Οι αγορές αρχίζουν να ματώνουν καθώς όλες οι προσπάθειες χαλιναγώγησης του Ντόναλντ Τραμπ απέτυχαν, ενώ οι πολλαπλές εστίες εμπορικού πολέμου που έχουν ανοίξει, απειλούν πλέον ευθέως την αμερικανική και παγκόσμια οικονομία παρά τους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης που καταγράφουν αυτό τον καιρό.
Ο δείκτης φόβου (μεταβλητότητας) VIX στις ΗΠΑ σημείωσε άνοδο της τάξης του 25% στη χθεσινή συνεδρίαση και πλέον κινείται σε επίπεδα άνω του 15, σημείο ορόσημο για την αύξηση της επικινδυνότητας των αγορών. Την ίδια στιγμή η Wall Street κοκκίνησε, το ίδιο συνέβη και στις αγορές της Ευρώπης και της Ασίας.
Το Trump-effect αποτυπώθηκε στα χρηματιστήρια όλου του κόσμου, αν και ακόμα οι ενδείξεις είναι συγκεχυμένες, ενώ οι αντιδράσεις από τις μετοχές στα εμπορεύματα και στα λεγόμενα “ασφαλή καταφύγια” δεν ευθυγραμμίζονται.
Οι αντιδράσεις των αγορών, είναι αυτές που συνήθως μετρούν την αποτελεσματικότητα μιας πολιτικής, ενώ η αντιπαράθεση πολιτικών αγορών ιστορικά είχε πάντα νικητή τις αγορές, συνεπώς αν ο Ντόναλντ Τραμπ επιμείνει στην πολιτική προκλήσεων και αντιπαραθέσεων, τότε είναι πολύ πιθανό να αποξενωθεί από τη Wall Street, η οποία είναι και βασικός χρηματοδότης του, που συνεπάγεται ότι η προοπτική επανεκλογής του περιορίζεται.
Συνεπώς, με δεδομένη την αγοραία αντίληψη του προέδρου των ΗΠΑ για την πολιτική και τον τρόπο άσκησής της, είναι πολύ πιθανό να αλλάξει στάση και διάθεση, λόγω της αντίδρασης των επενδυτών. Σε διαφορετική περίπτωση η σύγκρουση “χωρίς γάντια” με τη μέχρι τώρα φιλικά διακείμενη Wall Street είναι σίγουρο ότι θα αφήσει κάτι παραπάνω από ουλές στην ήδη εξουθενωμένη, από τα σκάνδαλα, προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ.
Γιατί αντιδρούν έτσι οι αγορές
Το φθηνό χρήμα στις ΗΠΑ έχει τελειώσει και μαζί του η ανοχή των αγορών στις αναθεωρητικές πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ, η έξοδος και αντιστροφή του QE και οι αυξήσεις επιτοκίων από τη Fed έχουν επανεισάγει το risk premium στα βιβλία των επενδυτών.
Οι αναρτήσεις του Ντόναλντ Τραμπ στο twitter δεν αποτελούν πλέον αντικείμενο σατιρικού σχολιασμού για τους traders στη Wall Street αλλά αποφάσεις πολιτικής με πραγματικές και άμεσες επιπτώσεις στις επιχειρήσεις, τη γεωπολιτική ασφάλεια και σταθερότητα και το παγκόσμιο πολιτικο-οικονομικό τοπίο.
Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε την εξουσία, όμως, το τοπίο στις αγορές ήταν διαφορετικό, καθώς η οικονομία των ΗΠΑ ήταν μεν στα πρώτα στάδια της ανάκαμψης αλλά οι αυξήσεις επιτοκίων ήταν ακόμα στους σχεδιασμούς της Fed και η απεξάρτηση από το QE εξελισσόταν ήπια, χωρίς αναταράξεις, λόγω των ευνοϊκών συνθηκών διεθνώς και της ενίσχυσης της ανθεκτικότητας και διαλειτουργικότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Οι αγορές, λοιπόν, προεξοφλούσαν τις καλύτερες ημέρες στην οικονομία, ενώ οι δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ αξιολογούνταν ως “γραφικές” και για τις όποιες πρώιμες επιπτώσεις υπήρχαν τα προγράμματα της Fed και τα χαμηλά επιτόκια να τις αντισταθμίζουν και να βοηθούν στο διαμοιρασμό του ρίσκου.
Στο εν τω μεταξύ όμως, η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε δυναμική αναπτυξιακή τροχιά, ο πληθωρισμός ενισχύεται και η Fed ανεβάζει τα επιτόκια, αφού πρώτα έχει τελειώσει με το QE. Το ρίσκο όμως ανεβαίνει συνολικά καθώς και η ΕΚΤ ανακοίνωσε την έξοδο από το QE. Μόνη κίνηση που ενίσχυσε τη δυνατότητα απορρόφησης ρίσκου, ήταν οι φοροαπαλλαγές, οι οποίες όμως με τον τρόπο που ήταν διαρθρωμένες δεν έμειναν στο σύστημα για την ενίσχυση της ρευστότητας, αλλά οδήγησαν σε απόσυρση ρευστότητας με τη μορφή των μερισμάτων και της επιστροφής κεφαλαίου.
Στο νέο περιβάλλον που δημιουργείται από τις κεντρικές τράπεζες, οι αναρτήσεις του Ντόναλντ Τραμπ στο twitter και οι πολιτικές του αποφάσεις έχουν πραγματική επίδραση στην οικονομική σταθερότητα, προβλεψιμότητα διεθνώς, καθώς αποσταθεροποιούν εδραιωμένες σχέσεις των ΗΠΑ με χώρες και αγορές.
Συνεπώς, η αύξηση του ρίσκου, λόγω των αποφάσεων και της πολιτικής υψηλών τόνων και προκλήσεων που ακολουθεί ο Ντόναλντ Τραμπ πλέον αντικατοπτρίζεται στις αποτιμήσεις των μετοχών, ενώ προοδευτικά ο αντίκτυπος μεγαλώνει καθώς κινείται σε ευθεία συνάρτηση με το κόστος του χρήματος.
Τα αντικρουόμενα μηνύματα της κυβέρνησης Τραμπ για τους περιορισμούς στις επενδύσεις ξένων κεφαλαίων στον τεχνολογικό τομέα των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με τις πρώτες ενδείξεις για προβλήματα στην αλυσίδα εφοδιασμού από την πολιτική των δασμών, βυθίζουν τις αγορές στο κόκκινο και ρίχνουν βαριά σκιά στην παγκόσμια οικονομία.
Εμπορικός και οικονομικός πόλεμος
Η απειλή εμπορικού πολέμου με δασμούς που αρχικά υποτιμήθηκε, εν τέλει αποδεικνύεται άκρως πραγματική, ενώ πλέον συνοδεύεται από νέες απειλές για κυρώσεις οικονομικού χαρακτήρα διευρύνοντας το μέτωπο της αντιπαράθεσης.
Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Στίβεν Μνούτσιν, διεμήνυσε ότι οι περιορισμοί στις επενδύσεις θα εφαρμοστούν «για όλες τις χώρες, που προσπαθούν να κλέψουν την τεχνολογία μας», γεγονός που οδήγησε τον Nasdaq σε πτώση μεγαλύτερη του 2% το βράδυ της Δευτέρας και σε ευρύτερες αναταράξεις στη Wall Street και στην Ευρώπη.
Ακολούθησαν δηλώσεις του συμβούλου του Λευκού Οίκου για θέματα εμπορίου, Πίτερ Ναβάρο, ο οποίος προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις των όσων είπε ο Μνούτσιν, ισχυριζόμενος ότι οι περιορισμοί αφορούν αποκλειστικά τις επενδύσεις από την Κίνα. Και πάλι αυτές δεν ήταν αρκετές να αποτρέψουν τη χειρότερη συνεδρίαση για τις αμερικανικές μετοχές εδώ και δύο μήνες.
Το κλίμα επιδείνωσε περαιτέρω η ανακοίνωση της Harley Davidson ότι θα μεταφέρει μέρος της παραγωγής της εκτός ΗΠΑ, ώστε να μπορέσει να αντεπεξέλθει στους δασμούς- αντίποινα της Ε.Ε. χωρίς να μετακυλήσει το κόστος στους πελάτες της. Οι μετοχές της εταιρίας έκαναν «βουτιά» 5%.