Συνθήκες που ευνοούν την πολιτική αποσταθεροποίηση της Ευρώπης διαμορφώνονται σταδιακά καθώς η εκλογή κυβερνήσεων που εμπεριέχουν ή και απαρτίζονται από εθνικολαϊκιστικά στοιχεία, η άνοδος της ακροδεξιάς και η πολύπλευρη πίεση που ασκούν οι ΗΠΑ στην ΕΕ, θέλοντας να ανατρέψουν το γεωοικονομικό status quo συνθέτουν ένα ιδιαίτερα εύφλεκτο σκηνικό.
Από το 2015 ο αριθμός των νέων αφίξεων στην Ελλάδα, την Ιταλία, αλλά και τη Γερμανία έχει μειωθεί κατά 75%. Παρ΄ όλα αυτά τα εθνολαϊκιστικά κόμματα επιμένουν στη ρητορική τους, προκαλώντας την εντύπωση ότι τα σύνορα παραμένουν αφύλακτα. Μιλώντας στη DW ο Γερμανός αναλυτής Στέφαν Λένε αναφέρει
«χρειάζεται προφανώς χρόνος για να απορροφηθεί το τραυματικό σοκ του 2015. Η ανασφάλεια παραμένει και κάποιοι την… αξιοποιούν δεόντως».
Διαβάστε επίσης: Έτσι ξεσκίζουν την Ευρώπη (γραφήματα)
Επτά κράτη-μέλη της Ε.Ε., μεταξύ αυτών η Γερμανία και το Βέλγιο, διενεργούν πλέον ελέγχους σε συγκεκριμένους συνοριακούς σταθμούς. Επαναπροωθήσεις μεταναστών γίνονται στα σύνορα της Γαλλίας με την Ιταλία, του Βελγίου με τη Γαλλία και της Γερμανίας με την Αυστρία.
«Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι άνθρωποι στη Γερμανία και στην Αυστρία δεν έχουν καμία επαφή με τους πρόσφυγες. Αλλά η έκταση που έχει λάβει το θέμα στα μέσα ενημέρωσης αντανακλάται πλέον και στις διαθέσεις της κοινής γνώμης»,
υποστηρίζει ο Γερμανός αναλυτής.
Οι έλεγχοι στα σύνορα όμως αποτέλεσαν το πρώτο βήμα υπαναχώρησης από την ευρωπαϊκή ενοποίηση καθώς υπέσκαψαν και εν τέλει αποσάθρωσαν τη Συνθήκη Σένγκεν, που αποτέλεσε τη βάση της νέας ευρωπαϊκής προοπτικής.
Η αιφνιδιαστική ανάδειξη του μεταναστευτικού -το οποίο βρίσκεται σε ύφεση- από πολλές χώρες και δυνάμεις σε μείζον θέμα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, απειλώντας παράλληλα με αποσταθεροποίηση της Γερμανίας και αμφισβητώντας καθολικά τη συμφωνία για τις ποσοστώσεις, το Δουβλίνο ΙΙ και την πολιτική ασύλου, αποκαλύπτει μια καλά οργανωμένη επιχείρηση άσκησης πίεσης στις Βρυξέλλες και το διευθυντήριο, όχι υπέρ χωρών, αλλά στο πλαίσιο ευρύτερης στρατηγικής ανάσχεσης της παράλληλης προσπάθειας ενίσχυσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης και διεύρυνσης της ΕΕ με την ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων.
Διαβάστε επίσης: Το μεταναστευτικό μοχλός πολιτικής αποσταθεροποίησης στην Ευρώπη
Τα πλήγματα στην ΕΕ ξεκίνησαν με το Brexit, εκεί ξεδιπλώθηκαν αρχικά οι εθνικολαϊκιστικές δυνάμεις, στη συνέχεια, και επιχειρήθηκε η εργαλειοποίηση της Ελλάδας, το σχέδιο αυτό κάηκε νωρίς, με τους παράγοντες πίεσης να περιορίζονται στην ομάδα Visegrad και σε περιορισμένες ακροδεξιές ομάδες. Η νέα έξαρση ξεκίνησε μετά την εκλογή Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, ο οποίος υποστήριξε ανοιχτά σχεδόν κάθε ακροδεξιά φωνή στην ΕΕ και τη Βρετανία, δίδοντας αίσθηση διεθνούς νομιμοποίησης σε ομάδες που κινούνταν επί μακρόν στο ημίφως.
Η δυναμική που δημιουργείται απειλεί την ευρωπαϊκή προοπτική, καθώς τροφοδοτούνται φυγόκεντρες τάσεις και επιδοτείται πολιτικά και ενδεχομένως οικονομικά η καλλιέργεια ευρωφοβικών συναισθημάτων στις κοινωνίες.
Η Ευρώπη επιχειρεί να απαντήσει στις πιέσεις επιταχύνοντας τα βήματα στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όχι όμως και της διεύρυνσης, ενώ στρατηγική επιλογή αποτελεί το κλείσιμο του κεφαλαίου της ελληνικής κρίσης, το οποίο αποτέλεσε άλλοτε εφαλτήριο και άλλοτε πεδίο γεωοικονομικών και γεωπολιτικών συγκρούσεων και ανταγωνισμό.
Η εργαλειοποίηση από τον Ντόναλντ Τραμπ διεθνών συμφωνιών και εσωτερικών προβλημάτων της ΕΕ, με στόχο την βίαιη αλλαγή του γεωοικονομικού status quo αποτελεί πρακτική η οποία δεν έχει χρησιμοποιηθεί σε τέτοια έκταση στην πρόσφατη ιστορία.
Παράλληλα, πιέσεις και παρεμβάσεις στην Ευρωπαϊκή συνοχή επιχειρεί και η Ρωσία, έχοντας εξ αρχής υποστηρίξει -και ενεργητικά- την ανάδειξη και εδραίωση εθνικο-λαϊκιστικών δυνάμεων, συμβάλλοντας στη σύσταση εν τέλει μετώπου κατά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης εντός της ΕΕ, όπως συνέβη με τις χώρες του Group Visegrad, ενώ επενδύει στην παραπληροφόρηση για να αποδυναμώσει την ευρωπαϊκή συνοχή και να ενισχύσει την ελκυστικότητα της Μόσχας ως πολιτικού πόλου.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η Ουγγαρία εφαρμόζει εξόφθαλμα κοινές πολιτικές με τη Ρωσία περιορίζοντας την ελευθερία του λόγου, με τον στενό κύκλο του Ορμπάν να ελέγχει πρακτικά όλα, πλην του RTL, τα εγχώρια media και να δρα σε ζητήματα, όπως το Σκοπιανό, ως προκεχωρημένο φυλάκιο της Ρωσίας.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με την Πολωνία και τις ΗΠΑ, καθώς ο Λευκός Οίκος στηρίζει σθεναρά την ακροδεξιά κυβέρνηση της Βαρσοβίας, η οποία βρίσκεται σε ευθεία σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη, το μεταναστευτικό και σειρά ζητημάτων οικονομικής και εμπορικής πολιτικής. Η κυβέρνηση της Πολωνίας παράλληλα αμφισβητεί ευθέως τις πρωτοβουλίες ευρωπαϊκής ενοποίησης, υποσκάπτοντας τον Ευρωστρατό με αίτημα για εδραίωση αμερικανικής βάσης στο έδαφός της -και μάλιστα εκτός NATO-, ενώ αγοράζει αμερικανικά αντιπυραυλικά συστήματα, τη στιγμή που το NATO διαθέτει ήδη τις ισχυρότερες δυνάμεις στην περιοχή, μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.
Στο ίδιο κάδρο φαίνεται πως τοποθετείται σταδιακά και η Ιταλία, καθώς η πρωτοβουλία του υπουργού Εσωτερικών και επικεφαλής της ακροδεξιάς Λέγκας του Βορρά, με την οποία συντάχθηκε και ο φαινομενικά μετριοπαθής πρωθυπουργός, Κόντε, να απαγορεύσουν την αποβίβαση μεταναστών που περισυνελέγησαν στην Μεσόγειο στη χώρα, βρήκε αμέσως τη δημόσια στήριξη του Ντόναλντ Τραμπ
Η μεθοδευμένη άνοδος του εθνικολαϊκισμού
Όπως επισημαίνει η Deutsche Welle σε ανάλυσή της, κάθε τόσο στη βελγική υπηρεσία ασύλου στις Βρυξέλλες εκατοντάδες άνθρωποι περιμένουν υπομονετικά μπροστά στην είσοδο, είτε για να καταθέσουν αίτηση ασύλου, είτε για να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα έγγραφα που θα τους επιτρέψουν να ταξιδέψουν στη Γαλλία ή στη Μ. Βρετανία. Πολλοί από τους Αφρικανούς που συνωστίζονται εκεί λένε ότι έχουν έρθει στις Βρυξέλλες μέσω Ιταλίας με λεωφορεία, τρένα ή και με αυτοκίνητο, διασχίζοντας την Αυστρία, τη Γερμανία ή τη Γαλλία.
Σύμφωνα με την ισχύουσα διαδικασία του Δουβλίνου θα έπρεπε να είχαν καταθέσει την αίτηση ασύλου στην Ιταλία. Ωστόσο όλα δείχνουν ότι η διαδικασία του Δουβλίνου δεν λειτουργεί. Αυτό αντιλαμβάνεται και ο εθνολαϊκιστής υπουργός Εσωτερικών του Βελγίου, Ζαν Ζαμπόν, ο οποίος δηλώνει ότι θα υιοθετήσει πιο σκληρή τακτική απέναντι σε όσους δεν έχουν τα νόμιμα έγγραφα για να παραμείνουν στη χώρα. Τον Μάιο η «σκληρή τακτική» είχε ολέθρια αποτελέσματα, όταν αστυνομικοί άνοιξαν πυρ για να σταματήσουν ένα όχημα με παράτυπους μετανάστες από το Ιράκ και σκότωσαν ένα κοριτσάκι δύο ετών.
Πάντως οι «Συντηρητικοί Εθνικιστές» (N-VA), το κόμμα του Ζαν Ζαμπόν, τα τελευταία χρόνια καταγράφουν συνεχή άνοδο στο Βέλγιο και από το 2014 συμμετέχουν πλέον στον κυβερνητικό συνασπισμό υπό τον Λουί Μισέλ. Αλλά και στη Γαλλία, την Ολλανδία, τη Δανία, τη Σουηδία και τη Γερμανία, ξενοφοβικά και εθνολαϊκιστικά κόμματα βρίσκονται σε άνοδο. «Σε χώρες όπως το Βέλγιο, η Φινλανδία, η Αυστρία, αλλά και η Ελλάδα συμμετέχουν στην κυβέρνηση. Μάλιστα στην Πολωνία, την Ουγγαρία, την Τσεχία και πλέον και στην Ιταλία… είναι η κυβέρνηση» γράφει η DW. Όπως λέει ο Στέφαν Λένε, αναλυτής του ιδρύματος Καρνέγκι, «έχουν βρει στο προσφυγικό ένα προσφιλές θέμα, το οποίο προκαλεί έντονη συναισθηματική φόρτιση και πόλωση και δεν αφήνουν αυτό το θέμα με τίποτα…». Στη Γερμανία ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ, επικεφαλής της Κ.Ο. του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (ΑfD), είχε χαρακτηρίσει παλαιότερα «δώρο Θεού» το προσφυγικό.
Ο Φρανς Τίμερμανς, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ολλανδίας και νυν αντιπρόεδρος της Κομισιόν, εκφράζει την ανησυχία του ότι η άνοδος του εθνολαϊκισμού και τα άλυτα ζητήματα που προκαλούν οι αυξημένες προσφυγικές ροές, μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τη συνοχή όχι μόνο του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία, αλλά και ολόκληρης της Ε.Ε.. «Το ζήτημα της μετανάστευσης κατέχει κεντρικό ρόλο στην πολιτική αντιπαράθεση σε όλα τα κράτη-μέλη» επισήμανε ο Ολλανδός πολιτικός μιλώντας προ ημερών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ζητώντας «ευρωπαϊκή λύση». Αλλά αυτή ακριβώς την ευρωπαϊκή διάσταση αμφισβητούν πλέον τα ξενοφοβικά κόμματα. «Η ανικανότητα της Ε.Ε. να αντιμετωπίσει τα ζητήματα προκαλεί μία επανενθικοποίηση της πολιτικής» παρατηρεί ο αναλυτής Στέφαν Λένε.
Συντονισμό ζητεί η Μέρκελ
Η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ επιμένει σε μία συντονισμένη ευρωπαϊκή προσπάθεια για το προσφυγικό, η οποία δεν θα αποκλείει διμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών-μελών, αλλά τελικά θα περιλαμβάνει μία ευρωπαϊκή υπηρεσία ασύλου για την πιο αποτελεσματική προστασία των εξωτερικών συνόρων. Σε τελική ανάλυση και παρά τις όποιες εθνολαϊκιστικές εκτροπές, η Ε.Ε. θα πρέπει να είναι σε θέση να απαντήσει σε ουσιώδη ερωτήματα, υποστηρίζει η Άγκελα Μέρκελ:
«Είμαστε αρκετά ισχυροί για να ενισχύσουμε την οικονομική ανάπτυξη στις χώρες προέλευσης αυτών των ανθρώπων, δηλαδή στην Αφρική; Είμαστε σε θέση να τερματίσουμε τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία; Μπορούμε να εστιάσουμε περισσότερο στους προσφυγικούς καταυλισμούς που βρίσκονται κοντά στις χώρες προέλευσης; Κανείς δεν εγκαταλείπει την πατρίδα του χωρίς λόγο. Και ένα ακόμη ερώτημα: μπορούμε να συμφωνήσουμε σε ενιαίες διαδικασίες για όλη την Ευρώπη;».