Πιστωτική γραμμή 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το ΔΝΤ ζητά η Αργεντινή, καθώς η οικονομία της χώρας βρίσκεται κρίσιμη καμπή, η ισοτιμία υποχωρεί και τα συναλλαγματικά διαθέσιμα μειώνονται ραγδαία.
Πρόκειται για βαριά πολιτική απόφαση, καθώς ξυπνά μνήμες της οδυνηρής χρεοκοπίας του 2001, ενώ έρχεται μετά από οκτώ ημέρες ιλιγγιώδους πτώσης του πέσο, το οποίο μόνο χθες υποχώρησε κατά 6,5% έναντι του δολαρίου. Στη διάρκεια των τελευταίων οκτώ ημερών, το νόμισμα της Αργεντινής έχει υποτιμηθεί συνολικά κατά 12%, παρά τις επίμονες προσπάθειες της κεντρικής τράπεζας να το στηρίξει, δαπανώντας 5 δισ. δολ. από τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας και αυξάνοντας τα επιτόκια στο 40%.
Ανακοινώνοντας την απόφασή, πρωθυπουργός Μαουρίσιο Μάκρι τόνισε πως
«από σήμερα θα διασφαλίσουμε τη στήριξη για να συνεχίσουμε το αναπτυξιακό μας πρόγραμμα και να αντιμετωπίσουμε το νέο διεθνές περιβάλλον, αποφεύγοντας μια νέα κρίση σαν αυτές που έχουμε γνωρίσει στην ιστορία μας».
Η είδηση ανέκοψε την πτώση του νομίσματος, που ανέκαμψε έναντι του δολαρίου στα 22,30 πέσο προς ένα δολάριο, ενώ νωρίτερα είχε υποχωρήσει σε ιστορικό χαμηλό 23,5 πέσο προς ένα δολάριο. Θετικά αντέδρασε το χρηματιστήριο του Μπουένος Αϊρες με τον δείκτη Merval να περιορίζει τις απώλειές του στο 1,6%, ενώ νωρίτερα σημείωνε πτώση 5,3%. Μιλώντας στους Financial Times, ο Σιμόν Κιχάνο Εβανς, στρατηγικός αναλυτής αναδυόμενων αγορών στη Legal & General Asset Management, απέδωσε την πτώση του πέσο στην έλλειψη εμπιστοσύνης από την πλευρά των ξένων επενδυτών αλλά και σε κάποιας μορφής κερδοσκοπία από τους εγχώριους.
Ο δεξιός Μαουρίσιο Μάκρι αναδείχθηκε νικητής των προεδρικών εκλογών το 2016 και διαδέχθηκε την προηγούμενη πρόεδρο, Κριστίνα Φερνάντες, υποσχόμενος ανόρθωση της οικονομίας και επιστροφή της Αργεντινής στις αγορές. Η Αργεντινή ανέκτησε, τελικά, την πρόσβαση στις αγορές, αφού ο Μάκρι έκανε αυτό που επίμονα αρνούνταν η Φερνάντες, αποπληρώνοντας το 1% των ομολογιούχων της Αργεντινής που δεν είχαν δεχθεί να συμμετάσχει στην αναδιάρθρωση του χρέους της το 2005.
Ωστόσο, το αίτημα βοήθειας στο ΔΝΤ, αν και αποτιμάται ως η πιο ασφαλής επιλογή, ξύνει πληγές, προκαλεί ανησυχία στην κοινωνία και δείχνει ότι η πολιτική του Μάκρι έχει κενά.