Ερωτηματικά και ανησυχία για τη δυνατότητα, ικανότητα και βούληση των εποπτικών και ελεγκτικών αρχών της Κεφαλαιαγοράς να διαδραματίσουν το ρόλο τους ως προς την προστασία του επενδυτικού κοινού και τη διαφύλαξη της αξιοπιστίας του συστήματος, εγείρονται πλέον μετά την απόφαση αναστολής διαπραγμάτευσης της Folli Follie, τρεις εβδομάδες μετά την έναρξη αντιπαράθεσης για την ορθότητα και πληρότητα των οικονομικών της καταστάσεων.
Το Χρηματιστήριο έθεσε σήμερα εκτός διαπραγμάτευσης τη μετοχή της FF Group, μετά από αίτημα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία ενήργησε κατόπιν αιτήματος της ίδιας της εταιρίας, μετά από τη μεγάλη πτώση της μετοχής κατά 24,8% στη χθεσινή συνεδρίαση, ενώ καταγράφει ήδη σωρευμένες απώλειες 70% τις τελευταίες 30 ημέρες.
Η χρονοκαθυστέρηση με την οποία έδρασε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, εν τέλει, αν και ήταν εξ αρχής ενήμερη, επέτρεψε τη διόγκωση απωλειών των επενδυτών, οι οποίοι είχαν επενδύσει στη μετοχή, καλή τη πίστει, ότι τα οικονομικά στοιχεία ήταν ελεγμένα και πληρούσαν τις προδιαγραφές που προβλέπει ο νόμος.
Στην ανακοίνωση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αναφέρεται ότι η εταιρία:
“ζήτησε σήμερα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αναστολή της διαπραγμάτευσης των κινητών αξιών της εταιρείας μας, που διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο έλεγχος των οικονομικών καταστάσεων της εταιρείας μας από την ανεξάρτητη ελεγκτική εταιρεία Ernst & Young, στην διάθεση της οποίας η εταιρεία μας ήδη θέτει όλα τα ζητούμενα στοιχεία.”
Επίσης, στο διάστημα που μεσολάβησε η έντονη μεταβλητότητα και η έλλειψη καθοδήγησης από την εταιρία και τις αρχές είναι πιθανό να οδήγησε σε παγίδευση επενδυτών.
Παράλληλα, η απόφαση οδηγεί σε “κλείδωμα’ των κερδών των short παιχτών στα παράγωγα, καθώς η εκκαθάριση, όταν διενεργηθεί, θα γίνει στην χθεσινή τιμή κλεισίματος, που συνεπάγεται τεράστια κέρδη για το Fund και άλλους παίχτες short.
Επίσης, αν οι καταγγελίες του fund ευσταθούν, αποκαλύπτεται νέο τεράστιο θεσμικό κενό στη διερεύνηση των οικονομικών πολυεθνικών εταιριών, εις βάρος των μετόχων. Ακόμα όμως και να μη ευσταθούν οι ισχυρισμοί του QCM, οι αρχές βρίσκονται εκτεθειμένες καθώς δεν προστάτευσαν εγκαίρως το επενδυτικό κοινό από συντονισμένη προσπάθεια χειραγώγησης της μετοχής.
Στην περίπτωση που οι ισχυρισμοί του QCM αποδειχθούν, έστω και εν μέρει, αληθείς, όπως φαίνεται από τα στοιχεία που αποκαλύπτουν οι Financial Times και από τη στάση που υιοθετούν η Fosun και οι τράπεζες, ζητώντας διευκρινίσεις και πρόσθετες εξασφαλίσεις από την εταιρία, τότε οι αρχές έχουν εν γνώσει τους επιτρέψει την απώλεια περιουσίας των επενδυτών, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τα εγκεκριμένα από τις αρμόδιες αρχές στοιχεία για να λάβουν επενδυτικές αποφάσεις.
Συνεπώς, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ως αρχή που έχει εγκρίνει ενημερωτικά δελτία για την έκδοση ομολόγων καθώς και οι τράπεζες που έχουν δανείσει την εταιρία με βάση τα οικονομικά στοιχεία που συνυπογράφουν ορκωτοί λογιστές, φέρουν ευθύνες. Στην περίπτωση των πιστωτικών ιδρυμάτων θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι οι υπάλληλοι έπεσαν θύματα πλάνης, αυτό όμως δεν μπορεί να εννοηθεί για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τις αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες, καθώς είναι εξ ορισμού οι θεματοφύλακες του συστήματος.
Σε ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό η Folli Follie επισημαίνει ότι
“μετά την εξακολουθούμενη και συντονισμένη διασπορά παραπλανητικών ειδήσεων, η οποία έχει δημιουργήσει αδικαιολόγητα ένα έντονα αρνητικό κλίμα για την εταιρεία μας, με σχετικό έγγραφο αίτημά της, ζήτησε σήμερα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αναστολή της διαπραγμάτευσης των κινητών αξιών της εταιρείας μας, που διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο έλεγχος των οικονομικών καταστάσεων της εταιρείας μας από την ανεξάρτητη ελεγκτική εταιρεία Ernst & Young, στην διάθεση της οποίας η εταιρεία μας ήδη θέτει όλα τα ζητούμενα στοιχεία.”