της Γερμανίας, Άγκελα Μέρκελ δηλώνοντας ότι:
«Η Ευρώπη έχει πολλές προκλήσεις να αντιμετωπίσει. Το μεταναστευτικό ωστόσο μπορεί να είναι η καθοριστική στιγμή για την Ευρωπαϊκή Ενωση»,
Η άμεση λύση στο πρόβλημα των εκατοντάδων μεταναστών που ρισκάρουν τη ζωή τους διασχίζοντας τη Μεσόγειο με πλοία-φέρετρα είναι μονόδρομος και για την ίδια την καγκελάριο που έχει ανοίξει πόλεμο με τους Βαυαρούς συμμάχους της και βλέπει το πολιτικό της μέλλον να κινδυνεύει. Στο εσωτερικό της κυβέρνησής της, ο υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας και επικεφαλής των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας (CSU) έχει καταστήσει σαφές σε όλους τους τόνους ότι εάν δεν υπάρξει άμεσα βιώσιμη λύση το επόμενο βήμα θα είναι οι επαναπροωθήσεις.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε στη συνέντευξη που παραχώρησε στους Fiancial Times και ο Αλέξης Τσίπρας, που έδειχνε να θέτει ως προτεραιότητα τη συνοχή και εμβάθυνση της ΕΕ, έναντι πολιτικών που θα μπορούσαν να την πληγώσουν, αποδεχόμενος να αναλάβει βραχυχρόνιο πολιτικό κόστος για το προσφυγικό, εφόσον οδηγηθεί η ΕΕ σε εκ βάθρων και επί το δικαιότερο, αναδιάρθρωση της Συνθήκης του Δουβλίνου ΙΙ.
Μία λύση που προκρίνεται, σύμφωνα με προσχέδιο της Συνόδου, είναι η σύσταση «περιφερειακών πλατφορμών αποβίβασης», που θα αποφασίζουν επί των αιτήσεων ασύλου πριν οι αιτούντες φτάσουν στην Ευρώπη. Τέτοιου είδους κέντρα θα μπορούσαν να στηθούν στη Βόρεια Αφρική, προκειμένου να περιοριστούν τα κίνητρα για επικίνδυνα ταξίδια, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο προσχέδιο. Το σχέδιο αυτό ωστόσο, το οποίο στηρίζουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες, προσκρούει στις αντιδράσεις των εν λόγω χωρών, στη Βόρεια Αφρική και τα Βαλκάνια.