Ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε αυτό που είχε υποσχεθεί: υπαναχώρησε από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, κίνηση που αν και συναντά διεθνείς αντιστάσεις και αντιδράσεις, εν τούτοις είχε προεξοφληθεί από τις αγορές, ενώ δεν φαίνεται να έχει και σοβαρές “μετεγχειρητικές” επιπλοκές, λόγω του περιορισμένου πεδίου εφαρμογής και της επιμονής των υπολοίπων.
Παρά τα τρομολαγνικά σενάρια, η απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ να μην επικυρώσει εκ νέου το πρωτόκολλο, στόχο έχει την ανατροπή του εμπορικού ισοζυγίου και την ταχύτερη εμπέδωση του αμερικανικού γεωπολιτικού δόγματος για τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο.
Αν σηματοδοτεί κάτι η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να μην επικυρώσει εκ νέου τη συμφωνία, αυτό είναι το διευρυνόμενο χάσμα που τον χωρίζει από την Ευρώπη, ενώ επιβεβαιώνει την εμπορική του αντίληψη επί της διεθνούς πολιτικής.
Οι αποφάσεις του Ντόναλντ Τραμπ, όπως έχει γίνει αισθητό μέχρι τώρα, βασίζονται κυρίως στην εμπορική αποτίμηση των επιπτώσεών τους για τις ΗΠΑ, ό,τι δηλαδή υποσχέθηκε ο πρόεδρος των ΗΠΑ προεκλογικά με το σύνθημα “America first”.
Οι αγορές αντέδρασαν με αξιοσημείωτη ψυχραιμία στις ανακοινώσεις του Ντόναλντ Τραμπ για αποχώρηση από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αφενός γιατί αυτό είχε -εν πολλοίς- προεξοφληθεί και αφετέρου γιατί ο πραγματικός αντίκτυπος δεν είναι τόσο μεγάλος, όσο οι αντιδράσεις που προκαλεί.
Ο Dow Jones δεν “ίδρωσε”, ούτε ο S&P έδειξε να “συγκινείται”, ενώ ακόμα και οι τιμές του πετρελαίου δεν αντέδρασαν με ράλι, αλλά με ανάσχεση απωλειών. Ακόμα και ο δείκτης φόβου, που μετράει τη μεταβλητότητα, δεν αντέδρασε, παρά μόνο υποχώρησε ελαφρώς.
Παρά την αύξηση του κόστους του χρήματος, που αναγκάζει τους επενδυτές να λαμβάνουν υπόψη τους τον παράγοντα ρίσκου, όπως δεν έκαναν πριν, οι αγορές αξιών και εμπορευμάτων δεν έδειξαν να ανησυχούν από τις αποφάσεις, τις εξαγγελίες και τη ρητορική του Ντόναλντ Τραμπ. Επέδειξαν, μάλιστα, νηφαλιότητα. Συνεπώς είτε οι αγορές κάνουν λάθος -και είναι γνωστό τι συμβαίνει σε όποιον το πιστεύει αυτό-, είτε οι κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ έχουν προεξοφληθεί και δεν αναμένεται να έχουν ιδιαίτερο αντίκτυπο.
Η νωχελική αντίδραση της αγοράς πετρελαίου, παρά την προσδοκώμενη μείωση της διαθεσιμότητας πετρελαίου, λόγω της επαναφοράς πλέγματος κυρώσεων κατά του Ιράν από τις ΗΠΑ, οφείλεται τόσο στο πρόσφατο ράλι που έχει οδηγήσει την τιμή στα $70 δολάρια, όσο και στην έκθεση της Energy Information Administration που προβλέπει αύξηση της αμερικανικής παραγωγής πετρελαίου για το 2018-19 κατά 3,6%, φτάνοντας τα 11,86 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Παράλληλα, οι εκθέσεις των αναλυτών δεν βλέπουν ιδιαίτερη επίδραση στην παραγωγή του Ιράν.
Η Wall Street βρίσκεται 35% υψηλότερα από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, κάνοντας τον πρόεδρο των ΗΠΑ να πανηγυρίζει, διαβάζοντας πίσω από το ποσοστό ανόδου την αποδοχή της αγοράς, την οποία δεν βρίσκεται στις δημοσκοπήσεις. Στην πραγματικότητα όμως, αυτό είναι παραπλανητικό, καθώς η Wall Street βρισκόταν τεχνικά σε ανοδικό κανάλι, τα επιτόκια μέχρι προσφάτως ήταν μηδενικά, η Fed είχε ρίξει άφθονη ρευστότητα στην αγορά και η διάθεση ανάληψης ρίσκου υψηλή, καθώς στην πραγματικότητα αυτό περνούσε, μέσω των χαμηλών επιτοκίων, στην ομοσπονδιακή τράπεζα.
Το ράλι όμως τελείωσε όταν η Fed άνοιξε τον κύκλο ανόδου των επιτοκίων, ενώ η αγορά άρχισε έκτοτε να αποτιμά το risk premium στις δηλώσεις και την πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ. Με την ψήφιση των φοροαπαλλαγών η Wall Street έκανε ταμείο. Ακολούθησε η αποπομπή-μήνυμα του Ρεξ Τίλερσον, η οποία σηματοδότησε την ολοκληρωτική στροφή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στο δόγμα Τραμπ-Ισραήλ.
Οι αντιδράσεις
Για παράνομη και παράτυπη απόφαση από μέρους του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, κάνει λόγο το κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο της Ιράν, μεταδίδοντας ότι η απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης υπονομεύει τις διεθνείς συμφωνίες.
Ωστόσο, ο πρόεδρος του Ιράν, Χασάν Ρουχανί, είχε εκ των προτέρων ξεκαθαρίσει ότι η χώρα του θα συνεχίσει να τιμά τη συμφωνία ακόμα και χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ.
Σε τηλεοπτικό διάγγελμά του ο Ιρανός πρόεδρος είπε ότι η απόφαση που έλαβε ο Ντόναλντ Τραμπ υπήρξε μια «ιστορική εμπειρία» για την Τεχεράνη και κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι ουδέποτε τήρησαν τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν.
Επιπλέον, ο Ροχανί τόνισε ότι έδωσε εντολή στα στελέχη της πυρηνικής βιομηχανίας της χώρας του να είναι έτοιμα να συνεχίσουν την ανάπτυξη της πυρηνικής βιομηχανίας χωρίς κανέναν περιορισμό, εφόσον χρειαστεί.
Ο Τραμπ, συνέχισε ο Ροχανί, έχει ιστορικό υπονόμευσης των διεθνών συνθηκών και χαρακτήρισε «ψυχολογικό πόλεμο» την απόφαση του Τραμπ.
Η Γαλλία, η Γερμανία και η Βρετανία εκφράζουν τη λύπη τους για την απόφαση» περί απόσυρσης των ΗΠΑ από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης,
επισημαίνεται σε ανακοίνωση του Ελιζέ.
Λίγο νωρίτερα, ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι η χώρα του θα εργαστεί μαζί με το Λονδίνο και το Βερολίνο επί μιας ευρύτερης συμφωνίας που θα καλύπτει τις δραστηριότητες του Ιράν για τα πυρηνικά, το βαλλιστικό πρόγραμμα και τις εξελίξεις σε περιφερειακό επίπεδο, αφού ο Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ αποσύρονται από τη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
«Θα εργαστούμε συλλογικά σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, καλύπτοντας τις πυρηνικές δραστηριότητες, την μετά το 2025 περίοδο, το βαλλιστικό πρόγραμμα και τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή, ιδίως στη Συρία, την Υεμένη και το Ιράκ»
επισήμανε ο Μακρόν σε tweet λίγο μετά τη συνομιλία του με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Η Ε.Ε. είναι αποφασισμένη να διατηρήσει τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, σύμφωνα με την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Φεντερίκα Μογκερίνι, παρά το γεγονός ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία και την επαναφορά των αμερικανικών κυρώσεων εις βάρος της Τεχεράνης.
Παράλληλα, η κ. Μογκερίνι ζήτησε από τη διεθνή κοινότητα να παραμείνει στη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, εκφράζοντας την ανησυχία της από την σημερινή ανακοίνωση των νέων κυρώσεων».
Για μία «θαρραλέα» και «σωστή» απόφαση, μίλησε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου, σχετικά με την ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αποσυρθούν οι ΗΠΑ από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Το Ισραήλ «εκτιμά βαθιά» την απόφαση αυτή, πρόσθεσε ο Νετανιάχου, χαρακτηρίζοντας «συνταγή για την καταστροφή» τη συμφωνία που είχε επιτευχθεί το 2015 με την Τεχεράνη.
Η ατζέντα του Ντόναλντ Τραμπ, που όλοι γνωρίζουν
Οι δασμοί στον χάλυβα, ήταν η επικύρωση της αναθεωρητικής διάθεσης με γνώμονα το εμπόριο, η οποία εκδηλώθηκε αρχικά με την υπαναχώρηση από την TPP.
Οι δηλώσεις για αποχώρηση από τη Συρία, η επίθεση κατά του Άσαντ και η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ (που είχε προηγηθεί) σε συνδυασμό με την προσέγγιση με τη Σαουδική Αραβία, την Αίγυπτο και την προσπάθεια δημιουργίας ενεργειακού κόμβου στην Ανατολική Μεσόγειο με τη συμμετοχή της Ελλάδας και της Κύπρου διαμορφώνουν το πλαίσιο του γεωοικονομικού δόγματος Τραμπ.
Ο Τραμπ επιχειρεί να υλοποιήσει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις όπου μπορεί, αναλαμβάνοντας και το πολιτικό κόστος της σύγκρουσης, με τρόπο που δείχνει ότι θέλει να στείλει μηνύματα σε πολλαπλούς αποδέκτες, εντός και εκτός των ΗΠΑ.
Σε πολιτικό και γεωπολιτικό επίπεδο είναι προφανές ότι ο Ντόναλντ Τραμπ βασίζεται στις σχέσεις με την κυβέρνηση του Ισραήλ και προσωπικά στον Μπενιαμίν Νετανιάχου, χωρίς αυτό να σημαίνει ευρεία αποδοχή του από το εβραϊκό λόμπι της Ουάσιγκτον, το οποίο συναινεί ad hoc, όχι όμως απριόρι.
Γεωπολιτικά, η εμπέδωση του νέου αμερικανικού γεωοικονομικού προγραμματισμού έχει ήδη προκαλέσει εντάσεις, τόσο στη Συρία όσο και στην ευρύτερη περιοχή, ωστόσο, οι έως τώρα αντιδράσεις και παράπλευρες απώλειες δείχνουν ελεγχόμενες.
Αυτή τη στιγμή η αβεβαιότητα, στη Μέση Ανατολή, πηγάζει από την προσδοκώμενη αναδίπλωση των ΗΠΑ και το κενό που δημιουργείται, καθώς η Ευρώπη αν και κάνει κινήσεις για να αναδειχθεί σε νέο ισχυρό πόλο στην περιοχή, εν τούτοις δεν είναι ακόμα έτοιμη πολιτικά, ούτε υλικοτεχνικά. Αυτό όμως συνεπάγεται de facto ενίσχυση του ρόλου και της επιρροής της Ρωσίας.