Αντιμέτωπη με το εκρηκτικό μείγμα της πολιτικής αστάθειας και της νέας ακροδεξιάς στροφής βρίσκεται η Γερμανία, προοπτική που -εν όψει των επερχόμενων ευρωεκλογών- προκαλεί ανησυχία στις αγορές και “αγχώνει” τις Βρυξέλλες, καθώς πλέον ενισχύεται ο κίνδυνος να καεί η μεταρρυθμιστική ατζέντα και να ενισχυθούν οι δυνάμεις τις αποενοποίησης, τάση που ενόψει των Ευρωεκλογών αναμένεται να ισχυρποιηθεί.
Οι κλυδωνισμοί στην κυβέρνηση της Άγκελα Μέρκελ είναι πλέον εμφανείς και κοινά αποδεκτοί, ενώ αυτό που έχει σημασία είναι ότι προέρχονται από το έτερο χριστιανικό κόμμα το CSU και εστιάζονται στο μεταναστευτικό, ζήτημα που επανέρχεται επιτακτικά στο προσκήνιο από την Ιταλία, ενώ αποτελεί τον πυρήνα της τάσης αποενοποίησης του Group Visegrad.
Αν όμως στην εικόνα συμπεριληφθεί η κλιμακούμενη ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ και ΗΠΑ-Γερμανίας, η επίμονη προσπάθεια του Ντόναλντ Τραμπ και του Βλάντιμιρ Πούτιν να ενεργοποιήσουν -ο καθένας για τους δικούς του λόγους- τα συντηρητικά και φοβικά αντανακλαστικά των ευρωπαϊκών κοινωνιών, αναδεικνύεται ένα ιδιαίτερα σύνθετο και πολυπαραγοντικό πλαίσιο πίεσης της ΕΕ και ιδιαίτερα του πυρήνα της.
Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη οδήγησε σε υιοθέτηση κεφαλαίων της ατζέντας της από mainstream κόμματα, συνιστώντας ακροδεξιά στροφή, η οποία δικαιολογούνταν υπό τη λογική της συγκράτησης των μαζών, μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και πολλές φορές μάλιστα καλυπτόταν από προσπάθεια εκφυλισμού της. Στην πραγματικότητα όμως εξοικείωσε τις κοινωνίες με τις επιδιώξεις και τη λογική της ακροδεξιάς, απενεχοποιώντας τη ρητορική της και εν τέλει εγκαθιστώντας την στην κεντρική πολιτική σκηνή, τόσο άμεσα με την εκλογή ακροδεξιών και φοβικών κομμάτων όπως
- το AfD,
- η Λέγκα του Βορρά,
- το κόμμα του Ορμπάν στην Ουγγαρία,
- το κόμμα του Νόμου και της Τάξης στην Πολωνία και
- τη Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα,
όσο και έμμεσα με τον εμποτισμό συστημικών κομμάτων με τη λογική αυτή όπως συμβαίνει τώρα στους Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) στη Γερμανία, στη Νέα Δημοκρατία στην Ελλάδα, στο κυβερνών Λαϊκό Κόμμα της Αυστρίας και αλλού.
Με το σπέρμα της ακροδεξιάς φυτεμένο μέσα σε κυβερνήσεις του ευρωπαϊκού πυρήνα και με τις πιέσεις από τα λαϊκιστικά κινήματα να διογκώνονται καθώς οι πολύπλευρες και παράλληλες κρίσεις συνεχίζουν να μαστίζουν τις χώρες του Νότου και το προσφυγικό παραμένει όπλο ευκαιρίας σε διακρατικές πολιτικές αντιπαραθέσεις η Ευρώπη βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με νέα κρίση.
Η νέα, αυτή, δυναμική όμως απειλεί να εκτροχιάσει την πορεία προς την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, μέσω του Ευρωστρατού, της τραπεζικής σύγκλισης και της μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης, καθώς τροφοδοτεί φυγόκεντρες τάσεις και αφήνει χώρες έρμαια ξένων παρεμβάσεων.
Στη Γερμανία, φάντασμα της πολιτικής αστάθειας έχει επιστρέψει καθώς τα αδελφά κόμματα CDU και CSU έχουν παραδεχθεί δημοσίως ότι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στις σχέσεις τους και ιδιαίτερα η Άγκελα Μέρκελ με τον υπουργό Εσωτερικών Κρίστιαν Ζέεχοφερ.
Η κυβερνητική κρίση που ξέσπασε στις αρχές της εβδομάδες πιθανώς να κλιμακωθεί, αναφέρει η DW. επισημαίνοντας ότι ο υπουργός Εσωτερικών και πρόεδρος της βαυαρικής Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Χορστ Ζέεχοφερ θα παρουσιάσει στο προεδρείο του κόμματος του στο Μόναχο το σχέδιο του για το προσφυγικό. Αναμένεται ότι η ηγεσία του CSU θα υιοθετήσει την επίμαχη πρόταση του για απαγόρευση της εισόδου στη Γερμανία σε άτομα που έχουν αιτηθεί άσυλο σε άλλο ευρωπαϊκό κράτος.
Το μέτρο αυτό απορρίπτεται από την καγκελάριο. Η Άγκελα Μέρκελ δεν το απορρίπτει όμως για λόγους αρχής. Θα μπορούσε να εφαρμοστεί αλλά όχι μονομερώς. Το ιδανικό θα ήταν για την καγκελάριο να υπάρξει σχετική συμφωνία όλων των κρατών μελών της Ε.Ε. ή, αν αυτό δεν σταθεί δυνατό, η Γερμανία να έρθει σε διμερή συνεννόηση με τα κράτη στα οποία θα γίνεται η επαναπροώθηση. Γεγονός είναι πάντως πως για τη Γερμανία η εφαρμογή των ρυθμίσεων επαναπροώθησης που προβλέπονται από τον Κανονισμό του Δουβλίνου δεν είναι καθόλου ικανοποιητική. Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι αιτήσεις επαναπροώθησης της Γερμανίας είτε απορρίπτονται, είτε μένουν αναπάντητες από τις χώρες εισόδου στην ΕΕ όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.
Δύσκολα πάντως μπορεί να εκτιμηθεί αν ο υπουργός Εσωτερικών πράγματι υλοποιήσει την απειλή να εφαρμόσει άμεσα το μέτρο της απαγόρευσης εισόδου. Το ερώτημα που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι πώς θα αντιδράσει η καγκελάριος και αν ο κυβερνητικός συνασπισμός θα αντέξει αυτούς τους κλυδωνισμούς. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις για συμβιβασμό των αδελφών κομμάτων. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες ο κ. Ζέεχοφερ εξέφρασε ενδοιασμούς σε ό,τι αφορά τη συνεργασία του με την καγκελάριο. «Δεν μπορώ άλλο να συνεργαστώ με αυτή τη γυναίκα», φέρεται να είπε σε κλειστό κύκλο.
Η Ιταλία προκαλεί διαρκώς τις Βρυξέλλες στο μεταναστευτικό κλείνοντας τα λιμάνια της για τους πρόσφυγες που έχουν διασωθεί στη Μεσόγειο και ανεβάζοντας τους τόνους, καθώς ο νέος υπουργός Εσωτερικών της χώρας είναι ο γενικός γραμματέας της Λέγκας του Βορρά, Ματέο Σαλβίνι, ο οποίος έλαβε και συγχαρητήρια από τον Ντόναλντ Τραμπ για την πολιτική που ακολουθεί.
Την ίδια στιγμή Ουγγαρία, Πολωνία και Αυστρία σκληραίνουν επίσης τη στάση τους στο προσφυγικό, υποσκάπτουν την Κομισιόν και ζητούν μεγαλύτερη ανεξαρτησία, ενώ παράλληλα ενισχύεται η αμερικανική παρουσία και επιρροή στη Βαρσοβία και η Ρωσική στη Μπρατισλάβα.