Κατ αρχήν συμφωνία για τα ζητήματα που επιλύονται στο πλαίσιο του διετούς διάρκειας Μνημονίου Κατανόησης και Συνεργασίας φαίνεται ότι έχει επιτευχθεί μεταξύ Ελλάδας και πΓΔΜ, ενώ οι διεργασίες εντείνονται ως προς τα νομικά θέματα που θα διέπουν το MOUC τόσο σε επίπεδο διαδικασιών όσο και του διεθνούς status που αυτό θα απολαμβάνει.
Όπως έχει από τις 24 Απριλίου επισημάνει το Crisis Monitor η κόκκινη γραμμή της erga omnes ονομασία που επισείει αλλαγή του Συντάγματος της πΓΔΜ απαιτεί εκ των πραγμάτων χρόνο, συνεπώς η όποια λύση χρειάζεται να είναι αρθρωτή ώστε να διευκολύνεται η πολιτική διαχείρισή της και να επιτυγχάνεται ο στόχος της έναρξης της ενταξιακής πορείας προς ΕΕ και NATO, χωρίς να παρεμποδίζεται εφόσον τηρούνται οι όροι.
Υπό διαπραγμάτευση βρίσκονται ακόμα το ζήτημα της διαδικασίας αξιολόγησης της προόδου υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων, το δικαίωμα veto, οι εγγυήσεις και το νομικό πλαίσιο της συμφωνίας καθώς και οι ρήτρες απόσυρσης των πλευρών. Ανοιχτά, ως προς τις διατυπώσεις που χρησιμοποιηθούν του παραμένουν θέματα γλώσσας και εμπορίου. Ακόμα διαμορφώνονται οι νομικές προϋποθέσεις ενεργοποίησης της διαδικασίας της διαιτησίας και προσφυγής στα στα αρμόδια δικαιοδοτικά όργανα επίλυσης ενδεχόμενων διαφορών που θα ανακύψουν. Ακόμα δεν έχει γίνει γνωστό αν η παρέκκλιση από το συγκεκριμένο Μνημόνιο θα αποτελεί λόγο αναστολής των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, ή αν θα αποτελεί το τελικό κλειδί.
Πολιτικά οι δηλώσεις των τελευταίων ωρών από τους πρωθυπουργούς της Ελλάδας και της πΓΔΜ δίνουν τον τόνο και την προοπτική, καθώς κατά την υποδοχή από τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος Σεργκέι Στάνισεφ, ο Αλέξης Τσίπρας ρωτήθηκε από δημοσιογράφους:
«Τι προσδοκίες έχετε για αύριο;»,
και απάντησε:
«Πολύ μεγάλες».
Νωρίτερα είχε προσέλθει στην προσύνοδο του ΕΣΚ ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος ερωτηθείς «τι περιμένετε απ’ τη συνάντησή σας;», απάντησε
«μόνο επιτυχία».
Ιδιαίτερη βαρύτητα όμως έχουν και οι δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη ο οποίος μετακινήθηκε από τη γραμμή της μη-αποδοχής του όρου “Μακεδονία” στη γραμμή erga omnes και αλλαγή Συντάγματος.
Καταλυτικός, όμως, είναι και ο ρόλος που διαδραματίζει η Ε.Ε. στην προσπάθεια για ολοκλήρωση της συμφωνίας, αλλά και στις διεργασίες μέσα στην ΠΓΔΜ για τη διαδικασία επικύρωσης και έγκρισης της λύσης εκεί.
Όπως έχει εξ αρχής επισημάνει το Crisis Monitor η ΕΕ θα είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία, σε ρόλο εγγυήτριας δύναμης.
Υπ αυτό το πρίσμα δεν είναι τυχαία η δήλωση της Άγκελα Μέρκελ που επισήμανε ενώπιον της Bundestag, με αφορμή τη διένεξη Κροατίας-Σλοβενίας ότι καμία άλλη χώρα δεν θα μπει στην ΕΕ με ανοιχτά συνοριακά ζητήματα.
Παράλληλα, η Άγκελα Μέρκελ αναφέρθηκε στις συνθήκες που επικρατούν στα Δυτικά Βαλκάνια, τις οποίες χαρακτήρισε «καθοριστικής σημασίας για το ζήτημα της ειρήνης ή του πολέμου σε μια περιοχή με την οποία η ΕΕ γειτνιάζει άμεσα».
Με τη διατύπωση αυτή η Γερμανίδα καγκελάριος έδωσε το στίγμα της κρισιμότητας των στιγμών αυξάνοντας την πίεση και διακύβευμα. Στη συνέχεια επιβεβαίωσε μεν την ενταξιακή προοπτική των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, παράλληλα όμως τόνισε ότι το ζητούμενο είναι οι προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα πραγματοποιηθεί η ένταξη τους στην ΕΕ.
Πάντως, η Άγκελα Μέρκελ δεν έκανε καμία αναφορά για τη στάση που θα τηρήσει η Γερμανία σχετικά με την πρόταση της Κομισιόν να ξεκινήσουν άμεσα ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Αλβανία και την πΓΔΜ.